Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

ΚΑΖΕΡΤΑ, 26 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1944

Στο τραπέζι που υπογράφηκε η Συμφωνία της Καζέρτας. Οι αρχηγοί του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ Στέφανος Σαράφης και Ναπολέων Ζέρβας με τον στρατηγό Σκόμπι στο μέσον, ο οποίος πλέον μετά την υπογραφή είναι ο νέος διοικητής τους.

Με τη Συμφωνία της Καζέρτας
παραδίδεται πανηγυρικα και επίσημα
η διοίκηση όλων των εν Ελλάδι ενόπλων δυνάμεων στον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι


Του Δημοσθένη Κούκουνα


Ο αρχηγός του ΕΛΑΣ στρατηγός Στέφανος Σαράφης φτάνει αεροπορικώς στην Καζέρτα για να συμμετάσχει στη διάσκεψη.
Ο στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας, αρχηγός του ΕΔΕΣ , αποβιβάζεται από το βρετανικό αεροσκάφος που τον μετέφερε στην Καζέρτα, ενώ ακόμα φέρει εξάρτυση αλεξιπτωτιστή.
Καζέρτα, Σεπτέμβριος 1944. Μια μικτή περίπολος στους δρόμους της ιταλικής πόλης. Ένας Αμερικανός και ένας Βρετανός στρατονόμος, έχοντας στη μέση τον γραφικό Ιταλό καραμπινιέρο.
Το χειρόγραφο ανακοινωθέν για τη Συμφωνία της Καζέρτας, που συνυπογράφουν ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου και οι αρχηγοί των ανταρτικών ομάδων Στέφανος Σαράφης και Ναπολέων Ζέρβας. Από συμμαχικής πλευράς προσυπογράφεται (κάτω αριστερά) από τον Βρετανό υπουργό Χάρολντ Μακ Μίλαν και τον στρατηγό Ουίλσον.

Ουσιαστικά η Εθνική Αντίσταση στην Ελλάδα ως ένοπλο κίνημα για την απελευθέρωση της χώρας από τους κατακτητές ολοκληρώνεται στα τέλη Σεπτεμβρίου 1944, όταν στην ιταλική πόλη Καζέρτα υπογράφεται η ομώνυμη συμφωνία. Αυτομάτως όλες οι ένοπλες δυνάμεις που μέχρι τότε δρούσαν στην κατεχόμενη Ελλάδα, είτε ανήκαν στη μία είτε ανήκαν στην άλλη πλευρά, περιέρχονται υπό την άμεση διοίκηση του Βρετανού στρατηγού Σκόμπι, χωρίς θεωρητικά να αγνοείται η πολιτική εξουσία της ελληνικής κυβέρνησης. Με τη συμφωνία αυτή, τερματίζεται το αυτοδιοίκητο των δύο βασικών αντιστασιακών ενόπλων οργανώσεων, του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ, ενώ έτσι η υπό απελευθέρωση Ελλάδα αποκτά αγγλική στρατιωτική διοίκηση για το επόμενο διάστημα. Και το επόμενο διάστημα, ακόμη και αν δεν μεσολαβούσαν τα Δεκεμβριανά, δεν ήταν προσδιορισμένο και πάντως δεν θα τελείωνε πριν ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος φθάσει στο τέλος του.
Η συμφωνία της Καζέρτας είναι ένα πρωτόκολλο, που αν και το επεξεργάσθηκαν πολιτικά πρόσωπα από τις δύο κύριες παρατάξεις, ενώ το είχε προετοιμάσει ο στρατηγός Ουίλσον, έχει ιδιαίτερη αξία γιατί το υπέγραψαν τρία φυσικά πρόσωπα: ο Βρετανός στρατηγός Ρόναλντ Σκόμπι, ο στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΣ στρατηγός Στέφανος Σαράφης και ο αντίστοιχος του ΕΔΕΣ στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας. Μ’ αυτό το έγγραφο, στον πρώτο παραχωρείται η διοίκηση των δυνάμεων που ελέγχουν οι άλλοι δύο, οι οποίοι περιορίζονται πλέον σε συγκεκριμένα γεωγραφικά όρια.
Στην πραγματικότητα όμως η συμφωνία αυτή, που είναι η στρατιωτική προέκταση της πολιτικής συμφωνίας του Λιβάνου τον προηγούμενο Μάιο, αποτελεί μια πρόχειρη ρύθμιση, με την οποία θα επιχειρηθεί να αποφευχθεί ο εμφύλιος που έρχεται, αν και εφόσον θα δεχθούν και στην πράξη όλες οι πλευρές τον βρετανικό στρατιωτικό έλεγχο. Είναι σημαντικό να λεχθεί ότι εκείνη την εποχή το συμμαχικό στρατηγείο δεν είχε επιδείξει το παραμικρό ενδιαφέρον για να παρενοχλήσει στρατιωτικά τους Γερμανούς στην κατεχόμενη Ελλάδα. Φαίνεται πως είχε πλήρως διαγράψει από τα επιτελικά του σχέδια την Ελλάδα για τέτοιου είδους επιχειρήσεις και απλώς περίμενε πότε θα έφθανε το πλήρωμα του χρόνου μέχρι να αποφασίσουν μόνοι τους να αποχωρήσουν οι Γερμανοί. Οι στρατιωτικές δυνάμεις που τελικά θα διατεθούν στην Ελλάδα, ως αποστολή θα έχουν όχι την απευθείας εμπλοκή τους με τους αποχωρούντες Γερμανούς, αλλά την εδραίωση της νέας κατάστασης.
Όταν στα τέλη Αυγούστου ήταν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει να εγκαταλείψουν την Ελλάδα και άρχισαν να οργανώνουν τη σύμπτυξή τους, τότε μόνον οι βρετανικές αρχές ενδιαφέρθηκαν για το πώς η χώρα θα διοικείται στρατιωτικά μετά την απελευθέρωσή της. Δεν ήταν διατεθειμένοι να φέρουν σημαντικές δικές τους στρατιωτικές δυνάμεις για να παρενοχλήσουν τη γερμανική αποχώρηση και θέλησαν με πολιτικές αποφάσεις μόνο να εξασφαλίσουν τον έλεγχο της κατάστασης στην Ελλάδα όταν πλέον οι Γερμανοί θα είχαν φύγει.
Με τη συμφωνία της Καζέρτας θέτουν υπό την άμεση διοίκησή τους όλες τις αντάρτικες δυνάμεις στην Ελλάδα και παρά τις αναφορές περί «παρενοχλήσεων» της γερμανικής υποχώρησης, καμιά ουσιαστική δεν σημειώθηκε. Αντίθετα, θα έλεγε κανείς ότι σε διάφορες περιπτώσεις αποφεύχθηκε συστηματικά κάθε στρατιωτική «επαφή», ενώ έχουμε και την περίπτωση της Θεσσαλονίκης, για την ανεμπόδιστη απελευθέρωση της οποίας προϋπήρξε η μοναδική κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ειδική συμφωνία μεταξύ Γερμανών και Άγγλων σε υψηλό επίπεδο (βλ. απομνημονεύματα Σπέερ). Άλλωστε, όπως είναι γνωστό, για την απελευθέρωση της Αθήνας, μερικές μέρες νωρίτερα πριν από τη Θεσσαλονίκη, είχαν γίνει ποικίλες επαφές και διαπραγματεύσεις, χωρίς να καταλήξουν μεν σε συμφωνία συγκεκριμένη, αλλά εκατέρωθεν όροι έγιναν αποδεκτοί υπό τη μορφή συστάσεων ή ακόμη και παρακλήσεων για την αποφυγή καταστροφών κ.ο.κ.
Όλες οι πλευρές, αλλά κυρίως εκείνη των Βρετανών, στον ζωτικό χώρο των οποίων «ανήκει» η Ελλάδα, αισθάνεται ικανοποίηση από τη συμφωνία της Καζέρτας, αφού εξασφαλίζει το τυπικό μέρος για τη στρατιωτική διοίκηση της Ελλάδος μόλις ελευθερωθεί. Στα πέριξ της Καζέρτας έχει ήδη μεταφερθεί από την Αίγυπτο μια πολυπληθής ελληνική «παροικία» και έχει προσωρινά εγκατασταθεί στην Κάβα ντέι Τίρενι, περιμένοντας με αδημονία και προφανώς με νοσταλγία την επόμενη φάση, δηλαδή τη μεταφορά της στο ελληνικό έδαφος. Η «παροικία» αυτή, που έχει μεταφερθεί με συμμαχικά αεροσκάφη ή πολεμικά πλοία, δεν είναι παρά η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση με τις υπηρεσίες της, οι οποίες συνθέτουν μια μικρογραφία της ελληνικής γραφειοκρατίας.
Πρωθυπουργός είναι ο Γ. Παπανδρέου και μόλις πριν λίγες ημέρες έχει κατορθώσει η κυβέρνησή του να πάρει και ουσιαστικά τον χαρακτηρισμό της «εθνικής ενότητας», ύστερα από την ένταξη σ’ αυτήν των υπουργών που προέρχονται από το ΕΑΜ, το οποίο είχε καθυστερήσει υπερβολικά να τους ορίσει. Η βρετανική πολιτική, προσωπικά διά του πρωθυπουργού της, του Ουίνστον Τσώρτσιλ, στη διάρκεια μιας πολύωρης συνομιλίας του τελευταίου με τον Γ. Παπανδρέου, επιχειρεί για μια τελευταία φορά να προωθήσει τον βασιλιά Γεώργιο Β’, εξασφαλίζοντάς του μια ταυτόχρονη με την κυβέρνηση Παπανδρέου άφιξή του στην Ελλάδα μόλις θα έχει απελευθερωθεί. Η κυβέρνηση απορρίπτει την ιδέα, χωρίς να έχει προηγηθεί δημοψήφισμα για το πολιτειακό, εμμένοντας στα προαποφασισμένα.
Ένα νέο σενάριο προβάλλει. Σύμφωνα μ’ αυτό, ο διάδοχος Παύλος, ο οποίος ήδη από το Κάιρο έχει ονομασθεί αντιβασιλιάς, θα μπορούσε να είναι εκείνος που θα ακολουθούσε την κυβέρνηση στην επιστροφή της στην πατρίδα. Ο Παύλος κατόρθωσε να βρεθεί στην Ιταλία τις μέρες εκείνες, αλλά τελικά, ύστερα από ποικίλες επαφές και διακυμάνσεις, αλλά και πολλαχόθεν προβαλλόμενα «βέτο», αντί για την Αθήνα θα πάρει τον δρόμο για το Λονδίνο, όπου μαζί με τον βασιλιά αδελφό του θα περιμένουν την ετυμηγορία του δημοψηφίσματος πριν επιστρέψουν, κάτι που θα απαιτήσει διάστημα δύο ετών για να γίνει πράξη.
Σεπτέμβριος 1944. Αν και λογικά η ατμόσφαιρα θα έπρεπε να είναι χαρμόσυνη, ενόψει της πλήρους απελευθέρωσης της χώρας, αντίθετα οι πρόσφατες εμφύλιες χαοτικές συγκρούσεις στην Πελοπόννησο την δραματοποιούν. Σε τοπικό επίπεδο μεν, αλλά με απροσδιόριστες ενδεχόμενες διαστάσεις.
Η αμοιβαία καχυποψία ανάμεσα στις δύο επικρατούσες πολιτικές παρατάξεις στην Ελλάδα βρισκόταν σε έξαρση. Το άγχος της αριστεράς ήταν ότι οι αντίπαλοί της θα επιχειρούσαν να πάρουν την εξουσία και να την αγνοήσουν, ενώ αντίστροφα εκείνοι ζούσαν με τον φόβο ότι ο εξοπλισμένος ΕΛΑΣ δεν είχε άλλον στόχο παρά να κάνει κομμουνιστική την απελευθερωμένη Ελλάδα. Δεν θα πρέπει να παραγνωρισθεί το γεγονός ότι στους τελευταίους 15 μήνες ο ανταγωνισμός των δύο κυριότερων αντιστασιακών παρατάξεων είχε συχνά τη μορφή αιματηράς διαμάχης. Αυτά τα έβλεπε κανείς στην ύπαιθρο χώρα, αλλά στην Αθήνα και τα άλλα αστικά κέντρα, ο ανταγωνισμός ήταν ίσως λιγότερο αιματηρός, αλλά πολιτικά εντονότερος.
Κανείς δεν μπορεί να αμφιβάλει ότι η Ελλάδα ήταν τότε στην πραγματικότητα χωρισμένη σε δύο στρατόπεδα, είτε οι πολίτες βρίσκονταν στα βουνά ως αντάρτες, είτε στις πόλεις ως αντιστασιακοί συνωμότες. Στις πόλεις όμως δεν ήταν όλοι οργανωμένοι, όχι όμως ότι δεν ήταν πολιτικοποιημένοι. Πώς θα ξημέρωνε η μέρα της Απελευθέρωσης; Αυτό ήταν το μεγάλο ερώτημα.
Όταν στη Μόσχα στις 24 Σεπτεμβρίου 1944, ενημερώθηκε από τον Άγγλο πρεσβευτή Κλαρκ Κερ ότι πρόκειται να σταλούν βρετανικές δυνάμεις στην Ελλάδα, ο Στάλιν απάντησε με μια απλή φράση: «Ωραία, είναι πια καιρός». Και βεβαίως δεν διανοήθηκε να εκφράσει ενστάσεις ή επιφυλάξεις, αφού οι σφαίρες επιρροής ήταν ήδη ξεκαθαρισμένες.
Την ίδια μέρα θα αρχίσουν στην Καζέρτα οι πρώτες διαπραγματεύσεις και για πρώτη φορά θα συναντηθούν ως αρχηγοί αντιστασιακών στρατών οι Σαράφης και Ζέρβας με τον Άγγλο στρατηγό Σκόμπι. Σύμφωνα με την αφήγηση του στρατηγού Σαράφη, ο οποίος ήδη από τις 20 του μηνός είχε φθάσει στην Ιταλία, μαζί τον πολιτικό σύμβουλο του ΕΑΜ Κώστα Δεσποτόπουλο, ύστερα από ένα περιπετειώδες αεροπορικό ταξίδι, ενώ είχε προηγηθεί κατά δύο μέρες ο στρατηγός Ζέρβας με τον συνταγματάρχη Πέτρο Νικολόπουλο:
«Το πρωί στις 24 του Σεπτέμβρη 1944 πήγαμε με τον Κ. Δεσποτόπουλο στα ανάκτορα της Γκαζέρτας, όπου ήταν εγκατεστημένο το Συμμαχικό στρατηγείο. Εκεί ήρθε και η αντιπροσωπεία του ΕΔΕΣ. Ύστερα έφτασε ο στρατηγός Σκόμπυ με τον επιτελάρχη του και τον ταξίαρχο Μπένφιλ. Το διερμηνέα θα έκανε ο ταγματάρχης Μάθιους. Έγινε η παρουσίαση στο στρατηγό Σκόμπυ και κατόπι καθήσαμε σ’ ένα μεγάλο τραπέζι όπου ήταν καθορισμένες οι θέσεις που θα έπαιρνε ο καθένας. Ο στρατηγός διάβασε τις διαταγές που είχε έτοιμες για μας και το σχέδιο που ετοίμασε για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα και στο τέλος μας είπε: «αυτές είναι οι διαταγές μου, με το επιτελείο μου μπορείτε να κανονίσετε τις λεπτομέρειες για να κανονιστούν τελικά τα ζητήματα». Ύστερα απ’ αυτό απεχώρησε. Ο επιτελάρχης του στρατηγού μάς ρώτησε αν θέλουμε να συζητήσουμε μπροστά στους άγγλους ή θέλουμε να μείνουμε μόνοι. Εμείς δηλώσαμε πως πριν από οποιαδήποτε άλλη συζήτηση θέλουμε να επικοινωνήσουμε με την ελληνική κυβέρνηση και τους υπουργούς της ΠΕΕΑ
Ύστερα από κάμποση ώρα μας παρουσίασαν στο στρατηγό Ουίλσων στο γραφείο του. Μας ρώτησε για τη στρατιωτική κατάσταση στην Ελλάδα. Τόσο εγώ όσο και ο Ζέρβας κάναμε ανάπτυξη της στρατιωτικής κατάστασης στην περιοχή μας και ο στρατηγός Ουίλσων ζήτησε ορισμένες πληροφορίες και μας είπε μερικά λόγια για τις μέλλουσες επιχειρήσεις. Φύγαμε και ξαναγυρίσαμε στη Νεάπολη».
Το πλαίσιο, στο οποίο θα κινηθεί η συμφωνία της Καζέρτας, είναι πλήρως προκαθορισμένο. Ο Σαράφης συνεχίζει:
«Το απόγευμα ασχοληθήκαμε με το διάβασμα των διαταγών του στρατηγού Σκόμπυ, που είχαν διάφορα περίεργα πράγματα, ήτοι: 1) Ο στρατηγός Σκόμπυ διορίζονταν αρχηγός των συμμαχικών δυνάμεων στην Ελλάδα και εκτός από τ’ άλλα, σκοπός του θα ήταν και η επιβολή του νόμου και της τάξης. 2) Η Ελλάδα χωρίζονταν σε διάφορες περιοχές: α) Αττικής (περιλαμβάνονταν Αθήνα, Πειραιάς) όπου θα διορίζονταν στρατιωτικός διοικητής από την κυβέρνηση και θα ήταν στις άμεσες διαταγές του στρατηγού Σκόμπυ. β) Πελοποννήσου υπό τις άμεσες διαταγές του στρατηγού Σκόμπυ. Στην περιοχή αυτή που ανήκε όλη στον ΕΛΑΣ θα διορίζονταν στρατιωτικός διοικητής από το Γενικό στρατηγείο του ΕΛΑΣ με την έγκριση της κυβέρνησης. Δηλώθηκε προφορικά πως ο Άρης δεν ήταν ανεκτός. γ) Περιοχή Ζέρβα (περιλάμβανε και τις πόλεις Άρτα, Πρέβεζα, Γιάννενα καθώς και το Μέτσοβο και την Κέρκυρα). δ) Όλη η Στερεά, Θεσσαλία, Μακεδονία, Θράκη και το κομμάτι της Ηπείρου του ΕΛΑΣ υπό τις διαταγές του στρατηγού Σαράφη. Βόρεια της περιοχής Δράμας μια μικρή περιοχή καθορίζονταν σαν περιοχή του Τσαούς Αντών. Στην Ήπειρο στους Φιλιάτες ορίζονταν σαν περιοχή τσάμηδων. Αργότερα και με την πρόοδο της απελευθέρωσης θα διόριζε ένα στρατιωτικό διοικητή Θεσσαλονίκης που η δικαιοδοσία θα ήταν ανατολικά του Αξιού και έως τον Έβρο. ε) Τα νησιά Λευκάδα, Κεφαλληνία, Ζάκυνθο στην περιοχή του ΕΛΑΣ. Για τ’ άλλα νησιά θα έβγαιναν νεότερες διαταγές. στ) Αφοπλισμός των ταγμάτων και σωμάτων ασφαλείας κανονίζονταν όπως και στη διαταγή που είχε σταλεί στο Γενικό στρατηγείο. ζ) Απαγορεύονταν κάθε σύλληψη και αυτοδικία. Το ζήτημα αυτό θα το κανόνιζε η κυβέρνηση. η) Τα λάφυρα κάθε είδους θα καταγράφονταν, θα παραδίνονταν κατάσταση και δε θα χρησιμοποιούνταν παρά ύστερα από έγκριση του στρατηγού Σκόμπυ και εφ’ όσον ήταν ανάγκη.
Δηλαδή με τις διαταγές αυτές ο στρατηγός Σκόμπυ είχε δικαίωμα να κανονίζει όλα τα ζητήματα και τα εσωτερικά μας ακόμα που είχαν σχέση με την τάξη και το νόμο και λαμβάνονταν ιδιαίτερη πρόνοια να μην πάθουν τίποτα οι προδότες και συνεργάτες των γερμανών. Επίσης στο Ζέρβα δίνονταν οριστικά όχι μονάχα η περιοχή του 24 συντάγματος αλλά και η Άρτα, Γιάννενα και Μέτσοβο, ήτοι σχεδόν το μεγαλύτερο μέρος της Ηπείρου με επιθετική αιχμή προς Θεσσαλία και Μακεδονία, αφού του δίνονταν ο κόμβος Μέτσοβο».
Το άλλο πρωί, στις 25 Σεπτεμβρίου, συνεχίστηκαν οι συζητήσεις. Ο Σαράφης καταγράφει με την αφήγησή του:
«...Στο ίδιο γραφείο συναντηθήκαμε μόνοι οι Έλληνες. Εκεί ήρθε ο πρωθυπουργός Παπανδρέου με τους υπουργούς Σβώλο, Ζέβγο, Τσάτσο και Σγουρίτσα. Ο πρωθυπουργός πρότεινε να μιλήσουν πρώτα οι αντιπροσωπείες με τους υπουργούς της παράταξής τους κ’ ύστερα να γίνει κοινή συνεδρίαση. Πραγματικά έτσι κ’ έγινε. Ενημερώσαμε τους υπουργούς Σβώλο και Ζέβγο πάνω στις διαταγές του Σκόμπυ και επιστήσαμε την προσοχή τους πάνω στα δικαιώματα του Σκόμπυ σαν αρχιστράτηγου που έχει και αρμοδιότητα πολιτική στα εσωτερικά. Άλλο αρχιστράτηγος και άλλο στρατιωτικός αρχηγός για τις επιχειρήσεις. Επίσης για το ζήτημα της περιοχής Ζέρβας που δεν ήταν δυνατό να δεχτούμε όλες τις πόλεις της Ηπείρου να δοθούν στο Ζέρβα και επί πλέον το Μέτσοβο, που είχε στρατηγική σημασία για την εξέλιξη των επιχειρήσεων. Επίσης για το ζήτημα των συλλήψεων και δίκης των δοσιλόγων κλπ. Ο συναγωνιστής Σβώλος είπε πως πρέπει να είμαστε υποχωρητικοί μια που μπήκαμε στην κυβέρνηση και πρέπει να μη συζητάμε για μικρά πράγματα. Ότι πρέπει να ξαίρουμε ότι αν δε μπαίναμε στην κυβέρνηση οι άγγλοι ετοίμαζαν να κάνουν κατοχή στην Ελλάδα και κατά συνέπεια να πάρουν τα μέτρα τους για ν’ αντιμετωπίσουν τον ΕΛΑΣ. Με τη συμμετοχή μας διαρκώς κερδίζουμε έδαφος και θα έρθει στιγμή που θα μας κατανοήσουν καλύτερα και θα μας έχουν εμπιστοσύνη ώστε να καταλήξουν σε κυβέρνηση Σβώλου. Υπό το ίδιο πνεύμα μίλησε και ο συναγωνιστής Ζέβγος. Πάντως επιμείναμε για τη δικαιοδοσία του Σκόμπυ που πρέπει να ξεκαθαριστούν τα δικαιώματά του, να κανονιστεί το ζήτημα των δοσιλόγων και τέλος καμμία υποχώρηση δεν επιτρέπεται για το Μέτσοβο. Από τη συζήτηση που κάναμε φάνηκε πως ο πρωθυπουργός δεν τους είχε ενημερώσει στην κατάσταση και σαν υπουργός των στρατιωτικών έκανε ενέργειες που μελλοντικά θ’ απέβαιναν κατά του ΕΛΑΣ. Δηλαδή, δεν είχε ειλικρίνεια, αλλά αντικειμενικός του σκοπός ήταν η εξουδετέρωση του ΕΛΑΣ και η επιβολή των απόψεών του».
Αμέσως μετά, οι δύο πλευρές ξαναβρέθηκαν μαζί και άρχισε η συνεδρίαση. Στη νέα συνάντηση, τέθηκε από τον πολιτικό σύμβουλο του Σαράφη Κώστα Δεσποτόπουλο το γενικότερο θέμα ότι «δεν χρειάζεται η παρουσία των βρετανικών δυνάμεων εν Ελλάδι και επομένως δεν υπάρχει λόγος να τας προσκαλέσωμεν και να θέσωμεν τας ανταρτικάς δυνάμεις υπό τας αμέσους διαταγάς Βρετανού Αρχηγού». Από χρόνια και μέχρι και τον πρώτο καιρό της Κατοχής, ο Κ. Δεσποτόπουλος ήταν φανατικός οπαδός και προσωπικός φίλος του Γ. Παπανδρέου, από τον οποίο αποστασιοποιήθηκε μόλις εισήλθε στο ΕΑΜ, όπου κατέλαβε σημαντική θέση. Στα όσα είπε ο Δεσποτόπουλος, ο Παπανδρέου θα γράψει αργότερα ότι «εξέφρασε την κατάπληξίν του διά την εκφρασθείσαν γνώμην και εδήλωσεν ότι υφίσταται πλέον θεμελιώδης διαφωνία, κατόπιν της οποίας δεν υπάρχει στάδιον συνεργασίας».
Με την παρέμβαση του Γιάννη Ζεύγου, ο Δεσποτόπουλος απέσυρε την πρότασή του, που ήταν η μόνη φωνή που ακούστηκε τότε εναντίον του πνεύματος της Καζέρτας, με τη συμφωνία της οποίας δεσμεύονταν οι δύο αντάρτικοι στρατοί να υπακούουν απολύτως και να εκτελούν με αδιάσειστη στρατιωτική πειθαρχία τις διαταγές του Βρετανού αρχιστρατήγου. Ο Ζέρβας δεν είχε καμιά ανάλογη αντίρρηση, αφού άλλωστε ο σύμβουλός του συνταγματάρχης Π. Νικολόπουλος, «ομόλογος» του Δεσποτόπουλου για τον ΕΔΕΣ στις συζητήσεις της Καζέρτας είναι εκείνος που προ επταμήνου (κατά τη σύσκεψη Μυροφύλλου Πλάκας) είχε προτείνει την τοποθέτηση κοινού Βρετανού αρχιστρατήγου όλων των ενόπλων ανταρτικών δυνάμεων στην Ελλάδα.
Πολλά χρόνια αργότερα, το 1964, ο ίδιος ο Δεσποτόπουλος θα εξηγήσει στο «Βήμα» τους λόγους της αντίθεσής του και πώς ο Ζεύγος τον μετέπεισε: «...Μου εδόθη η δυνατότης να έχω μίαν κατ’ ιδίαν συζήτησιν μετά του μετέχοντος της συσκέψεως Υπουργού αειμνήστου Γιάννη Ζεύγου, εις τον οποίον εξέθεσα τους λόγους, διά τους οποίους επέμενα απολύτως εις την άποψίν μου. Μου απήντησεν, ότι τούτο θα ωδήγει αφεύκτως εις κυβερνητικήν κρίσιν, πράγμα διά το οποίον δεν ημπορούσε ν’ αναλάβη την ευθύνην, δοθέντος ότι εξήρχετο των γενικών οδηγιών που είχε λάβει, αναχωρών, διά να μετάσχη της λεγομένης Κυβερνήσεως «εθνικής ενώσεως». Ως εκ τούτου, μου εδήλωσεν, ότι ανελάμβανεν αυτός την ευθύνην, προσωπικώς, της μη εμμονής, εις την υπ’ εμού υποβληθείσαν και υποστηριχθείσαν πρότασιν».
Στο ίδιο εκείνο κείμενο, διατυπωμένο με τη νηφαλιότητα των δύο δεκαετιών που έχουν μεσολαβήσει από τα γεγονότα, ο Δεσποτόπουλος αναφέρει ακόμη χαρακτηριστικά:
«Εν τη πραγματικότητι, τόσον η αποβίβασις των Άγγλων εις την Ελλάδα, όσον και η επέμβασίς των εις τα εσωτερικά της χώρας, επιτρέψατέ μοι να φρονώ, ότι ούτε αφετηριάζονται, ούτε νομιμοποιούνται από την Καζέρταν. Ας μη είμεθα τόσον αφελείς και απλοϊκοί να το υποστηρίζωμεν, είτε εντεύθεν είτε εκείθεν. Αλλού και από άλλους, πολύ υψηλότερον των Ελληνικών παραγόντων ισταμένους, έγιναν συμφωνίαι, αφορώσαι και την Ελλάδα και εκείθεν, συντρεχόντων και των ιδικών μας βασικών σφαλμάτων, τα όσα επηκολούθησαν την αποχώρησιν των Γερμανών».
Το επόμενο θέμα τριβής που υπήρξε ανάμεσα στις δύο πλευρές, αφορούσε τα πρόσωπα δύο Ελλήνων που θα αναλάμβαναν αντίστοιχα τις στρατιωτικές διοικήσεις Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Ο Στέφανος Σαράφης, ο μόνος εκ των συμμετασχόντων στις συζητήσεις εκείνες που έχει δώσει αναλυτικότερες πληροφορίες για τα διαμειφθέντα, συνεχίζει την αφήγησή του:
«Ύστερα ανακοίνωσε (ο Γ. Παπανδρέου) ότι στρατιωτικός διοικητής Αθηνών διορίστηκε ο συνταγματάρχης Π. Σπηλιωτόπουλος και Θεσσαλονίκης θα διορίζονταν ο συνταγματάρχης πυροβολικού Παπαγεωργίου. Διαμαρτυρήθηκα για τους διορισμούς αυτούς και πρόσθεσα: ο συνταγματάρχης Σπηλιωτόπουλος είναι δοσίλογος, ήταν ο πρώτος αρχηγός χωροφυλακής επί Τσολάκογλου και επί πλέον δεν έχει το κύρος και την επιβολή που χρειάζονταν. Ο πρωθυπουργός επέμενε πως είναι καλός, θα πάει καλά και έχει λάβει ήδη όλες τις διαταγές και κατά συνέπεια δε μπορεί ν’ αλλάξει. Άλλωστε θα πήγαιναν και οι υπουργοί στην Αθήνα υπό τις διαταγές των οποίων θα ενεργούσε. Οι υπουργοί αναγκάστηκαν να τον δεχτούν. Για το συνταγματάρχη Παπαγεωργίου αντέταξα απόλυτη άρνηση καθόσον ανήκε στην ΠΑΟ που συνεργάζονταν με το Χρυσοχόου και τους γερμανούς και κατά συνέπεια ήταν δοσίλογος. Ήταν δύνατο για τον ΕΛΑΣ να δεχτεί το διορισμό του στη Θεσσαλονίκη. Δικαιολογήθηκε ότι δεν τον ήξαιρε και ότι τον υπέδειξαν οι άγγλοι σαν πολύ καλό. Ύστερα από την επιμονή μου αποκλείστηκε και προτάθηκαν οι Κατσώτας και Μπουρδάρας. Παρατήρησα ότι φυσικότερο ήταν να διοριστεί ο στρατηγός Μπακιρτζής, που ήταν διοικητής της ομάδας μεραρχιών Μακεδονίας μια που όλα τα τμήματα ήταν του ΕΛΑΣ. Δικαιολογήθηκε πως δεν πρέπει να τα θέλουμε όλα δικά μας γιατί και οι άλλοι είχαν αξιώσεις. Ύστερα από συζήτηση δεχθήκαμε τον Κατσώτα ή Μπουρδάρα. Για το ζήτημα των δοσιλόγων δέχτηκε να τροποποιηθεί η σχετική διάταξη. Για το στρατιωτικό ζήτημα δεν είχε γνώμη και έπρεπε να τα κανονίσουμε με τους άγγλους. Στη 1 μ.μ. τέλειωσε η συζήτηση και φύγαμε. Οι στρατιωτικές αποστολές ήταν καλεσμένες σε τραπέζι από το στρατηγό Ουίλσων. Οι υπουργοί από τον υπουργό της Μέσης Ανατολής. Το τραπέζι έγινε στο ανακτορικό δάσος της Γκαζέρτας, στο κυνηγετικό περίπτερο. Ήταν καλεσμένοι εκτός από το στρατηγό Σκόμπυ και τον επιτελάρχη του, ένας αμερικανός στρατηγός και αρκετοί άλλοι άγγλοι και αμερικανοί ανώτατοι και ανώτεροι αξιωματικοί. Οι δυο έλληνες στρατηγοί καθήσαμε δεξιά και αριστερά του Ουίλσων. Απέναντί του κάθησαν ο επιτελάρχης του Ζέρβα αντισυνταγματάρχης Νικολόπουλος και ο Κ. Δεσποτόπουλος. Το τραπέζι έγινε μέσα σε μια πολύ φιλική ατμόσφαιρα. Ήταν πολύ καλό και του έδινε ένα ιδιαίτερο τόνο το περιβάλλον του δάσους. Ύστερα από το τραπέζι ξαναγυρίσαμε στα γραφεία μαζί με τον επιτελάρχη του στρατηγού Σκόμπυ και τον ταξίαρχο Μπένφιλ».
Η αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ επέμεινε σε ένα άλλο σημείο στρατιωτικής φύσης και τελικά πέτυχε να τεθεί υπό τον έλεγχό του το Μέτσοβο, θεωρώντας το ως κρίσιμο στρατηγικό σημείο. Ο Σαράφης δίνει και μια ακόμα χαρακτηριστική εικόνα από τις συζητήσεις:
«...Σε μια στιγμή ο Ζέρβας μίλησε εναντίον του ΕΛΑΣ. Απάντησα πως οι δικοί του έφταιγαν γιατί η περιοχή εκείνη ανήκε στον ΕΛΑΣ. Καθόμαστε ο ένας κοντά στον άλλο. Γύρισε και μου είπε, κουνώντας το κεφάλι: «Τι δικοί μου και δικοί σου; Δεν πήρες ακόμα χαμπέρι πού βρίσκεσαι;» Αυτό έδειχνε πως ήξαιρε αρκετά για τις απώτερες σκέψεις των άγγλων και της κυβέρνησης».
Στην τελευταία συζήτηση, που προηγήθηκε της υπογραφής της συμφωνίας, προέκυψε και το θέμα της διατύπωσης αναφορικά με τις αρμοδιότητες του Σκόμπι για την επιβολή του «νόμου και της τάξης». Ο Σαράφης αφηγείται για την τελευταία συνεδρίαση:
«Καθήσαμε όλοι στο τραπέζι. Μπροστά σε κάθε θέση ήταν η συμφωνία που θα υπογράφονταν καθώς και το ανακοινωθέν που θα δίνονταν μετά την υπογραφή στο ραδιόφωνο και τον τύπο. Διαβάστηκε η συμφωνία όπως ήταν διατυπωμένη. Μετά το διάβασμα ο υπουργός Σβώλος, ερμηνεύοντας τις σκέψεις που του τονίσαμε ιδιαιτέρως, ζήτησε να απαλειφθεί η φράση σύμφωνα με την οποία ο στρατηγός Σκόμπυ θα μπορούσε να επιβάλει στην Ελλάδα το νόμο και την τάξη καθ’ όσον αυτό ήταν έργο της ελληνικής κυβέρνησης και ζήτημα εσωτερικό. Ο στρατηγός Ουίλσων δέχτηκε τελικά να διαγραφεί η σχετική διάταξη. Οι κ.κ. Παπανδρέου, Μακ Μίλαν και Τσάτσος έψαχναν να βρουν διατύπωση για να μην αλλάξουν στο βάθος την ουσία, αλλά ο στρατηγός Ουίλσων δέχτηκε να διαγραφεί όλο το άρθρο όπως και έγινε. Επίσης ο υπουργός Σβώλος παρατήρησε ότι δεν ήταν σωστό ν’ απαγορεύεται η σύλληψη των δοσιλόγων, γιατί αυτό ήταν αδύνατο και λόγοι ασφάλειας ακόμα επέβαλαν να συλληφθούν και να κρατηθούν οι δοσίλογοι στη διάθεση της κυβέρνησης. Έγινε δεκτό να τροποποιηθεί κι αυτή η διάταξη».
Οι εκατέρωθεν πλευρές κατέληξαν στη συμφωνία, βάσει της οποίας ξεκαθαριζόταν το στρατιωτικό καθεστώς που θα ίσχυε μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος. Για τη συμφωνία έγραψε ο Ρέτζιναλντ Λήπερ χαρακτηριστικά και εξαιρετικά συμπυκνωμένα: «Αυτό ήταν το κείμενο που έδωσε στον στρατηγό Σκόμπι την εξουσία να εκδώσει τις διαταγές που έπρεπε να εκδώσει τον Δεκέμβριο του 1944 στην Αθήνα». Σε άλλο σημείο ο Λήπερ, που μαζί με τον Μακμίλαν είχαν επεξεργασθεί το κείμενο της συμφωνίας που είχε συντάξει ο στρατηγός Ουίλσον, χαρακτηρίζει ως πρωταρχικής σημασίας τη συμφωνία που επιτεύχθηκε.
Το επίσημο κείμενο, που υπογράφηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1944, έχει ως εξής:
 «Πρακτικά αποφάσεων ληφθεισών κατά σύσκεψιν λαβούσαν χώραν εις AFHQ κατά την 26 Σεπτεμβρίου 1944.
Κατά σύσκεψιν υπό την προεδρίαν παρά του ανωτάτου συμμαχικού αρχιστρατήγου του Μεσογείου εις το Σ. Στρατηγείον, καθ’ ην παρευρέθησαν ο Έλλην πρωθυπουργός μετ’ άλλων μελών της κυβερνήσεως, καθώς και οι αρχηγοί των Ελλήνων ανταρτών στρατηγοί Σαράφης και Ζέρβας, αι κάτωθι αποφάσεις κατεχωρήθησαν εις τα πρακτικά ως γενόμεναι παρά πάντων αποδεκταί.
1) Όλαι αι ανταρτικαί ομάδες αι δρώσαι εν Ελλάδι τίθενται υπό τας διαταγάς της ελληνικής κυβερνήσεως εθνικής ενότητος.
2) Η ελληνική κυβέρνησις θέτει τας δυνάμεις ταύτας υπό τας διαταγάς του στρατηγού Σκόμπυ, όστις ωνομάσθη υπό του ανωτάτου συμμαχικού αρχιστρατήγου ως στρατηγός διοικών τας δυνάμεις εν Ελλάδι.
3) Συμφώνως προς την προκήρυξιν την εκδοθείσαν παρά της ελληνικής κυβερνήσεως, οι αρχηγοί των Ελλήνων ανταρτών υπόσχονται ότι θα απαγορεύσουν πάσαν απόπειραν των υπ’ αυτούς μονάδων να αναλάβουν την αρχήν ανά χείρας. Τοιαύτη πράξις θα θεωρηθή ως έγκλημα και θα τιμωρηθή αναλόγως.
4) Όσον αφορά τας Αθήνας, ουδεμία ενέργεια θα αναληφθή, εκτός υπό τας αμέσους διαταγάς του στρατηγού Σκόμπυ, στρατηγού διοικούντος τας εν Ελλάδι δυνάμεις.
5) Τα τάγματα ασφαλείας θεωρούνται ως όργανα του εχθρού. Θα χαρακτηρισθούν ως εχθρικοί σχηματισμοί, εκτός αν παραδοθούν συμφώνως προς διαταγάς εκδοθησομένας παρά του στρατηγού διοικητού των εν Ελλάδι δυνάμεων.
6) Όλαι αι ανταρτικαί ελληνικαί δυνάμεις, προς τον σκοπόν όπως τεθή τέρμα εις τας διαμάχας του παρελθόντος, δηλούν ότι θα σχηματίσουν εθνικήν ένωσιν ίνα συντονίσουν την δράσιν των διά το καλύτερον συμφέρον του κοινού αγώνος.
7) Κατόπιν της εξουσίας της παραχωρηθείσης εις αυτόν υπό του ανωτάτου συμμαχικού αρχιστρατήγου και από συμφώνου μετά της ελληνικής κυβερνήσεως ο στρατηγός Σκόμπυ εξέδωκε τας κάτωθι διαταγάς επιχειρήσεων:
Α. Όσον αφορά τας εν Ελλάδι δρώσας σήμερον δυνάμεις, η στρατιωτική των οργάνωσις θέλει είναι η κάτωθι:
α. Ο στρατηγός Ζέρβας θα συνεχίση να δρα εντός των εδαφικών ορίων της συμφωνίας της Πλάκας και θα συνεργάζεται μετά του στρατηγού Σαράφη διά την παρενόχλησιν της γερμανικής υποχωρήσεως εντός της περιοχής μεταξύ των βορείων ορίων της συμφωνίας της Πλάκας και της Αλβανίας.
β. Ο στρατηγός Σαράφης θα εξακολουθήση να δρα εις την υπόλοιπον Ελλάδα εξαιρέσει:
Ι) Περιφερείας Αττικής. Όλα τα στρατεύματα εις την περιφέρειαν ταύτην θα διοικούνται υπό του στρατηγού Σπηλιωτοπούλου, δρώντος εν στενή συνεργασία μετά των εν Αθήναις αντιπροσώπων της κυβερνήσεως και βοηθουμένου υπό αξιωματικού συνδέσμου, ονομασθησομένου παρά του στρατηγού Σαράφη. Θα είναι υπό τας διαταγάς της δυνάμεως 140.
ΙΙ) Πελοποννήσου. Τα στρατεύματα εις την περιφέρειαν ταύτην θα διοικούνται υπό αξιωματικού υποδειχθησομένου υπό του στρατηγού Σαράφη τη εγκρίσει της ελληνικής κυβερνήσεως και όστις θα βοηθήται υπό αγγλικής αποστολής συνδέσμου. Θα είναι υπό τας διαταγάς της δυνάμεως 140.
ΙΙΙ) Βραδύτερον η Θράκη, συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης, θα είναι υπό την διοίκησιν αξιωματικού υποδειχθησομένου υπό της ελληνικής κυβερνήσεως.
Β. Σκοποί:
α. Αμφότεροι οι διοικηταί θα παρενοχλούν την γερμανικήν υποχώρησιν και θα εξουδετερώνουν τας γερμανικάς φρουράς.
β. Καθ’ ον χρόνον θα απελευθερούται το έδαφος, αμφότεροι οι διοικηταί θα είναι υπεύθυνοι προσωπικώς εις τον διοικητήν της δυνάμεως 140 διά: Ι) Την τήρησιν του νόμου και της τάξεως εις τα εδάφη όπου δρουν αι δυνάμεις των. ΙΙ) Την αποφυγήν εμφυλίου πολέμου και τον φόνον Ελλήνων παρ’ Ελλήνων. ΙΙΙ) Την πρόληψιν επιβολής οιασδήποτε ποινής, καθώς και αδικαιολογήτων συλλήψεων και προχείρου διαδικασίας. IV) Tην συνδρομήν των εις την αποκατάστασιν της νομίμου πολιτικής εξουσίας και την διανομήν περιθάλψεως.
4) Χάρτης δεικνύων τα όρια των επιχειρήσεων εδόθη εις αμφοτέρους τους διοικητάς».
Συνημμένο ήταν το ακόλουθο ανακοινωθέν που δόθηκε αμέσως στη δημοσιότητα, επίσης υπογεγραμμένο από τους Μέιτλαντ Ουίλσον, Χάρολντ Μακμίλαν, Γ. Παπανδρέου, Ν. Ζέρβα και Στ. Σαράφη.
«Σύσκεψις έλαβε χώραν τελευταίως εις το Σ. Στρατηγείον, υπό την προεδρίαν του Ανωτάτου Συμμαχικού Αρχιστρατήγου, καθ’ ην παρέστησαν ο Στρατηγός Σκόμπυ, Στρατηγός Διοικών τας εν Ελλάδι Δυνάμεις, ο Έλλην Πρωθυπουργός κ. Παπανδρέου, μετ’ άλλων μελών της Ελληνικής Κυβερνήσεως και οι δύο Έλληνες Αρχηγοί των Ανταρτών, Στρατηγοί Σαράφης και Ζέρβας.
Οι δύο Στρατηγοί διοικούντες τας δυνάμεις των Ελλήνων ανταρτών εδήλωσαν ότι αποδέχονται πλήρως  τας διαταγάς της Ελληνικής Κυβερνήσεως και τας του Ανωτάτου Συμμαχικού Αρχιστρατήγου, υπό τας διαταγάς του οποίου η Ελληνική Κυβέρνησις έθεσε όλας τας εν Ελλάδι δρώσας Ελληνικάς Δυνάμεις.
Ελήφθησαν αποφάσεις, συμφωνούντων απάντων, διά τον συντονισμόν του αγώνος διά την ταχυτέραν δυνατήν απελευθέρωσιν της Ελλάδος».
Πράγματι, το κρίσιμο επίτευγμα της συμφωνίας της Καζέρτας είναι ακριβώς ότι νομιμοποιείται ως στρατιωτικός διοικητής ολόκληρης της χώρας, υπό την ονομασία του ως αρχιστρατήγου, ο στρατηγός Σκόμπι και καθίσταται παντοδύναμος, υπό τις διαταγές όμως της ελληνικής κυβέρνησης. Το γεγονός ότι η συμφωνία πραγματοποιήθηκε σε ιταλικό έδαφος, όπου εντελώς προσωρινά βρισκόταν για λίγες μέρες η έδρα της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης πριν επαναπατρισθεί, αποτέλεσε για ένα μέλος της, τον υφυπουργό Εξωτερικών Φίλιππο Δραγούμη, αφορμή για να διατυπώσει μια ιδιότυπη θεωρία περί «ιταλικού δακτύλου».
Σύμφωνα μ’ αυτήν, που την έφερε στη δημοσιότητα (ομολογουμένως με ακραία αρνητική παρουσίαση, οφειλόμενη σε μια προσωπική έχθρα του προς τον Φ. Δραγούμη) πολλές δεκαετίες αργότερα ο Γ. Σεφεριάδης, ο γνωστός μας Σεφέρης, ένα ιταλικό κύκλωμα, υποκινούμενο από τη Μόσχα, χρηματοδότησε και προκάλεσε το κίνημα της Μέσης Ανατολής τον Απρίλιο του 1944, ώστε να αφαιρέσει από την αξιόμαχη Ελληνική Ταξιαρχία τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί πρωταρχικά για την απελευθέρωση της Ελλάδος, πριν οι Γερμανοί αποφασίσουν να την εκκενώσουν. Το ίδιο αυτό κύκλωμα, προσέθετε, ενδεχομένως να βρισκόταν πίσω από την αιφνιδιαστική παραίτηση των Σ. Βενιζέλου, Ρέντη και Μυλωνά ένα μήνα πριν από την υπογραφή της συμφωνίας της Καζέρτας...


Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2017

ΤΑ ΛΙΜΠΡΟ ΝΤ'ΟΡΟ



Κυκλοφόρησαν σε νέα υπερπολυτελή έκδοση (φωτοστατική ανατύπωση) τα περίφημα εραλδικά-γενεαλογικά βιβλία του Ευγενίου Ρίζου Ραγκαβή LIBRO D'ORO για τις ευγενείς τιτλούχους οικογένειες του Φαναρίου, της Κεφαλληνίας, της Κέρκυρας και της Ζακύνθου. Είναι σε γαλλική γλώσσα, όπως η αρχική έκδοσή τους, και διατίθενται αποκλειστικά μέσω της ιστοσελίδας των Historia Books.

Χρυσή Βίβλος της Φαναριωτικής Ευγενείας, αρχική έκδοση 1892 (σελ. 216,  σχήμα 17Χ24, τιμή 28 ευρώ)

Χρυσή Βίβλος της Ιονίου Ευγενείας, τόμος Κεφαλληνία Α΄ [Α-Ι], αρχική έκδοση 1926 (σελ. 360,  σχήμα 17Χ24, τιμή 32 ευρώ)
Χρυσή Βίβλος της Ιονίου Ευγενείας, τόμος Κεφαλληνία Β΄ [L-Z], αρχική έκδοση 1926 (σελ. 360,  σχήμα 17Χ24, τιμή 32 ευρώ)
Χρυσή Βίβλος της Ιονίου Ευγενείας, τόμος Κέρκυρα, αρχική έκδοση 1925 (σελ. 292,  σχήμα 17Χ24, τιμή 32 ευρώ)
Χρυσή Βίβλος της Ιονίου Ευγενείας, τόμος Ζάκυνθος, αρχική έκδοση 1927 (σελ. 276,  σχήμα 17Χ24, τιμή 32 ευρώ)

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ:
Αρλιώτη, Βούλγαρη, Καλογερά, Καπέλλου, Καποδίστρια, Τσερούλη, Δούσμανη, Γυαλινά, Λάνδου, Μαμωνά, Μάρμορα, Πιέρη, Πολυλά, Προσαλέντη, Καρτάνου, Ρίκκη, Ροδοστάμου, Σαχλίκη, Σορδίνα, Θεοτόκη, Τριβώλη, Βάρθη, Βραχλιώτη, Τζαγκαρόλα

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ:
Άννινου, Ασσάνη, Μπλέσσα, Καραντινού, Χαρβούρη, Καρύδη, Καρούσου, Κατσαΐτη, Κεφαλά, Χέλμη, Τσιμάρα, Κλαδά, Χοϊδά, Κομποθέκρα, Χωραφά, Κουρκουμέλλη, Δελλαδέτσιμα, Δελλαπόρτα, Φωκά, Γιαντιλίνη, Γερακάρη, Γεράκη, Ιγγλέση,
Λευκόκοιλου, Λοβέρδου, Λούζη, Μαρκέτου, Μελισσηνού, Μεταξά, Μομφερράτου, Παλατσόλη, Πανά, Πάγκαλη, Πινιατώρου, Πήλικα, Πιτσαμάνου, Ροσόλυμου, Σολωμού, Σκιαδά, Σδριν, Τυπάλδου, Βαλσαμάκη, Τζαγκαρόλου, Ζερβού, Τζουλάτη

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ:
Καλέντζη, Καπνίση, Καψοκέφαλου, Καρρέρ, Κυβετού, Κοκκίνη, Κομούτου, Κουτούβαλη, Δομενεγίνη, Φλαμπουριάρη, Φραγκόπουλου, Γαέτα, Γαρζώνη, Λογοθέτη, Λούντζη, Μακρή, Μαρτινέγκου, Μάτεση, Μελισσηνού, Μερκάτη, Μεσσαλά, Μινώτου, Νερούλη, Ραφτόπουλου, Ρώμα, Δε Ρώσση, Σιγούρου

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ:
Αργυρόπουλου, Αριστάρχη, Καλλιμάχη, Καντακουζηνού, Καρατζά, Γκίκα, Χαντζερή, Μάνου, Μαυροκορδάτου, Μαυρογένη, Μουρούζη, Νέγρη, Ρίζου Ραγκαβή, Ρίζου Νερουλού, Ρωσέττη, Σχινά, Σούτζου, Στούρτζα, Υψηλάντη


ΟΛΑ ΤΑ ΟΙΚΟΣΗΜΑ στο ιστολόγιο www.librodoro-gr.blogspot.gr

Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017

Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΤΗΣ ΕΣΠΟ

Πατησίων 8, λίγες ώρες μετά την έκρηξη στα γραφεία της ΕΣΠΟ.

Συμπληρώθηκαν 75 χρόνια από την ημέρα που η μέχρι τότε αθόρυβη αντιστασιακή οργάνωση ΠΕΑΝ (που εμπνεόταν πολιτικά από τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο) προχώρησε στην ανατίναξη των γραφείων μιας οργάνωσης γερμανοφίλων, της ΕΣΠΟ. Ήταν Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 1942 και η έδρα αυτής της τελευταίας βρισκόταν στην καρδιά της Αθήνας, σ' ένα κτίριο της οδού Πατησίων, στον αριθμό 8, γωνία με τη Γλάδστωνος.
Για την κατοχική οργάνωση ΕΣΠΟ, βλ. κείμενο του Δ. Κούκουνα [ΚΛΙΚ], όπου περιγράφει πώς οργανώθηκε και ποιοι απάρτιζαν την ηγεσία της. Πιο κάτω δίνουμε έναν κατάλογο των μελών της (σύμφωνα με τα συμμαχικά αρχεία) κατά την τελευταία περίοδο της λειτουργίας της, όταν επί κεφαλής της οργάνωσης ήταν ο περίφημος δικηγόρος και δημοσιογράφος Γεώργιος Τριαντόπουλος, που μεταπολεμικά ήταν πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Οργανώσεων Εθνικής Ορθοδόξου Αντιστάσεως:

"Τριαντόπουλος Γεώργιος του Σπύρου, γεν. 1899 Πύργο Ηλείας, απόφοιτος νομικών και πολιτικών επιστημών (αρχηγός και διευθυντής προπαγάνδας), Αγ. Μελετίου 46, Αθήνα.
Γαβαλάς Νικόλαος του Μαρίνου, γεν. 1891 Ανάφη Κυκλάδων (διευθυντής 1ου Γραφείου Διοικητικού-Οργανωτικού), Πριάμου 115, Καλλιθέα.
Μονόπολις Γεράσιμος του Μάρκου, γεν. 1885 Μιλητούπολη Ουκρανίας, δημ. υπάλληλος υπουργείου Συγκοινωνίας, (διευθυντής 2 Γραφείου Πληροφοριών), Γερανίου 4, Αθήνα.
Ανδρικόπουλος Ευριπίδης του Ανδρέα, γεν. 1892 Πάτρα, καθηγητής (διευθυντής 13ου Πρωτοκόλλου Διεκπεραιώσεως), Αμαζόνων 164, Καλλιθέα.
Πίκουλας Βασίλειος του Πελοπίδα, γεν. 1917 (διευθυντής βοηθός του 5ου Γραφείου Προπαγάνδας), Κουμουνδούρου 12, Αθήνα.
Παπαευθυμίου Βασίλειος του Ευθυμίου, γεν. 1892 Γρεβενά, δημοσιογράφος (διευθυντής 11ου Γραφείου Τύπου), Περγάμου 3, Νέα Ιωνία.
Μπαφάλης Δημήτριος του Θεοδώρου, γεν. 1890 Τύρναβο, δικηγόρος και τμηματάρχης Αγροτικής Τράπεζας (διευθυντής 6ου Γραφείου Επιθεωρήσεως), Ανακρέοντος 59β, Καλλιθέα.
Τσάλκας Δημήτριος του Παναγιώτη, γεν. 1902 Άμφεια Μεσσηνίας, ιατρός (διευθυντής 3ου Γραφείου Οικονομικών), ιατρός, Αβέρωφ 5β, Αθήνα.
Μαυρογιάννης Ευάγγελος του Γεωργίου, γεν. 1900, πολιτικός συνταξιούχος, Χρυσοστόμου Σμύρνης 178, Βύρωνας.
Δήμου Δ., διευθυντής Γραφείου Εργασίας.
Καλογεράς Α., διευθυντής Γραφείου Προνοίας.
Ράμμος Γεώργιος του Αθανασίου, γεν. 1912, ιδιωτ. υπάλληλος, Κλεομένους 38, Αθήνα.
Γλάρης Παναγιώτης του Γεωργίου, γεν. 1902, Υποθετιδών (;) 33, Κάτω Πετράλωνα.
Χρονόπουλος Γεώργιος του Γρηγορίου, γεν. 1902, εργάτης, Αρτοτίνης 40, Παγκράτι.
Φατούρος Νικόδημος του Νικολάου, γεν. 1900 Καλαμάτα, αρχιμανδρίτης, Ιπποκράτους 35α, Αθήνα.
Χαλκιαδάκης Ηρακλής του Αναστασίου, γεν. 1859 Κίσαμο Κρήτης, συνταξιούχος, Διοσκούρων 3, Αθήνα.
Πουλημένος Αθανάσιος του Αποστόλου, εξ Αριοχωρίου Μεσσηνίας, Ψαρών 66, Αθήνα.
Ρούτιας Παντελής του Νικολάου, γεν. 1909 Αριοχώριο Μεσσηνίας, μηχανικός ΣΠΑΠ, Ψαρών 66, Αθήνα.
Πραΐτης Ηλίας του Βασιλείου, γεν. 1912 Πειραιά, εργάτης, Ραιδεστού 200, Πειραιάς.
Στόλης Θωμάς του Σταύρου, γεν. 1889 Ήπειρο, αρτοποιός, Νυμφαίας 14, Αθήνα.
Παναγόπουλος Νικόλαος Χρήστου, γεν. 1914 Ναλή Μικράς Ασίας, ζαχαροπλάστης, Αρματολών 4, Αθήνα.
Βλαχόπουλος Δημήτριος του Γεράσιμου, γεν. 1906 Παξούς, αθλητής, Ιπποκράτους 58, Αθήνα.
Μαριρής Γεώργιος του Δήμου, γεν. 1897 Σάμο, έμπορος, Ανδρομάχης 12, Καλλιθέα.
Μηλιώνης Ευάγγελος του Αναστασίου, γεν. 1905 Αετόπετρα Ιωαννίνων, υποδηματοποιός, Μαυρομιχάλη 135, Αθήνα.
Μπονίτσης Αχιλλεύς του Αθανασίου, γεν. 1901 Ήπειρο, αρτεργάτης, Α. Παράσχου 143, Αθήνα.
Κατσιβαρδέας Σπυρίδων του Ιωάννη, γεν. 1912, σερβιτόρος, Κουμαριανού 6, Αθήνα.
Δραγώνας Θεόδωρος του Ιωάννη, γεν. 1900, παραγγελιοδόχος, Α. Μεταξά 22, Αθήνα.
Βασιλείου Νικόλαος του Κωνσταντίνου, γεν. 1904 Μαρκόπουλο, μηχανικός εφαρμοστής, Λευκωσίας 25, Πειραιάς.
Ζέρβας Μιλτιάδης του Βασιλείου, γεν. 1889 Κάτω Ραβένια Ιωαννίνων, παραγγελιοδόχος, Καλλιδρομίου 31, Αθήνα.
Βαλλίδης Εμμανουήλ του Μαυρουδή, γεν. 1910 Πύργο Σάμου, εργάτης, οδός Ελευθερίας, Αθήνα.
Σκαλτσάρης Αθανάσιος του Χρήστου, γεν. 1917, τυπογράφος, Αρματολών 4, Αθήνα.
Φράγκου Νικόλαος του Αντωνίου, γεν. 1901 Μυτιλήνη, δημ. υπάλληλος, Φιλοπάππου 16, Αθήνα.
Κουρκουλάκος Νικόλαος του Δημητρίου, γεν. 1919 Αρεόπολη, ιδιωτ. υπάλληλος, Αρακύνθου 13, Κουκάκι.
Βελόπουλος Σταύρος του Ερμολάου, γεν. 1888 Αταλάντη, δημ. υπάλληλος, Πατησίων 23, Αθήνα.
Τσόμπης Ηλίας του Παναγιώτη, γεν. 1909 Λεήμονα Λακωνίας.
Λαπαθιώτης Θεοχάρης του Ξενοφώντος, γεν. 1898, αξιωματικός, οδός 4ης Αυγούστου 17, Αθήνα.
Γραμμένος Ναούμ του Αθανασίου, γεν. 1892 Σέρρες, αντιπρ. γερμανικών εργοστασίων, Λεωχάρους 21, Αθήνα.
Ζαχαρής Ζαχαρίας του Ιωάννη, γεν. 1892 Αράχωβα, έμπορος, Αράχωβα Λεβαδείας.
Σαλουφάκος Σταύρος του Γεωργίου, γεν. 1913, ιδιωτ. υπάλληλος, Διστόμου 62, Κολωνός.
Γκουργιώτης Ιωάννης του Βασιλείου, γεν. 1898, κτηματίας, Πακίδα Ναυπλίου.
Βλασόπουλος Σπυρίδων του Κωνσταντίνου, γεν. 1888 Άγιο Πέτρο Λευκάδος, βοηθός φαρμακοποιού, Υμηττού 35, Πειραιάς.
Σπερελάκης Εμμανουήλ του Ιωάννη, γεν. 1920 Κρήτη, ιδιωτ. υπάλληλος, Πολυγνώτου 38, Αθήνα.
Φούτρος Ζαχαρίας του Νικολάου, γεν. 1908 Μεσσήνη, ταμίας ΗΕΜ, Μήτριτρας 79, Καλλιθέα.
Μουσμπάς Παναγιώτης του Γεωργίου, γεν. 1892 Πάτρα, λιθογράφος, Εσπερίδων 7, Καλλιθέα.
Φραγκογιάννης Θεόδωρος του Αθανασίου, γεν. 1888 Μπαλαρή Λακωνίας, ζωέμπορος-δερματέμπορος, Νεωσοίκων 14, Πειραιάς.
Ματθαίου Κωνσταντίνος του Ιωάννη, γεν. 1907 Χίο, δημ. υπάλληλος υπουργείου Προνοίας, Θεσσαλονίκης 57, Αθήνα.
Συνανιώτης Βασίλειος του Γεωργίου, γεν. 1921 Κηφισιά, ηλεκτρολόγος, Αμοργού 28, Αθήνα.
Βέρδης Δημήτριος του Διονυσίου, γεν. 1891 Αιτωλικό, συνταξ. τροχιοδρομικός, Ορφανίδου 77, Πατήσια.
Μπούμπης Πέτρος του Ιωάννη, γεν. 1889 Ερμούπολη, βιομήχανος, Βούλγαρη 35, Πειραιάς.
Γιαντζόγλου Λάζαρος, γεν. 1901 Μικρά Ασία, ηλεκτρολόγος, Θησέως 99, Καλλιθέα.
Κροκόδειλος Αριστομένης του Κωνσταντίνου, γεν. 1913, Αμαζόνων 99, Καλλιθέα.
Ηλιάδης Ηλίας του Αλέξανδρου, γεν. 1886 Καισάρεια, δημοσιογράφος, Βερανζέρου 42, Αθήνα.
Καλυβίτης Παναγιώτης του Βασιλείου, γεν. 1903 Καλαμάτα, δημοσιογράφος, Χαλκοκονδύλη 33, Αθήνα.
Κατσαούνης Αθανάσιος του Βασιλείου, γεν. 1888 Καλαμάτα, ζυθοπώλης, Σκουλούδη 1, Πειραιάς.
Κοντογιάννης Ανδρέας του Γεωργίου, γεν. 1910 Πάτρα, ιδιωτ. υπάλληλος, Θησέως 155, Καλλιθέα.
Θεοχάρης Ιωάννης του Ευσταθίου, γεν. 1896 Αράχωβα, κτηματίας-δικολάβος, Αράχωβα Λεβαδείας.
Βουτσά Σοφία του Νικολάου, γεν. 1917 Σάμο, οικιακά, Ψαρών 66, Αθήνα.
Αντωνίου Ιωάννης του Χρήστου, γεν. 1916 Δέλβινο, υπάλληλος, Θεσσαλονίκης 57, Μοσχάτο.
Ζαχαριάδης Αλκιβιάδης του Κωνσταντίνου, γεν. 1892, ιατρός, Μαντζαγριωτάκη 9, Καλλιθέα.
Βένος Σπυρίδων του Γεωργίου, γεν. 1925, Ρεθύμνου 5, Αθήνα.
Ταμπαρόπουλος Χρήστος, φαρμακοποιός εισηγητής ΙΚΑ, Αθήνα.
Τσαχ Ερρίκος, γεν. 1925, Αριστείδου 39, Αθήνα.
Γεωργίου Χρήστος του Γεωργίου, Κωνσταντίνου ΙΒ΄ 60, Τρίπολη.
Πολυζάκης Μιχαήλ του Τιβερίου, υποδηματοποιός, Αθήνα.
Καλογερόπουλος Γεώργιος του Λουκά, γεν. 1923 Πάτρα, μαθητής, Ισιδώρου 28, Αθήνα.
Βελόπουλος Ερμόλαος του Σταύρου, γεν. 1921, μαθητής, Πατησίων 23, Αθήνα.
Στεφανάτος Παναγιώτης του Γεράσιμου, γεν. 1925 Κεφαλληνία, μαθητής, Αθήνα.
Παπανικολάου Ηλίας του Δημητρίου, γεν. 1927, μαθητής, Βάσσου 10, Πειραιάς.
Λαμπρόπουλος Αργύριος του Νικολάου, γεν. 1924, Χειμάρας 14, Αθήνα.
Βασιλάτος Γεώργιος του Κωνσταντίνου, γεν. 1926, μαθητής, Τσαμαδού 16, Αθήνα.
Κλεόβουλος Νικήτας του Στυλιανού, γεν. 1919, σπουδαστής, Ακάμαντος 11, Αθήνα.
Πομόνης Γεώργιος του Παύλου, γεν. 1925, σπουδαστής, Αγ. Παύλου 1, Αθήνα.
Μπεκνέρ Βικέντιος του Ιωσήφ, γεν. 1925, σπουδαστής, Νεοπτολέμου 29, Αθήνα.
Κύπριος Ιωάννης του Σωτηρίου, γεν. 1923, φοιτητής Νομικής, Αγ. Μελετίου 3, Αθήνα.
Κουτσουμπής Ανδρέας του Νικολάου, γεν. 1925, σπουδαστής, Φιλιππουπόλεως 25, Αθήνα.
Μπούμης Ιωάννης του Πέτρου, γεν. 1927, σπουδαστής, Βούλγαρη 35, Πειραιάς.
Βεργής Γεράσιμος του Νικολάου, γεν. 1923, φοιτητής Χημείας, Ανακρέοντος 59β, Καλλιθέα.
Μπαφάλης Θεόδωρος του Δημητρίου, γεν. 1923, φοιτητής, Παιονίου 36, Αθήνα.
Χατζηβασιλείου Μιχαήλ, σπουδαστής Υπομηχανικών Πολυτεχνείου.
Κοσμόπουλος Κωνσταντίνος του Ιάσονος, γεν. 1920 Αθήνα, σπουδαστής".

Όπως είναι ευνόητο, αυτά δεν ήταν μόνο τα μέλη της οργάνωσης, απλώς ο κατάλογος αυτός συντάχθηκε από τις συμμαχικές υπηρεσίες στην Αθήνα σύμφωνα με όσα στοιχεία μπόρεσαν να εξασφαλίσουν στη δεδομένη στιγμή (αρχές του 1944). Σύμφωνα με ένα άλλο παρόμοιο ντοκουμέντο, αμέσως μετά την ιταλική συνθηκολόγηση, τον Σεπτέμβριο 1943 είχαν γίνει κάποιες ανακατατάξεις α' αυτόν τον πολιτικό χώρο:

«Έκτακτο δελτίο πληροφοριών 10ης Σεπτεμβρίου 1943:
Εις Αθήνας υπάρχουν δύο φιλοαξονικαί οργανώσεις , η ΟΕΔΕ (ιταλόφιλος) και η ΕΣΠΟ (γερμανόφιλος), εδρεύουσαι εις την γωνίαν Ακαδημίας και Εμ. Μπενάκη.
Από της χθες 9/9/43 και από πρωΐας τα παλαιά στελέχη τούτων, ήτοι 1) Συνοίκης, 2) Παπαταξιάρχης, 3) Γαβαλάς κλπ. παρητήθησαν και αντ’ αυτών ανέλαβον δύο παλαιά και αδιάλλακτα στελέχη, οι 1) Ξηροτύρης, 2) Παντέλογλου. Ούτοι εξουσιοδοτήθησαν υπό των Γερμανών να διευθύνουν εξ ολοκλήρου τας εν λόγω οργανώσεις και προς τούτο εφωδιάσθησαν δι’ αφθόνου χρήματος και μαχητικού υλικού (πιστόλια, πολυβόλα, χειροβομβίδες, καψύλια δυναμίτιδος κλπ.). Τμήμα του μαχητικού τούτου υλικού φυλάσσεται εντός των γραφείων των, άλλο εις την Βουκουρεστίου αριθ. 18 ήτοι εις την οικίαν εις ην συχνάζει ο γνωστός γερμανόφιλος Ματούσης.
Μετά των ανωτέρω παρέμειναν εντός των οργανώσεων τούτων και οι Αξιωματικοί Μανιατάκης, Καπότας Αντισυνταγματάρχης και Δραγώνας Λοχαγός.
Οι Γερμανοί τούς διέταξαν να αναλάβουν την διοίκησιν των εθελοντών Ελλήνων οίτινες είχον καταταγή εις τον Γερμανικόν Στρατόν και ανέρχονται οι εν Αθήναις εις 200 περίπου, ους να οργανώσουν και μετ’ άλλων τους οποίους θα κατατάξουν επί χρήμασι να προετοιμασθούν διά την εκτέλεσιν τρομοκρατικών πράξεων και καταστροφών εν περιπτώσει αποχωρήσεων των γερμανικών δυνάμεων τας οποίας θα παρακολουθήσουν.
Έστω υπ’ όψει ότι άπαντες οι ανωτέρω θεωρούν τους εαυτούς των προγεγραμμένους υπό των ενταύθα ελληνικών οργανώσεων, συνεπώς είναι διατεθειμένοι το παν να πράξουν, αρκεί οι Γερμανοί να τους συμπαραλάβουν κατά την αναχώρησίν των.
Οι Γερμανοί ενταύθα ωργάνωσαν δίκτυα κατασκοπείας αποτελεσθέντα εξ ατόμων άτινα δεν υπάγονται εις στράτευσιν και τα οποία θα εργασθούν ενταύθα εις βάρος μας και μετά την αναχώρησίν των. Εν μέρει γνωρίζομεν τα σημεία συνδέσμου των και 2 ή 3 πρόσωπα εξ αυτών».

Ανάμεσα στα μέλη της ΕΣΠΟ, κυρίως στους νεώτερους, υπήρξαν κάποιοι που σταδιοδρόμησαν μεταπολεμικά και έγιναν γνωστοί από την επαγγελματική ή κοινωνική τους δραστηριότητα. Άλλωστε σ' ένα έγγραφο της εποχής εκείνης (καλοκαίρι 1944), δίνεται προσανατολισμός προς στελέχη φοιτητικών παρατάξεων των αντιστασιακών οργανώσεων να επιχειρήσουν να αποσπάσουν και να μεταστρέψουν τα μέλη της ΕΣΠΟ. Το έγγραφο είναι πολύ χαρακτηριστικό:

«Όλοι οι φοιτητές-σπουδαστές πρέπει να καλέσουν τους συμφοιτητές τους μέλη της ΕΣΠΟ να συμμορφωθούν, να νοιώσουν το λάθος τους και να δουλεύουν μαζί τους και αν αυτοί δεν αλλάξουν μυαλό κι ύστερα από τη διαφώτισή τους πρέπει να τους τσακίσουν».


Το θρυλικό μπεστ-σέλερ του συγγραφέα Κλεόβουλου Νικήτα.

Αναμνηστική φωτογραφία από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1972: Ανάμεσα στους βραβευθέντες η Άννα Βαγενά (βουλευτής σήμερα του ΣΥΡΙΖΑ) και οι σκηνοθέτες Ερμόλαος Βελόπουλος και Θόδωρος Αγγελόπουλος.

ΠΩΣ ΕΓΙΝΕ Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ

ΤΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΤΗΣ ΕΣΠΟ



ΕΝΑ ΑΓΝΩΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΥ


«Έμενε το μεγάλο χτύπημα… Αυτό ήταν η ανατίναξη της ΕΣΠΟ. Η ΕΣΠΟ, όπως θα θυμάστε, ήταν μία οργάνωση εξαιρετικά ισχυρή. Τα μέλη της ήταν εφοδιασμένα με γερμανικές ταυτότητες που τους επέτρεπαν να κινούνται άνετα παντού. Η ΕΣΠΟ είχε αρχίσει να γίνεται πραγματικά επικίνδυνη γιατί συνέλεγε διάφορες πληροφορίες που τις μετέδιδε στους Γερμανούς.
Τα γραφεία της ΕΣΠΟ ήταν στη γωνία Πατησίων και Γλάδστωνος με είσοδο από την Πατησίων. Σήμερα η γωνιά αυτή έχει ξανακτισθεί εντελώς. Η είσοδος στα γραφεία ήταν εντελώς ελεύθερη. Οι ηγέτες της ΕΣΠΟ ήθελαν να βλέπουν πολύ κόσμο να μπαινοβγαίνει στα γραφεία τους. Αυτό τους έδινε μία αίσθηση ασφαλείας. Νόμιζαν ότι περιβάλλονται από οπαδούς. Με τον Σπύρο τον Γαλάτη, που είναι σήμερα ανώτερος υπάλληλος της TWA στο Ελληνικό, αρχίσαμε να κάνουμε τακτικές αναγνωρίσεις. Πρώτα-πρώτα ξεκαθαρίσαμε στο μυαλό μας τη διαρρύθμιση του κτιρίου. Η ΕΣΠΟ κατείχε το δεύτερο όροφο. Είχε επιπλώσει μία μεγάλη αίθουσα συνεδριάσεων όπου γίνονταν διαλέξεις.
Ο πρώτος όροφος είχε διάφορα καταστήματα. Στον τρίτο και τέταρτο όροφο ήταν εγκατεστημένος ένας γερμανικός λόχος. Μερικά δωμάτια χρησίμευαν για αποθήκες βενζίνης και πυρομαχικών. Ανάμεσα στον πρώτο και τον δεύτερο όροφο ήταν ένας ημιόροφος που στέγαζε διάφορα ελληνικά γραφεία – με είσοδο από την οδό Γλάδστωνος. Αυτός ο ημιόροφος ήταν το κλειδί της επιτυχίας μας. Από εκεί θα μπαίναμε και κολλώντας τον δυναμίτη στο ταβάνι του θα τινάζαμε το κτίριο στον αέρα.
Αλλά πότε θα γινόταν η απόπειρα; Ύστερα από μερικές αναγνωρίσεις καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι έπρεπε να γίνει Κυριακή. Αυτή τη μέρα τα καταστήματα και τα γραφεία θα ήταν κλειστά. Έτσι δεν θα σκοτώναμε Έλληνες. Από την άλλη μεριά η ΕΣΠΟ την Κυριακή είχε μεγάλη κίνηση. Υπολογίσαμε ότι κάθε Κυριακή πρωί πολλά άτομα μαζεύονταν για να παρακολουθήσουν τις διαλέξεις του γιατρού Σπύρου Στεροδήμα που ήταν πρόεδρος της ΕΣΠΟ καθώς και άλλων ηγετικών στελεχών της οργανώσεως.
Αποφασίσαμε να χτυπήσουμε την ΕΣΠΟ την Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 1942. Η Ιουλία Μπίμπα, μέλος της οργανώσεως, που αργότερα πλήρωσε με τη ζωή της τη συμμετοχή της στην ανατίναξη, έφερε τη βόμβα στην πλατεία Κάνιγγος μέσα σε μία τσάντα γεμάτη χόρτα. Ήταν εννιάμιση το πρωί. Πήραμε τη βόμβα με τον Σπύρο Γαλάτη – ζύγιζε περί τα 11 κιλά – και μπήκαμε στο κτίριο από την οδό Γλάδστωνος. Εκεί όμως μας κόπηκε η φόρα. Ένα από τα γραφεία του ημιορόφου ήταν ανοιχτό και δύο δικηγόροι είχαν πιάσει κουβέντα περί ανέμων και υδάτων χωρίς διάθεση να σταματήσουν.
Αυτό μπέρδευε πολύ τα πράγματα. Ο φόνος αθώων Ελλήνων δεν ήταν μέσα στο πρόγραμμα. Κατεβαίνω κάτω και βρίσκω στη Γλάδστωνος τον Περρίκο που έκανε βόλτες περιμένοντας τη συνέχεια. Του εξηγώ τι συμβαίνει. «Ας περιμένουμε λίγο», μου είπε. Ξαναγυρίζω στον ημιόροφο. Οι δικηγόροι συνέχιζαν ανύποπτοι την κουβεντούλα τους. Η ώρα πήγε ενδεκάμιση. Ξαναβρίσκω τον Περρίκο που δεν ήξερε κι αυτός τι να κάνει. «Ας κάνουμε λίγη υπομονή ακόμη», μου λέει. Κάνουμε λοιπόν υπομονή – όσο υπομονή μπορεί να κάνεις την ώρα αυτή. Στις δώδεκα τα πράγματα δεν είχαν αλλάξει. Οι δικηγόροι το χαβά τους. Άλλος δισταγμός δεν χωρούσε. Έπρεπε ή να ανάψουμε το φυτίλι αμέσως ή να αναβάλουμε την ανατίναξη. Αυτό όμως το τελευταίο ήταν που δεν το ήθελε κανείς μας.
«Αν καθυστερήσουμε άλλο θα διαλυθεί η συγκέντρωση της ΕΣΠΟ», λέω στον Περρίκο. Εκείνος σκέφτηκε λίγο και μετά κούνησε το κεφάλι του. «Εντάξει», είπε, «τινάξτε το». Έφυγα τρέχοντας. Την ώρα που ανέβαινα τα σκαλιά είδα να κατεβαίνουν οι δικηγόροι. Μου φάνηκε ότι έφυγε ένα πλάκωμα από το στήθος μου. Τοποθετήσαμε τη βόμβα στη γωνιά του ταβανιού του ημιορόφου – ακριβώς κάτω από την αίθουσα συνεδριάσεων της ΕΣΠΟ – και βγήκαμε αμέσως. Το φυτίλι θα καιγόταν πέντε λεπτά…»
Έτσι τινάχτηκε στον αέρα το κτίριο της ΕΣΠΟ. Το μόνο που έμεινε ύστερα από την έκρηξη ήταν οι δύο εξωτερικοί τοίχοι του κτιρίου. Η ξύλινη σκάλα του οικήματος κατέρρευσε και όσα μέλη της ΕΣΠΟ επέζησαν παγιδεύθηκαν επάνω. Την ίδια τύχη είχαν και οι 180 περίπου Γερμανοί στρατιώτες που έμεναν στον τρίτο και τον τέταρτο όροφο. Όταν δοκίμασαν να κατεβούν από τη σκάλα διαπίστωσαν ότι είχε καταρρεύσει. Εν τω μεταξύ οι τοίχοι πιάσει φωτιά και οι φλόγες θα έφταναν σε λίγο στα πυρομαχικά που είχαν αποθηκευμένα. Αλλόφρονες οι Γερμανοί άρχισαν να πηδούν από το τρίτο πάτωμα στο δρόμο. Ένας έπεσε επάνω σε ένα περίπτερο και καρφώθηκε κυριολεκτικά στην κορυφή του. Σε λίγο πήραν φωτιά και τα πυρομαχικά. Οι εκρήξεις συνεχίζονταν ως τις 10 το βράδυ.
Οι έρευνες που επακολούθησαν πιστοποίησαν ότι στο σαμποτάζ εκείνο είχαν σκοτωθεί 80 περίπου άτομα και τραυματισθεί άνω των 200. Από τους νεκρούς οι οκτώ ήσαν Γερμανοί αξιωματικοί και 49 στρατιώτες. Οι υπόλοιποι ήσαν μέλη της ΕΣΠΟ. Μεταξύ αυτών ήταν και ο αρχηγός της γιατρός Στεροδήμας, που υπέκυψε ύστερα από δύο ημέρες στα εγκαύματά του.
Οι Γερμανοί αντέδρασαν λυσσαλέα. Στις 11 Νοεμβρίου του 1942 50 Γερμανοί στρατιώτες οπλισμένοι με οπλοπολυβόλα περικύκλωσαν ένα απομονωμένο σπίτι στην οδό Θησέως 12 όπου κρύβονταν τα μαχητικά στελέχη της ΠΕΑΝ – ο Περρίκος, ο Μυτιληναίος, η Μπίμπα και άλλοι. Ήταν φανερό ότι οι Γερμανοί είχαν ένα πληροφοριοδότη στους κύκλους της αντιστάσεως. Ο άνθρωπος αυτός βρέθηκε ύστερα από μερικούς μήνες. Τον απομόνωσαν σε ένα δωμάτιο και τον εξετέλεσαν με ένα σφυρί.
Οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στα γραφεία της Γκε-Εφ-Πε στον Πειραιά, όπου άρχισε μία εξαντλητική ανάκριση με συρμάτινους βούρδουλες. Οι Γερμανοί ήθελαν να μάθουν ποιοι άλλοι ήταν ανακατεμένοι στην αντίσταση. Αλλά δεν μπόρεσαν να μάθουν τίποτε. Αποφάσισαν τότε να εκτελέσουν τους καταδίκους. Τότε ακριβώς ο Μυτιληναίος κατάφερε το απίστευτο κατόρθωμα να δραπετεύσει ξεκολλώντας τα κάγκελα του κελιού του. Κρύβεται για λίγους μήνες και ύστερα ετοιμάζεται για να πάρει μέρος σε μια αποστολή για την Αίγυπτο. Αλλά τότε τον συλλαμβάνουν οι Ιταλοί. Η οδύσσεια του ανθρώπου αυτού είναι απερίγραπτη, αλλά εκείνο που προξενεί τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι η αντοχή του. Δεν το βάζει ποτέ κάτω, δεν αφήνει τον εαυτό του να υποκύψει. Μάχεται ώς το τέλος. Και τη στιγμή που το καμιόνι με τους Ιταλούς και τους αιχμαλώτους τους ανηφορίζει τη λεωφόρο Αλεξάνδρας, ο Μυτιληναίος σχίζει το καναβάτσο και γλυστρά αθέατος στην άσφαλτο. Έτσι δραπετεύει για δεύτερη φορά. Ύστερα από λίγο καιρό φορώντας τη στολή του Ιερού Λόχου μάχεται με τις ελληνικές δυνάμεις στη Μέση Ανατολή.
Δεκαοχτώ χρόνια πέρασαν από την ημέρα που τινάχτηκε στον αέρα η ΕΣΠΟ. Οι περισσότεροι από τα παλικάρια που έλαβαν μέρος στην ενέργεια εκείνη πλήρωσαν με τη ζωή τους. Ο αρχηγός της ΠΕΑΝ Σκούρας εκτελέστηκε την επομένη της ημέρας που οι Γερμανοί τον είχαν πληροφορήσει ότι του είχε δοθεί χάρη. Μαζί με τον αρχηγό της οργανώσεως εκτελέσθηκαν για τον ίδιο λόγο οι Ι. Κατεβάτης και Δ. Λόης.
Η Ιουλία Μπίμπα πέθανε ύστερα από τρομερές κακουχίες στο Νταχάου. Ο μόνος που δεν υπέστη βασανιστήρια ήταν ο Περρίκος. Ίσως οι Γερμανοί – αμετανόητοι λάτρεις του στρατιωτικού επαγγέλματος – να σεβάστηκαν τη στολή του. Αλλά τον εκτέλεσαν κι αυτόν στις 4 Φεβρουαρίου 1943.
Πόσο μακριά φαίνονται σήμερα όλα αυτά; Τίποτα δεν θυμίζει στον διαβάτη που περνά από τη γωνία Πατησίων και Γλάδστωνος το δραματικό εκείνο μεσημέρι της Κυριακής του 1942. Και δεν έχουν ίσως άδικο τα παλικάρια που επέζησαν από την απίστευτη εκείνη περιπέτεια να μελαγχολούν βλέποντας με πόση σπουδή η λήθη τύλιξε τον άθλο τους – και τη μνήμη εκείνων που πλήρωσαν με τη ζωή τους…»
("Ελευθερία" 28.10.1960)