Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα δοσίλογοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα δοσίλογοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 4 Μαΐου 2021

Η ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ


ΔΙΚΕΣ ΔΟΣΙΛΟΓΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ

ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ


Ο τάφος του Αγιορείτη μοναχού Δανιήλ Καραμανλή σε νεκροταφείο της Αδελαΐδας. Όταν μετά την αποφυλάκισή του στις αρχές δεκαετίας 1950 δεν μπόρεσε να επιστρέψει στη Μονή Παντοκράτορος, που τον είχε διαγράψει οριστικά πλέον από τα μητρώα της, αποφάσισε να μεταναστεύσει στην Αυστραλία και εγκαταστάθηκε στην Αδελαΐδα, όπου είχε συγγενείς. Σε προάστιό της έχτισε την ελληνορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Νικολάου, στην οποία φυσικά εξακολουθούν να εκκλησιάζονται οι εκεί ενορίτες. Ωστόσο το 1960 ο Δανιήλ Καραμανλής, που είχε εμπλακεί στο εσωεκκλησιαστικό ζήτημα της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, καθαιρέθηκε, αλλά παρέμεινε στην ούτως ή άλλως ιδιωτική εκκλησία του που πλέον θεωρήθηκε αντικανονική. Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του, το 2013, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου επιχορηγήθηκε με πέντε εκατομμύρια δολάρια (!) από την τοπική κυβέρνηση προκειμένου να αποκτήσει σύστημα ηχομόνωσης...
 


                                                                                           Του Δημοσθένη Κούκουνα* 

Μετά την Απελευθέρωση στα δικαστήρια δοσιλόγων παραπέμφθηκαν διάφορες υποθέσεις μοναχών του Αγίου Όρους που είχαν καταγγελθεί ότι συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, Γερμανούς ή Βουλγάρους. Οι κύριες κατηγορίες που τους αφορούσαν ήταν αφενός μεν διάφορες φιλοβουλγαρικές ενέργειες, αφετέρου δε θέματα καταδόσεωνΕιδικά η τελευταία κατηγορία δεν θα μπορούσε να ευδοκιμήσει αν πάμπολλοι άλλοι μοναχοί δεν είχαν συνδράμει διαφεύγοντες Συμμάχους ή Έλληνες στρατιωτικούς να πάρουν τον δρόμο προς τη Μέση Ανατολή. Απόλες αυτές τις περιπτώσεις δικαστικής δίωξης, δύο ήταν οι κύριες ομαδικές δίκες.

Στην πρώτη από τις σημαντικότερες δίκες αγιορειτών μοναχών που έγιναν μεταπολεμικά, εκδικάσθηκε η υπόθεση μιας ομάδας μοναχών που αφορούσε καταδόσεις Άγγλων και Ελλήνων πολιτών κατά την Κατοχή, καθώς και άλλων μοναχών που διατηρούσαν κρυμμένα όπλα.

Η δίκη έγινε ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου Δοσιλόγων Θεσσαλονίκης στις 27 Σεπτεμβρίου 1945 και κατηγορούμενοι ήταν οι μοναχοί Καισάριος (κατά κόσμον Χρήστος Γιάνεφ) της Μονής Ζωγράφου, Βασίλειος (κατά κόσμον Σπυρίδων Καλονιάτης) και Δανιήλ Καραμανλής της Μονής Παντοκράτορος και Ευθύμιος Σιμωνοπετρίτης (κατά κόσμον Ασπρόπουλος), ενώ μαζί τους δικαζόταν και ο ιδιώτης Παύλος Ντίνας.

Τους κατηγορούσαν ότι συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς, καταδίδοντας Συμμάχους αιχμαλώτους που είχαν δραπετεύσει από γερμανικά στρατόπεδα και κρύβονταν στο Άγιον Όρος, καθώς και Έλληνες πατριώτες που επεδίωκαν να διαφύγουν στη Μέση Ανατολή.

Κύριοι μάρτυρες κατηγορίας ήταν ο μοίραρχος Αναστάσιος Πάλμος, διοικητής χωροφυλακής του Αγίου Όρους, ο ανθυπασπιστής χωροφυλακής Φίλιππος Ζάκκας και ο αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος της Μονής Παντοκράτορος. Καθοριστικής σημασίας ήταν η κατάθεση του πρώτου εξ αυτών, ο οποίος είπε για τους μοναχούς Βασίλειο και Δανιήλ ότι υπήρξαν όργανα των γερμανικών υπηρεσιών ασφαλείας καταδίδοντας μοναχούς που είχαν κρυμμένα όπλα. Επίσης κατέθεσε ότι οι κατηγορούμενοι αυτοί, όπως και ο μοναχός Γερόντιος, είχαν στείλει ένα τηλεγράφημα στη Γκεστάπο καλώντας την να ενεργήσει έρευνες στο Άγιον Όρος. Τέλος, απέδωσε σε ενέργειες των ιδίων τη σύλληψη πέντε Ελλήνων, που είχαν πάρει την απόφαση να διαφύγουν στην Τουρκία με μια βάρκα που είχε ο μοναχός Άνθιμος.

Ειδικά για τον βουλγαρικής καταγωγής μοναχό Καισάριο κατέθεσε ο μοίραρχος Πάλμος ότι εκείνος ήταν που κατέδωσε εγγράφως στους Γερμανούς ότι στη Μονή Βατοπεδίου οι μοναχοί της έκρυβαν όπλα και φυγάδευαν Άγγλους και Έλληνες, καθώς και άλλα περιστατικά εις βάρος του.

Τελικά οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι και στους μεν Καισάριο Γιάνεφ και Δανιήλ Καραμανλή επιβλήθηκαν πρόσκαιρα δεσμά 12 ετών, στον Βασίλειο Καλονιάτη ειρκτή 6 ετών, ενώ στους ερήμην δικαζόμενους Ευθύμιο Ασπρόπουλο και Παύλο Ντίνα ποινή ισοβίων δεσμών. Ο τελευταίος, που είχε διαφύγει στη Γερμανία λίγο πριν από την Απελευθέρωση, είχε και άλλες καταδίκες από τα δικαστήρια δοσιλόγων για άλλες υποθέσεις. Ο Δανιήλ Καραμανλής, αφού παρέμεινε για πέντε χρόνια στις νέες φυλακές Θεσσαλονίκης, αποφυλακίστηκε και μετανάστευσε στην Αυστραλία, όπου ίδρυσε στην Αδελαΐδα ιδιόκτητο ελληνορθόδοξο ναό.


* Απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο του "Οι Γερμανοί στο Άγιον Όρος (1941-44)"





Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2017

Η ΔΙΚΗ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ, ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΡΑΛΛΗ

H ΔΙΚΗ ΤΩΝ ΔΟΣΙΛΟΓΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ
ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ, ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΡΑΛΛΗ κλπ.

Επειδή κάποια στιγμή η Ελληνική Δικαιοσύνη θα πρέπει να ενεργοποιηθεί και να ασχοληθεί με την τιμωρία των υπευθύνων της σύγχρονης οικονομικής καταστροφής και της ποικιλόμορφης εθνικής προδοσίας που συντελέσθηκε κατά τα τελευταία χρόνια, είναι εξαιρετικά χρήσιμο και επίκαιρο να γνωρίζουμε τη μεγάλη δίκη των δοσιλόγων υπουργών του 1945. Κυκλοφόρησε πρόσφατα το βιβλίο "Η ΔΙΚΗ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά" (Εκδόσεις Historia), με επιμέλεια του ιστορικού συγγραφέα Δημοσθένη Κούκουνα, ο οποίος σημειώνει στον πρόλογό του:

Για πρώτη φορά έρχονται στη δημοσιότητα τα επίσημα πρακτικά μιας από τις πιο ιστορικές και κρίσιμες δίκες της νεώτερης Ελλάδος, στη διάρκεια της οποίας εξετάστηκε όχι μόνο η πολιτεία των κατοχικών υπουργών, αλλά και η σύναψη της Συνθηκολόγησης του Απριλίου 1941. Μέσα από την ακροαματική διαδικασία και τις καταθέσεις των (επωνύμων και μη) μαρτύρων αναδεικνύεται η όλη ιστορική αλήθεια όπως ακριβώς καταγράφηκε στις εκατό εκείνες μέρες που διεξήχθη η δίκη στα δικαστήρια της οδού Σανταρόζα (21 Φεβρουαρίου έως 31 Μαΐου 1945), λίγους μόλις μήνες μετά την Απελευθέρωση και τα Δεκεμβριανά. Όταν ακόμη η τραγωδία της Κατοχής ήταν νωπή και κανείς δεν μπορούσε να επικαλεσθεί ότι είχε ξεχάσει… Όλοι οι παράγοντες της δίκης, όλες οι καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, καθώς και οι απολογίες των κατηγορουμένων. Το πλήρες κείμενο της δικαστικής ετυμηγορίας. Λέξη προς λέξη…
Αναμφίβολα η διεξαγωγή της δίκης οφειλόταν σε μια βασική σκοπιμότητα, εξ ου και επισπεύσθηκε. Η απελευθερωμένη Ελλάδα βιαζόταν να αποδείξει στους Συμμάχους ότι τιμωρεί όσους συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, ιδίως όσους ανέλαβαν κυβερνητικά καθήκοντα και δη κατ’ εντολήν του, αντλώντας δηλαδή την ισχύ τους απ’ αυτόν. Επρόκειτο σαφώς για ένα τυπικό αδίκημα, αφού ο νομοθέτης καθιστούσε εκ προοιμίου ενόχους όσους ανέλαβαν υπουργικό αξίωμα, ανεξάρτητα από το αν ουσιαστικά βοήθησαν ή έβλαψαν. Ταυτόχρονα υπήρχαν ζητήματα ως προς την αναδρομικότητα του αδικήματος και της ποινής ή τους φυσικούς δικαστές. Αλλά σ’ αυτές τις περιπτώσεις όλα έχουν θεωρητική υπόσταση και μόνο.
Οπωσδήποτε όμως οι ποινές που επιβλήθηκαν θα ήταν ομολογουμένως βαρύτερες αν δεν είχαν μεσολαβήσει τα Δεκεμβριανά. Έχει λεχθεί επανειλημμένα αυτό και είναι όντως έτσι, όχι τόσο για τους κατοχικούς υπουργούς, όσο για τους υπόλοιπους που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή. Ο δοσιλογισμός όντως δεν διώχθηκε στο μέτρο που επιζητούσε τότε η κοινή γνώμη, αλλά η αιτία δεν ήταν απλώς η άμβλυνση των αισθημάτων της. Είναι παραπλανητική και μονόπλευρη μια τέτοια απλούστευση. Ότι δηλαδή το μεταπελευθερωτικό κράτος επιδίωξε να αθωώσει τους δοσιλόγους είτε «επειδή το ζήτησαν οι Άγγλοι» είτε για άλλους συνωμοσιολογικούς λόγους.
Από πολλά χρόνια θα έπρεπε να έχουν δοθεί στη δημοσιότητα αυτά τα επίσημα πρακτικά της συγκεκριμένης δίκης των κατοχικών υπουργών, όσο – κατά την προσωπική γνώμη μου – θα είχαν επίσης μεγάλο ενδιαφέρον και τα στενογραφημένα πρακτικά. Αυτά τα τελευταία είναι παντελώς άγνωστο αν και πού υπάρχουν. Θα είχαν όμως μια πρόσθετη αξία, διότι η ακροαματική διαδικασία – όπως την παρακολουθούμε μέσα από τα πρακτικά – θα έπαυε να έχει ξύλινη μορφή και ο αναγνώστης θα μπορούσε να διαβάσει μέσα από τις λεπτομέρειες και να έχει μια πιστότερη εικόνα της ατμόσφαιρας της δίκης και κυρίως του περιεχομένου της.
Αλλά τα κατά λέξη στενογραφημένα πρακτικά ας τα ξεχάσουμε επί του παρόντος, αφού ποτέ δεν έγινε λόγος γι’ αυτά αφότου έληξε η συγκεκριμένη δίκη. Θα ήταν ενδιαφέρον αυτού του είδους η μαρτυρία να αποκατασταθεί μέσα από μια προσεκτική και υπεύθυνη παρουσίαση των όσων γράφτηκαν τότε στις εφημερίδες, ώστε να αποτυπωθεί το κλίμα που υπήρχε και ιδίως μέσα από τους διαλόγους και τις προσλήψεις του ακροατηρίου. Ήδη ένας τέτοιος τόμος ετοιμάζεται και θα κυκλοφορήσει εν καιρώ ως συνέχεια του παρόντος, χωρίς να στηρίζεται στα επίσημα πρακτικά, που ούτως ή άλλως είναι περιληπτικά.
Ο επίμονος ιστορικός ερευνητής ματαίως επί χρόνια αναζητούσε τα επίσημα πρακτικά της δίκης. Για τον απλό λόγο ότι ήταν ολωσδιόλου χαμένα. Όσο και αν ήταν τόσο βαρύνουσα η ιστορική και πολιτική σημασία τους, δεν διαφυλάχθηκαν αποτελεσματικά.
Στην αποκατάσταση αυτής της έλλειψης άλλωστε οφείλεται και η πρωτοβουλία μας να δημοσιευθούν, έστω και μετά από εβδομήντα και πλέον χρόνια. Ένα μεγάλο τμήμα τους βρισκόταν στη διάθεσή μας ήδη από πολλών ετών. Ένας ανώτατος δικαστικός, κατ’ ευθείαν γόνος ενός εκ των μελών του δικαστηρίου που αργότερα έφθασε στο ύπατο αξίωμα της Ελληνικής Δικαιοσύνης ως πρόεδρος του Αρείου Πάγου, είχε την καλοσύνη να μας προσφέρει αντίγραφό τους. Τότε, μέσα από μια ιστορική επιθεώρηση που διευθύναμε, δημοσιεύσαμε το πλήρες κείμενο της ιστορικής απόφασης (σχεδόν πενήντα δακτυλόγραφα).
Τώρα δίνουμε εδώ το σύνολο των επισήμων πρακτικών της δίκης, θεωρώντας το ως αμιγώς ιστορική πηγή. Με υπευθυνότητα και τη μεγίστη δυνατή πληρότητα, αφού αφαιρέθηκαν τα τεχνικά τμήματα της διαδικασίας, που βεβαίως δεν ενδιαφέρουν τον μέσο αναγνώστη και του είναι κουραστικά, δίνεται στη δημοσιότητα.
Στη διάρκεια των εκατό ημερών που κράτησε η δίκη των κατοχικών υπουργών, ανεξάρτητα από το θεωρητικό νομικό μέρος της, που πιθανόν να έχει μια ουσιαστική σημασία για τους ειδικούς, από ιστορικής πλευράς τέθηκαν πολλά κρίσιμα γεγονότα που επηρέασαν τον τόπο μας. Στα εδώλια των κατηγορουμένων κάθισαν όσοι εκ των κατηγορουμένων ήταν παρόντες. Στρατηγοί όπως ο Τσολάκογλου, ο Κατσιμήτρος και ο Μουτούσης που είχαν διακριθεί στον Πόλεμο 1940-41, ή άλλοι παλαιότερα όπως ο στρατηγός Διαλέτης και ο ναύαρχος Γέροντας. Πολιτικοί όπως ο Ιωάννης Ράλλης και ο Αντώνιος Λιβιεράτος, που είχαν αναδειχθεί σε πολιτικά αξιώματα σε προγενέστερες εποχές, στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Και προσωπικότητες με πανελλήνιο και διεθνές κύρος, όπως ο καθηγητής Νικόλαος Λούβαρις.
Κάποιοι άλλοι ήταν απόντες και δικάζονταν ερήμην. Ο καθηγητής γυναικολογίας, που «είχε ξεγεννήσει τη μισή Αθήνα», όπως χαρακτηριστικά λεγόταν τότε, Κων. Λογοθετόπουλος, βρισκόταν στη Γερμανία. Είχε διαφύγει εκεί διαρκούσης της Κατοχής. Μέσα από τα δικά του υποκειμενικά κριτήρια για να …διασωθεί ίσως; Ομοίως στη Γερμανία βρισκόταν εκούσια και ο (κατά σύμπτωση επίσης γυναικολόγος) Σωτήριος Γκοτζαμάνης, που παρά την επιστημονική ειδίκευσή του είχε επί Κατοχής χρέη …οικονομικού δικτάτορα. Υπό διαφορετικές συνθήκες είχε βρεθεί επίσης τότε στην καταρρέουσα χιτλερική Γερμανία και ο παγκαλικός Αναστάσιος Ταβουλάρης, άλλοτε βουλευτής και υπουργός. Ακούσια αυτός και, αφού επέζησε της καταστροφής και του τέλους του πολέμου, δεν πρόλαβε να επιστρέψει στην Ελλάδα, υποκύπτοντας σε μολυσματική ασθένεια. Ο Ταβουλάρης ήταν υπουργός Ασφάλειας της κυβέρνησης Ράλλης όταν αποφασίστηκε η ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Στους ερήμην που δικάστηκαν περιλαμβάνονταν και ο Έκτωρ Τσιρονίκος, ομογενής από την τσαρική Ρωσία, όπου είχε χάσει τη μεγάλη περιουσία του με την Οκτωβριανή Επανάσταση. Ήταν εκείνος που στη Βιέννη, όπου εγκαταστάθηκε λίγες εβδομάδες πριν από την Απελευθέρωση, σχημάτισε τον Ιανουάριο 1945 μια υποτυπώδη αυτοεξόριστη ελληνική κυβέρνηση υπό τη σκέπη των Γερμανών! Μαζί του ήταν και ο Ιωάννης Πασσαδάκης, ο τελευταίος κατοχικός υπουργός Κρήτης, προπολεμικός βουλευτής και νομάρχης του Ελ. Βενιζέλου, που επίσης δικάστηκε ερήμην.
Ανάμεσα στους μάρτυρες που παρέλασαν, κληθέντες κυρίως για να ενισχύσουν το κατηγορητήριο, ήταν πολλοί πολιτικοί που είχαν διατελέσει πρωθυπουργοί, αρχηγοί κομμάτων κλπ., όπως οι Θ. Σοφούλης, Θ. Πάγκαλος, Στ. Γονατάς, Γ. Παπανδρέου, Π. Κανελλόπουλος κ.ά. Κάποιων απ’ αυτούς οι μαρτυρίες κατέληξαν σε υπεράσπιση των κατηγορουμένων. Αξίζει κανείς να τα διαβάσει όλα αυτά για να αποκτήσει προσωπική γνώμη.
Ιδιαίτερης σημασίας ήταν οι συζητήσεις ενώπιον του δικαστηρίου για το θέμα της στρατιωτικής συνθηκολόγησης με τους Γερμανούς. Αποτελούσε άλλωστε ένα τμήμα του κατηγορητηρίου εναντίον του Τσολάκογλου και των άλλων στρατηγών του Μετώπου που εκδηλώθηκαν υπέρ της ανακωχής. Ο στρατηγός Τσολάκογλου ήταν εκείνος που την είχε υπογράψει και βεβαίως δεν απέφυγε να πάρει την ευθύνη. Για το θέμα αυτό κατέθεσαν άλλοι στρατηγοί και στρατιωτικοί και στην προκειμένη περίπτωση το δικαστήριο, ούτως ή άλλως ειδικό και εξαιρετικό, λειτούργησε ως στρατοδικείο ανατέμνοντας τη στρατιωτική ποινική νομοθεσία. Η ποινή που επιβλήθηκε στον Τσολάκογλου για την ανακωχή ήταν θανατική, αν και στην απόφαση που αναγνώσθηκε γίνεται η ευχή να μην εκτελεσθεί. Με την ασφαλή χρονική απόσταση από τότε, σήμερα μπορεί να κρίνει κανείς ότι η ανακωχή αυτή καθεαυτή ήταν επωφελής, αφού ο Ελληνικός Στρατός είχε εξαντλήσει τα όρια και τις δυνατότητές του έναντι των Γερμανών, ενώ ο πιο σημαντικός όρος που είχε θέσει ο Τσολάκογλου είχε γίνει δεκτός: Η απελευθέρωση όλων των αιχμαλώτων πολέμου – γεγονός μοναδικό σε όλη τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και μάλιστα παράλληλα με την εκ μέρους του εχθρού εξύμνηση του ελληνικού ηρωισμού διά χειλέων Χίτλερ ενώπιον του Ράιχσταγκ.
Οι απολογίες των κατηγορουμένων αποδίδονται στο κείμενο των επισήμων πρακτικών με περιληπτικό τρόπο, όπως άλλωστε όλες οι καταθέσεις. Οι κυριότεροι εκ των κατηγορουμένων όμως αργότερα δημοσίευσαν τις εκδοχές του υπό μορφή απομνημονευμάτων, στα οποία προσφεύγοντας  ο αναγνώστης μπορεί να λάβει γνώση της άλλης πλευράς. Τέτοια μακροσκελή κείμενα έγραψαν οι Γεώργιος Τσολάκογλου, Ιωάννης Ράλλης, Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος, Νικόλαος Λούβαρις, Αντώνιος Λιβιεράτος κ.ά. Εκ τεκμηρίου υποκειμενικές και πρωτίστως απολογητικές οι εκδοχές τους, δεν παύουν να περιέχουν πολλά χρήσιμα στοιχεία για τον ιστορικό ερευνητή και τον αναγνώστη, καθώς αναφέρονται σε κατ’ εξοχήν κρίσιμα γεγονότα.


ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ


Σύνθεση του Ειδικού Δικαστηρίου Αθηνών: Πρόεδρος: Χρήστος Καλλέλης, αρεοπαγίτης. Τακτικά μέλη: Αντώνιος Χαμάρτος, πρόεδρος εφετών, Αθανάσιος Παπαναστασίου, Παναγιώτης Πετρέας, Κωνσταντίνος Καυκάς, Θεόδωρος Γιαννόπουλος, εφέτες. Αναπληρωτικά μέλη: Ι. Πίκουλας και Ν. Κάτελας, εφέτες. Επίτροπος: Νικόλαος Παπαδάκης, αντεισαγγελέας εφετών. Γραμματέας: Γεώργιος Οικονομίδης. Λαϊκά μέλη: Αριστομένης Κωνσταντίνου, φαρμακοποιός, Μαρίνος Βαλλιάνος, ιατρός, Ευάγγελος Δανόπουλος, ιατρός, αναπληρωτές οι Νικόλαος Γερολυμάτος, φαρμακοποιός, Θεόδωρος Δασκαρόλης, δικηγόρος.
Συνήγοροι κατηγορουμένων: Για τον Γ. Τσολάκογλου: Δ. Μπαμπάκος, Σ. Μπαμπάκος, Β. Μεϊμαράκης. Για τον Αντ. Λιβιεράτο: Κ. Τσουκαλάς, Π. Κλαπέας, Κ. Καλκάνης. Για τον Πλ. Χατζημιχάλη: Μ. Αργυρόπουλος, Α. Παππάς. Για τον Π. Δεμέστιχα: Κ. Τσουκαλάς, Ι. Σταματάκης, Ν. Καμπάνης. Για τον Σ. Μουτούση: Κ. Θεοφανόπουλος, Μ. Βολονάκης. Για τον Χ. Κατσιμήτρο: Γ. Μπακόπουλος, Μ. Στούπης. Για τον Ν. Μάρκου: Π. Μαγιάκος, Κ. Μάρκου. Για τον Δ. Πολύζο: Α. Αποστολίδης, Γ. Ζυμάρης, Θ. Τουρκοβασίλης. Για τον Α. Ρουσσόπουλο: Π. Σπηλιώτης. Για τον Ι. Παπαδόπουλο: Γ. Τσίληθρας, Γ. Μπακόπουλος, Ν. Λουμάκος. Για τον Ν. Ραγκαβή: Θ. Τραπεζούντιος, Π. Ντουσόπουλος. Για τον Λ. Τσιριγώτη: Μ. Βαρβιτσιώτης. Για τον Εμμ. Λουλακάκη: Κ. Φωτάκης, Γ. Μπάμιας. Για τον Ι. Καραμάνο: Κ. Φωτάκης, Γ. Καραμάνος. Για τον Ι. Ράλλη: Κ. Τσουκαλάς, Γ. Πωπ, Γ. Ράλλης. Για τον Κ. Πουρναρά: Γ. Πωπ, Σ. Τριανταφύλλου, Γ. Μπουρίκος. Για τον Ν. Λούβαρη: Γ. Κακομανώλης, Ε. Μπιτσαξής, Κ. Κάρναβος. Για τον Αγ. Γέροντα: Δ. Βελλίνης, Κ. Παυλόπουλος, Ι. Ράντος. Για τον Ι. Γρηγοράκη: Ε. Κουλουμβάκης, Π. Σπηλιάδης. Για τον Γ. Παμπούκα: Γ. Πωπ. Για τον Β. Καραπάνο: Κ. Τσουκαλάς, Ξ. Οικονομόπουλος, Κ. Οικονόμου. Για τον Ε. Κανακουσάκη: Π. Κλαπέας, Γ. Πάλλας, Δ. Ρουτσάκος. Για τον Δ. Μπακογιάννη: Γ. Μπακόπουλος, Α. Γεννηματάς. Για τον Β. Σιμωνίδη: Β. Κανταρές, Δ. Μπαμπάκος, Ν. Πάικος.
Κατηγορούμενοι: 1) Γεώργιος Κωνσταντίνου Τσολάκογλου, γεν. στη Ρεντίνα Καρδίτσης, κάτ. Αθηνών, 55 ετών, αντιστράτηγος, έγγαμος με την Καίτη Ανδρ. Θεοδώρου, άτεκνος, 2) Αντώνιος Ανδρέα Λιβιεράτος, γεν. στο Ληξούρι Κεφαλληνίας, κάτ. Αθηνών, 49 ετών, δικηγόρος, έγγαμος με τη Λέλα Σωτ. Μιχαλοπούλου, πατέρας δύο θηλέων τέκνων, 3) Πλάτων Θεοδώρου Χατζημιχάλης, γεν. στη Σμύρνη Μικράς Ασίας, κάτ. Αθηνών, 60 ετών, έμπορος, έγγαμος με την Αγγελική Αλ. Κολυβά, πατέρας ενός άρρενος τέκνου, 4) Παναγιώτης Πέτρου Δεμέστιχας, γεν. στο Γύθειο, κάτ. Αθηνών, 60 ετών, αντιστράτηγος, έγγαμος με την Αικατερίνη Γρηγ. Καμπάνη, πατέρας δύο αρρένων και ενός θήλεος τέκνων, 5) Σωτήριος Νικολάου Μουτούσης, γεν. στην Πάτρα, κάτ. Αθηνών, 55 ετών, υποστράτηγος, έγγαμος με τη Μαρία Αγγ. Πυρρή, πατέρας ενός θήλεος τέκνου, 6) Χαράλαμπος Γεωργίου Κατσιμήτρος, γεν. στο Καρπενήσι, κάτ. Αθηνών, 58 ετών, υποστράτηγος, έγγαμος με την Ελένη Ιωάν. Στούπη, πατέρας ενός άρρενος και ενός θήλεος τέκνων, 7) Νικόλαος Μιχαήλ Μάρκου, γεν. στη Λεβάδεια, κάτ. Αθηνών, 51 ετών, υποστράτηγος, έγγαμος με τη Νίτσα Ιωάν. Μπινιάρη, άτεκνος, 8) Δημήτριος Διονυσίου Πολύζος, γεν. στο Καρπενήσι, κάτ. Αθηνών, 51 ετών, συνταγματάρχης, έγγαμος με την Κασσάνδρα Γ. Χατζοπούλου, πατέρας δύο θηλέων και ενός άρρενος τέκνων, 9) Αναστάσιος Ιωάννη Ρουσσόπουλος, γεν. στο Άργος, κάτ. Αθηνών, 54 ετών, υποστράτηγος, έγγαμος με την Αδριανή Γεωργ. Πετροπούλου, πατέρας δύο αρρένων τέκνων, 10) Ιάσων Αποστόλου Παπαδόπουλος, γεν. στην Αθήνα, κάτ. Αθηνών, 49 ετών, πλοίαρχος Πολεμικού Ναυτικού, άγαμος, 11) Νικόλαος Αλεξάνδρου Ραγκαβής, γεν. στην Αθήνα, κάτ. Αθηνών, 55 ετών, αντιστράτηγος, έγγαμος με την Ελισάβετ Όθ. Τσαν, άτεκνος, 12) Λεωνίδας Νικολάου Τσιριγώτης, γεν. στη Σπάρτη, κάτ. Αθηνών, 55 ετών, ιατρός, άγαμος, 13) Εμμανουήλ Ιωάννη Λουλακάκης, γεν. στο Ηράκλειο Κρήτης, κάτ. Αθηνών, 49 ετών, δικηγόρος, έγγαμος με την Καλλιόπη Γ. Βασιλάκη, άτεκνος, 14) Ιωάννης Σταύρου Καραμάνος, γεν. στη Μυτιλήνη, κάτ. Αθηνών, 50 ετών, γεωπόνος, έγγαμος με τη Φωφώ Α. Νεφελούδη, πατέρας ενός άρρενος και ενός θήλεος τέκνων, 15) Ιωάννης Δημητρίου Ράλλης, γεν. στην Αθήνα, κάτ. Αθηνών, 67 ετών, πολιτευτής, έγγαμος με την Ειρήνη Λατσένκο, πατέρας τριών αρρένων και ενός θήλεος τέκνων, 16) Κωνσταντίνος Δημητρίου Πουρναράς, γεν. στη Δημητσάνα, κάτ. Αθηνών, 65 ετών, αρεοπαγίτης, έγγαμος με την Ευαγγελία Διον. Οικονομοπούλου, άτεκνος, 17) Νικόλαος Ιωάννη Λούβαρης, γεν. στην Αθήνα, κάτ. Αθηνών, 50 ετών, καθηγητής πανεπιστημίου, έγγαμος με την Ειρήνη Δημ. Μεσσηνέζη, πατέρας ενός άρρενος τέκνου, 18) Αγησίλαος Παναγιώτη Γέροντας, γεν. στην Αθήνα, κάτ. Αθηνών, 71 ετών, αντιναύαρχος, έγγαμος με την Αγγελική Δημ. Παπαγεωργίου, άτεκνος, 19) Ιωάννης Παναγιώτη Γρηγοράκης, γεν. στο Γύθειο, κάτ. Αθηνών, 54 ετών, υποστράτηγος, έγγαμος με την Πετρούλα Ευαγγ. Καναβαρώτου, πατέρας ενός θήλεος τέκνου, 20) Γεώργιος Βλασίου Παμπούκας, γεν. στο Κιάτο, κάτ. Αθηνών, 50 ετών, δικηγόρος, 21) Βασίλειος Γεωργίου Καραπάνος, γεν. στην Αμφιλοχία, κάτ. Αθηνών, 51 ετών, δικηγόρος, έγγαμος με την Ελένη Ιωάν. Αντωνοπούλου, πατέρας ενός θήλεος τέκνου, 22) Εμμανουήλ Γεωργίου Κανακουσάκης, γεν. στην Παναγία Κρήτης, κάτ. Αθηνών, 45 ετών, φορτοεκφορτωτής, έγγαμος με την Ευγενία Νικ. Κοντοπούλου, πατέρας ενός άρρενος και δύο θηλέων τέκνων, 23) Δημήτριος Κωνσταντίνου Μπακογιάννης, γεν. στην Αθήνα, κάτ. Αθηνών, 57 ετών, αντισυνταγματάρχης, έγγαμος με την Άννα Δημ. Τριβέλλα, πατέρας ενός θήλεος τέκνου, 24) Βασίλειος Κ. Συμεωνίδης, γεν. στις Σέρρες, κάτ. Αθηνών, 49 ετών, υπάλληλος υπουργείου Οικονομικών, έγγαμος με την Καλλιόπη Συμεωνίδου, πατέρας δύο τέκνων.
Απόντες κατηγορούμενοι: Γεώργιος Μπάκος [θανών], Σωτήριος Γκοτζαμάνης, Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος, Αναστάσιος Ταβουλάρης, Έκτωρ Τσιρονίκος, Νικόλαος Καλύβας [θανών], Ιωάννης Πασσαδάκης, Γεώργιος Πειρουνάκης [θανών].
Μάρτυρες κατηγορίας: Άγις Ταμπακόπουλος, Θεμιστοκλής Τσάτσος, Θεμιστοκλής Σοφούλης, Γεώργιος Παπανδρέου, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Αλέξανδρος Διομήδης, Νίκος Ασκούτσης, Κωνσταντίνος Τριανταφυλλόπουλος, Γεώργιος Μπαλής, Παράσχος Μελισσινός, Ιωάννης Στρίμπερ, Σέργιος Γυαλίστρας, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Αντώνιος Δελμούζος, Αθανάσιος Σμπαρούνης, Δημήτριος Μαγκριώτης, Αριστοτέλης Πέππας, Εμμαναουήλ Δαλαμάγκας, Οδυσσεύς Μολυνός, Αχιλλεύς Κύρου, Λάζαρος Πηνιάτογλου, Πάνος Κόκκας, Αθανάσιος Τριανταφύλλου, Στυλιανός Γρηγορίου, Χαράλαμπος Θεοδωρόπουλος, Κωνσταντίνος Καλφαρέντζος, Ανδρέας Παπαδημητρίου, Γεώργιος Βακαλόπουλος, Μιχαήλ Οικονόμου, Αλβέρτος Ρωμανός, Ιωάννης Παρασκευόπουλος.
Μάρτυρες υπεράσπισης (προταθέντες): Κωνσταντίνος Γράψας, Στυλιανός Γονατάς, Λεωνίδας Σπαής, Κωνσταντίνος Ρέντης, Φώτιος Πάλλας, Γεώργιος Φαρμακίδης, Δημήτριος Βασιλόπουλος, Αρχιεπίσκοπος Ιωαννίνων Σπυρίδων, Αλέξανδρος Μερεντίτης, Κωνταντίνος Βλάχος, Δημ. Δημακόπουλος, Νικόλαος Μπαλής, Παναγιώτης Παναγάκος, Δημήτριος Γαργαρόπουλος, Νικόλαος Κοταρίδης, Μιχαήλ Νικολαΐδης, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, Ευάγγελος Τρεπεκλής, Ιωάννης Νάσκος, Κωνσταντίνος Σούρλος, Αθανάσιος Χρυσοχόου, Βασίλειος Γρανίτσας, Ευστ. Λιόσης, Θρασύβουλος Τσακαλώτος, Πελοπίδας Κιτσικόπουλος, Ιωάννης Σταθάκης, Σωτήριος Δημάρατος, Κλεάνθης Μπουλαλάς, Κωνσταντίνος Πλατής, Ιωάννης Αιλιανός, Γεώργιος Λαγάς (Τσολάκογλου), Μητροπολίτης Παροναξίας Χερουβείμ, Ιωάννης Καμινόπετρος, Παναγιώτης Παυλάκης, Νικόλαος Προβιαδάκης, Γεώργιος Λαμπρινάκος, Σταύρος Χαλκιαδάκης, Γεώργιος Τερμεντζής, Γεώργιος Δραβίλλας, Γεώργιος Μερτίκας, Αθανάσιος Ρουσσόπουλος, Πάνος Αναστασόπουλος, Χρήστος Αγαλόπουλος, Τηλέμαχος Κοντός, Κωνσταντίνος Σιφναίος, Λυκούργος Σπεράντζας, Χρήστος Παναγιωτίδης, Κωνσταντίνος Ρόκος, Κίμων Σκορδίλης, Στάθης Μαργετίδης, Αναστάσιος Μορίκης, Δημοσθένης Νικολαΐδης (Λιβιεράτου), Στράτος Πανάς, Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων Βλάχος, Επαμεινώνδας Χαρίλαος, Αναστάσιος Μπακάλμπασης, Αντώνιος Αθηνογένης, Δημήτριος Γυαλίστρας, Γεώργιος Κουρής, Σπύρος Μαυρομμάτης, Νικόλαος Οικονομόπουλος, Μιχαήλ Οικονόμου, Δημήτριος Απέργης (Χατζημιχάλη), Παυσανίας Κατσώτας, Ηρακλής Ζουμπουλάκης, Λεωνίδας Στεργιόπουλος, Κωνσταντίνος Γεωργαντάς, Παναγιώτης Βαρελάς, Νικόλαος Καπαράκος, Νικόλαος Αντωνάκος, Κυριάκος Μουσούρος, Γεώργιος Φιντικάκης, Δημήτριος Κουμουντούρος, Ιωάννης Μπεγέτης, Σωκράτης Σπυριδάκος, Νικόλαος Σπηλιωτόπουλος, Λαζαρίδης, Θεόδωρος Πάγκαλος (Δεμέστιχα), Ιωάννης Εμμανουήλ, Ευστάθιος Λιώσης, Σωτήριος Μανούσος, Σωτήριος Αναγνωστόπουλος, Σπυρίδων Σακελλαρόπουλος, Κωνσταντίνος Σύριος, Αθανάσιος Στυμφαλιάδης, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, Κωνσταντίνος Σαμαράς, Χρήστος Βοσυνιώτης, Αναστάσιος Λεμπέσης, Πέτρος Βακκάς, Παναγιώτης Καλογερόπουλος, Σπυρίδων Ζερβός, Δημήτριος Βασιλείου, Ιωάννης Λυμπρίτης, Μιλτιάδης Αργυρόπουλος, Αλέξανδρος Παπαδόπουλος, Νικόλαος Δροσόπουλος, Δημήτριος Καρακάσης, Γρηγοράκης, Β. Σκαρπέτας, Ν. Θαλασσινός, Γεώργιος Καλλέργης, Δημήτριος Πετρίδης, Γεώργιος Φεσσόπουλος, Ιωάννης Σαμαρτζής, Κ. Οικονομίδης, Κωνσταντίνος Καλφαρέντζος, Γεώργιος Σταματόπουλος, Ιωάννης Φιλίππου (Μουτούση), Κωνσταντίνος Μητρομελέτης, Αντώνιος Χριστοδουλόπουλος, Κωνσταντίνος Λεοντίδης, Δημήτριος Γιατζής, Γεώργιος Ανδρουλακάκης, Γεώργιος Κυριαζής, Παναγιώτης Πετρουτσόπουλος, Κωνσταντίνος Βαΐδης, Αλέξανδρος Τσουκανέλης, Κωνσταντίνος Ντάκος (Κατσιμήτρου), Δημήτριος Λάιος, Ιωάννης Βουργουράκης, Σπυρίδων Βυζάς, Γεώργιος Καγκούρης, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, Άγγελος Έβερτ, Κυριάκος Λαμπρίας, Ιωάννης Γιαννούτσος, Γ. Καπετανάκης, Απόστολος Σκούρας, Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος, Αναστάσιος Παπαθεοδώρου, Αργύριος Παπαργύρης, Αρχιμήδης Αργυρόπουλος, Βασίλειος Μαρούδας (Μάρκου), Γρηγόριος Καρύδης, Δημήτριος Μπούας, Μιχαήλ Τσουκάτος, Αθανάσιος Καπιτσίνης, Νικόλαος Καπετανάκης, Δημήτριος Πουλάκος, Περικλής Κάβδας, Ευστάθιος Λιώσης, Ιωάννης Τσίγγανος (Πολύζου), Θρασύβουλος Τσακαλώτος, Γεράσιμος Λάμαρης, Παναγιώτης Καραδήμας, Παναγιώτης Παυλάκης, Ευάγγελος Καλαντζής, Ιωάννης Βαβούρης, Χρήστος Μπουκάρας (Ρουσόπουλου), Ναπολέων Ζέρβας, Μιλτιάδης Χριστοφής, Θεόδωρος Κουντουριώτης, Νικόλαος Θαλασσινός, Γεώργιος Ντάκος, Θεόδωρος Ρακιντζής, Άγγελος Έβερτ, Κωνσταντίνος Νεόφυτος, Αντώνιος Μπαχάς, Βασίλειος Παγώνης, Ιωάννης Βασιλόπουλος, Ποθητός Ποδότας, Νικόλαος Τσαγκλής, Δημήτριος Κυριακού, Γεώργιος Στυμφαλιάδης, Ι. Λαζαρίδης, Μηνάς Διακάκης, Δ. Γραικός, Κωνσταντίνος Πιπινέλης, Απόστολος Παπαγεωργίου, Νικόλαος Παπαδόπουλος (Παπαδόπουλου), Γεώργιος Θεμελής, Τάκης Μπαρλάς, Καίτη Ζήκα, Αντώνιος Καμάρας, Βασίλειος Σιμωνίδης (Ραγκαβή), Ιω. Λαζαρίδης, Ιωάννης Δελήμπασας, Σπ. Τριαντάφυλλος, Κωνσταντίνος Τσαλδάρης, Στέφανος Στεφανόπουλος, Παπακυριακού, Ιωάννης Κοφτερός (Τσιριγώτη), Μητροπολίτης Κρήτης Βασίλειος, Νικόλαος Τζερμιάς, Πόπη Ι. Κουνδούρου, Αθανάσιος Ρουσόπουλος, Πολυχρόνης Πολυχρονίδης, Ιωάννης Βαρδινογιάννης, Ιωάννης Πυκαίος, Εμμανουήλ Κοθρής, Νότης Κριάρης, Τηλέμαχος Παγκάρας, Ιωάννης Παΐζης, Εμμανουήλ Καμινόπετρος, Ιωάννης Μητσοτάκης, Γεώργιος Ανδρουλικάκης, Ιωάννης Βουργουράκης, Γεώργιος Μεταξάς, Γεώργιος Ζερβέας, Μιχαήλ Νοταράς, Χαράλαμπος Θεοδωρόπουλος, Αχιλλεύς Περδικάρης, Γεώργιος Ηγουμενάκης, Παρασκευάς Ζερβέας, Ηλίας Σκαβέντζος, Νικόλαος Κρασαδάκης, Ιωάννης Λαζαρίδης (Λουλακάκη), Δημήτριος Φιλάρετος, Δ. Αβράσογλου, Νικόλαος Ζαρίφης, Χρ. Βαφέας, Φωκίων Δημητριάδης, Ι. Μαυρομμάτης, Κ. Ζάννος, Αντώνιος Καμάρας, Κοσμάς Πανούτσος, Ε. Χοχόλης, Στ. Ραφτόπουλος, Λ. Κυριακός, Γ. Φιλικόπουλος, Α. Μουστρούφης, Ι. Βυζάς, Ν. Γυαλιάς, Μ. Παπαδόπουλος, Α. Παπαδάκης, Ι. Καλογερόπουλος, Σ. Πετρόπουλος, Τάκης Βασιλικόπουλος, Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων Βλάχος (Καραμάνου), Στυλιανός Γονατάς, Δημήτριος Μάξιμος, Γεώργιος Στράτος, Δημήτριος Γιαννόπουλος, Πέτρος Ι. Μαυρομιχάλης, Πέτρος Εξαρχάκης, Δημήτριος Φιλάρετος, Γεώργιος Τσάκωνας, Χαράλαμπος Ψαρρός, Γεώργιος Κολλίτσας, Ναπολέων Αντωνάδος, Αναστάσιος Μιχαλακόπουλος, Χαράλαμπος Βουζουναράς, Θεόδωρος Κώης, Δημήτριος Παπαδόπουλος, Χαρ. Αντωνάτος, Κωνσταντίνος Μητρομελέτης, Κωνσταντίνος Ροδοκανάκης, Γεώργιος Σίδερης, Κωνσταντίνος Γράψας, Απόστολος Παπαγεωργίου, Νικόλαος Παπαδόπουλος, Ε. Μπάρδης, Ιωάννης Θεοτόκης, Αθανάσιος Φίλων, Β. Ευριπαίος, Βασίλειος Κονταράκος, Λουκάς Σακελλαρόπουλος, Δημήτριος Χατζίσκος, Θεόδωρος Κουντουριώτης, Μικές Μαυρογορδάτος (Ράλλη), Ζαχαρίας Καψοκαβάδης, Δημήτριος Γιαννόπουλος, Μιχαήλ Πεσμαζόγλου, Κ. Ματθαιόπουλος, Καζάκος, Παναγιώτης Πουλίτσας, Νικόλαος Χαλκιόπουλος (Πουρναρά), Μικές Μαυρογορδάτος, Βερ. Παπαδόπουλος, Ιωάννης Κούρρας, Λώρης Μαργαρίτης, Μάριος Μητσάκης, Χριστόπουλος, Παντελής Θεοδώρου, Παναγιώτης Σώχος, Μητροπολίτης Κορινθίας Μιχαήλ, Μιχαήλ Βολονάκης, Νικόλαος Τζερμιάς, Ιωάννης Χατζημίχος, Ιουλία Τερέντσιο, Τάσος Εμμανουήλ, Βασίλειος Πετρόπουλος, Γεώργιος Καράντζας, Σπυρίδων Μαρτζώκος, Δημ. Τζερετζούλιας, Κλέαρχος Μιμίκος, Πέτρος Χάρης, Αθανάσιος Φίλων, Παναγιώτης Ζερβός, Αλκ. Ζαφειρόπουλος, Ανδρέας Στεργιάκης, Κίμων Θεοδωρόπουλος, Πάρις Λιαρούτσος, Σταύρος Παπαδάκης, Μητροπολίτης Γυθείου Δασκαλάκης, Κυριάκος Καραμάνος, Δημήτριος Μπάλφουρ, Μιχαήλ Μαντούδης (Λούβαρη), Σ. Βένης, Κωνσταντίνος Ροδοκανάκης, Γεώργιος Σκαρπέτης, Ιωάννης Φρακάκης, Στέφανος Ελευθερίου, Χρήστος Βοσυνιώτης, Παναγιώτης Καλογερόπουλος, Πέτρος Άννινος, Δημήτριος Σμυρνιώτης, Αθανάσιος Παπαναστασόπουλος, Ανδρέας Γεωργακόπουλος, Κίμων Πανταζής, Γ. Διαφωνίδης, Νικόλαος Σιγανός, Δημήτριος Παπαδημητρίου, Δημήτριος Κουσουρής, Γεώργιος Νίκολης, Κωνσταντίνος Αναγνωστιάδης, Θεόδωρος Φραγκούλης (Γέροντα), Βασίλειος Σκουρλέτης, Κωνσταντίνος Μητσόπουλος, Γεώργιος Τρίμης, Σπυρίδων Μπαμπαβέας (Γρηγοράκη), Κωνσταντίνος Τσάκωνας, Γεώργιος Καφαντάρης, Κωνσταντίνος Ρέντης, Φωκίων Κοπανάρης, Ηλίας Μπουκουβάλας, Μιχαήλ Ντεντιδάκης, Χαράλαμπος Ρήγας, Αλέξανδρος Τσιτώνης, Ιωάννης Σακελλίων, Μάνος Καρζής, Δημοσθένης Σταματόπουλος, Νικόλαος Χρηστέας, Παναγοώτης Νέμπαρης, Κωνσταντίνος Δημητρακάκης, Α. Καραμερτζάνης. Ιωάννης Θεοτόκης, Ηλίας Παπαγιαννόπουλος, Ηλίας Μαυρουλίδης, Γεώργιος Χριστόπουλος (Καραπάνου), Δημήτριος Κατσαλίδης, Βασίλειος Ζερβάκος, Κωνσταντίνος Αμδάρης, Παναγιώτης Παυλάκης, Βασίλειος Ζώτος, Αναστάσιος Τσάκος, Πολύδωρος Ν. Κουρτζίδης, Βασίλειος Λυγουριώτης, Σπύρος Γκίκας, Ευάγγελος Ευαγγέλου, Κωνσταντίνος Διαμαντόπουλος, Νικόλαος Νικολαΐδης, Αριστ. Μπαλάσκας, Γεώργιος Τρίμης, Γεώργιος Κατωπόδης, Στέλιος Δασκαλάκης, Ελευθέριος Σταμπέλος, Γεώργιος Αγαδάκης, Δημήτριος Κούτσιας, Γεώργιος Στρουσάκης, Ιωάννης Καλαϊτζής, Ευρ. Κοκκινάκης, Γεώργιος Καλαμίτσης, Λέανδρος Πολυχρόνης, Βασίλειος Ιωάννου, Χρήστος Σταμπέλος, Ιάκωνος Πολυκράτης, Βασίλειος Ράλλης, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, Σπύρος Αγγελόπουλος, Εμμ. Πασπαλιάρης (Κανακουσάκη), Παρ. Ζερβέας, Παναγιώτης Παναγάκος, Γεώργιος Οικονόμου, Αθανάσιος Σαμπάνης, Αργύρης Παπαργύρης, Μιχαήλ Παπαδάκος, Αντώνιος Τσιρογιάννης, Καλλιόπη Κότσιφα, Ευάγγελος Κιβωτός, Νικόλαος Νέρης, Αναστάσιος Γεωργίου, Αλέξανδρος Κοντεστάνος, Ηλίας Αλεξόπουλος, Γεώργιος Ντάκος, Αναστάσιος Πατέρης (Μπακογιάννη).

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2015

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΔΟΣΙΛΟΓΟΙ


Κυκλοφορεί σύντομα
από τις Εκδόσεις Historia
το νέο βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΔΟΣΙΛΟΓΟΙ

Και τώρα... Το πιο αποκαλυπτικό βιβλίο που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα από την εποχή που έληξε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος! Χρειάστηκε να περάσουν εβδομήντα ολόκληρα χρόνια για να φτάσει στη δημοσιότητα ένα έργο που με τόλμη και χωρίς προκαταλήψεις παρουσιάζει ένα θέμα-ταμπού: ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΔΟΣΙΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ. Με την υπογραφή του έγκυρου ιστορικού συγγραφέα Δημοσθένη Κούκουνα, που η επίμονη έρευνά του άνοιξε νέους δρόμους στην ιστοριογραφία της κρίσιμης δεκαετίας 1940, αποκαλύπτεται τεκμηριωμένα ποιοι ήταν οι επιχειρηματίες, οι επαγγελματίες και οι μαυραγορίτες που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή και θησαύρισαν ασύστολα. Χιλιάδες ονόματα και πάμπολλες περιπτώσεις ιδιάζουσας σημασίας. Πώς δημιουργήθηκαν νέα τζάκια και οικονομικοί κολοσσοί που πρωταγωνίστησαν στη μεταπολεμική ελληνική οικονομία, μερικοί εκ των οποίων συνεχίζουν να κυριαρχούν ακόμα και σήμερα.
Μηχανικοί, εργολάβοι και μεγάλες κατασκευαστικές εταιρίες, εφοπλιστές και ναυπηγοεπισκευαστικές μονάδες στην υπηρεσία του εχθρού, μεταλλευτικός τομέας, η ελληνική κλωστοϋφαντουργία και το γερμανικό χακί, οι μαυραγορίτες του ελαιολάδου, της αγροτικής παραγωγής και των βασικών ειδών διατροφής. Οικονομικοί δοσίλογοι με πρωτότυπη φαντασία και αποδοτικές συναλλαγές με τους κατακτητές. Τα κέρδη από τα λιγνιτωρυχεία της Καλογρέζας που χρηματοδότησαν το Χίλτον Αθηνών! Τζογαδόροι και λεσχιάρχες. Τα τριπλά κέρδη του Μποδοσάκη στη διάρκεια της Κατοχής. Το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, η ξυλεία, τα οικοδομικά υλικά και οι τσιμεντοβιομηχανίες κ.ά.

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

ΤΑ ΤΖΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΟΧΗ


ΟΙ ΔΟΣΙΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΕΝΟΧΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Του Δημοσθένη Κούκουνα

(Άρθρο στο περιοδικό CRASH, Δεκέμβριος 2013, σελ. 154-160)



Στον σύγχρονο νομικό πολιτισμό δεν αναγνωρίζεται η συλλογική ή η οικογενειακή ευθύνη. Και καλώς, θα έλεγα. Υπάρχει όμως ένα ζήτημα, τουλάχιστον στην ελληνική πραγματικότητα, με την κληρονομική διαδοχή των πολιτικών οικογενειών. Δεν είναι τωρινό φαινόμενο, ούτε καν περιορίζεται στην Ελλάδα. Είναι σχεδόν καθιερωμένο οι πολιτικές οικογένειες να διαιωνίζονται και να ασκούν εξουσία. Υπό μία οπτική γωνία θα πρόσθετα μάλιστα ότι είναι και ένδειξη δημοκρατικής λειτουργίας. Δεν πρέπει να δίνονται σε όλους ίσες ευκαιρίες; Γιατί να μην παρέχεται και στους γόνους των πολιτικών οικογενειών η δυνατότητα να σταδιοδρομήσουν στην πολιτική;
Αλλά αυτά δεν είναι παρά ένας καλοπροαίρετος θεωρητικός προβληματισμός. Όπως και να το κάνουμε, υπάρχουν στη χώρα μας πολιτικά τζάκια και επιβιώνουν μέσα από την κληροδοσία ενός προνομιακού «δαχτυλιδιού», όπως επίσης υπάρχουν και μεγαλοεπιχειρηματικά τζάκια. Και τα δύο είδη ανακυκλώνονται αενάως…
Έχει διαπιστωθεί ότι οι πολιτικοί και οι μεγαλοεπιχειρηματίες έχουν μια ιδιότυπη αντίληψη περί του νομίμου και του ηθικού. Ιδίως κατά τα τελευταία χρόνια, από του έτους 2010 και εξής, έχουν παραμερισθεί πολλές αναστολές που σε προηγούμενες εποχές είχαν μια κάποια αξία. Το γεγονός ότι πραγματικά και νομοθετικά η χώρα μας έχει περιέλθει σε μια υποτελή σχέση θα κριθεί ιστορικά εν καιρώ – υποθέτω ενδελεχώς.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η νεώτερη Ελλάδα φθάνει στη χρεοκοπία, ούτε η πρώτη φορά που χάνει την εθνική κυριαρχία της. Και βεβαίως ούτε η πρώτη φορά που μια μειοδοτική έως προδοτική πολιτική εξουσία αυθαιρετεί και επιβάλλει ασφυκτικά δεσμά στον λαό μας.
Έχοντας ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη σύγχρονη ιστορία και ειδικά με την περίοδο της Κατοχής 1941-44, διαπιστώνω πολλά κοινά σημεία εκείνης της εποχής με τη σημερινή. Το ζήτημα είναι ότι αίφνης συναντώ συνεπώνυμα πρόσωπα να κυριαρχούν σήμερα όπως και τότε. Και εδώ ακριβώς ανακύπτει το μέγα ερώτημα: Πόσο συμπτωματικό είναι το γεγονός είναι ότι οδηγηθήκαμε στη σημερινή κατάσταση από τα ίδια «επώνυμα»;

Στον χώρο του Τύπου σήμερα το πιο ισχυρό συγκρότημα είναι ο ΔΟΛ, ο οποίος μεταξύ άλλων ελέγχει και ορισμένα ηλεκτρονικά μέσα. Ακριβώς μια παρόμοια ισχύ είχε και επί Κατοχής. Όπως αναλύω λεπτομερέστερα στο βιβλίο μου «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια» (Εκδόσεις Ερωδιός), το Συγκρότημα Λαμπράκη είχε ευθέως συνεταιρισθεί από τις πρώτες μέρες της γερμανικής κατοχής με τη γερμανική ημικρατική εταιρία «Mundus», η οποία ανήκε κατά 50% στο υπουργείο Προπαγάνδας του Γκαίμπελς και κατά 50% στο υπουργείο Εξωτερικών του Ρίμπεντροπ. Τόσο απλά. Η πλευρά Λαμπράκη κατείχε το 49% της ελληνικής εταιρίας που ιδρύθηκε και η Mundus το 51%. Ο αείμνηστος Δημήτριος Λαμπράκης διά των εντολοδόχων του, των Γ. Συριώτη, Α. Ζαφειρόπουλου και Ι. Τζαρτίλη (διευθυντικών στελεχών του Συγκροτήματος πριν, κατά και μετά την Κατοχή), είχε επιτύχει έτσι ένα σημαντικό οικονομικό όφελος, χωρίς να χάσει την επιχείρησή του. Με την εκχώρηση του μεριδίου στους Γερμανούς μπόρεσε να αποκτήσει το γνωστό ακίνητο της οδού Αναγνωστοπούλου.
Οι Γερμανοί που έστειλε ο Γκαίμπελς στην Ελλάδα μόλις η χώρα μας κατακτήθηκε είχαν και άλλες επιτυχείς δράσεις. Συνεταιρίσθηκαν με τον Ελευθερουδάκη και τον Κάουφμαν για να ελέγξουν τη διανομή βιβλίων, ενώ ο συνεταιρισμός τους με τον Λαμπράκη εξασφάλιζε την εκτύπωση ελληνόγλωσσων και ξενόγλωσσων εφημερίδων και εντύπων. Ακόμη, συνεταιρίσθηκαν προνομιακά με τον Όθωνα Πικραμμένο και τη χήρα Τσιβόγλου (την πεθερά της Μαρίας Ρεζάν) για να ελέγχουν πλήρως τη διανομή των εφημερίδων και περιοδικών, ελληνικών και ξένων. Δημιουργήθηκε έτσι ένα νέο πρακτορείο εφημερίδων και η οικογένεια Πικραμμένου από την εκχώρηση μεριδίου μπόρεσε να αγοράσει το ακίνητο της οδού Ακαδημίας. Τα ονόματα αυτά δεν είναι φανταστικά, είναι αληθινά. Ούτε και τόσο απόμακρα από τη σημερινή πραγματικότητα, αν λάβουμε υπόψη ότι το Συγκρότημα Λαμπράκη εξακολουθεί να δεσπόζει, ο δε υιός Πικραμμένος είναι εκείνος που διεξήγαγε τις τελευταίες εθνικές εκλογές.
Κάπως έτσι το 1941 είχε ήσυχο το κεφάλι του ο Γκαίμπελς στο Βερολίνο για ό,τι είχε να κάνει με την προπαγάνδα του στη μακρινή κατεχόμενη Ελλάδα. Χωρίς την παραμικρή δυσκολία τα είχαν ρυθμίσει καλά οι άνθρωποί του, ενώ για τα θέματα του χαρτιού υπήρχε ο έμπιστος των Γερμανών από την προπολεμική περίοδο Γιάννης Πετσόπουλος, ο οποίος παράλληλα δεν έπαυε να έχει την ιδιότητα του …μέλους του ΚΚΕ!

Αλλά ας έρθουμε στην πραγματική οικονομία. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής η ελληνική οικονομία καταποντίσθηκε. Υπέστη μια άνευ προηγουμένου καταλήστευση εκ μέρους των κατακτητών, ώστε η επισιτιστική ανεπάρκεια να οδηγήσει στην τραγική πείνα. Ταυτόχρονα γιγαντωνόταν η μαύρη αγορά. Αν κανείς θα είχε την υπομονή να εντρυφήσει στους καταδικασμένους από τα αγορανομικά δικαστήρια της κατοχικής περιόδου, τι έπραξαν και γιατί καταδικάστηκαν, θα έφριττε για τους νεόκοπους «επιχειρηματίες» που θησαύρισαν. Και το θέμα δεν ήταν μόνον οικονομικό, αλλά είχε να κάνει με την εξαπάτηση των αγοραστών, όσων δηλαδή κατάφερναν να βρουν ρευστό για να αγοράσουν σε τιμές μαύρης αγοράς τρόφιμα. Κατά κανόνα αυτά τα τρόφιμα ήταν νοθευμένα με απίθανες αναμίξεις, εντελώς ακατάλληλα για βρώση.
Και όμως. Όλοι οι αυτοί οι ασυνείδητοι εκμεταλλευτές επιβίωσαν της Κατοχής, έχοντας δημιουργήσει τεράστιες μαυραγορίτικες περιουσίες. Παράπλευρα σ’ αυτούς τους γλοιώδεις και κυνικούς μαυραγορίτες υπήρχαν και οι εργολάβοι μηχανικοί και οι προμηθευτές των στρατιωτικών αρχών κατοχής. Αυτοί αναλάμβαναν «νόμιμα», κάθε άλλο παρά ηθικά όμως, διάφορα οχυρωματικά έργα για την προστασία των κατοχικών στρατευμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις αναθέσεις τις έπαιρναν απευθείας από τους Γερμανούς, χωρίς κανένα έστω υποτυπώδη μειοδοτικό διαγωνισμό. Τιμολογούσαν κατά βούληση και αρκούσε η μονογραφή ενός Γερμανού ή Ιταλού αξιωματικού για να προσκομίσουν και να εισπράξουν το τιμολόγιό τους από την Τράπεζα της Ελλάδος. Χωρίς καμιά άλλη διαδικασία δημοσίου λογιστικού κ.ο.κ.
Απέκτησαν τεράστιες περιουσίες όλοι αυτοί. Υπάρχει ένας κατάλογος των οικονομικών μεγαλοδοσιλόγων, που απέκτησαν τεράστιες περιουσίες. Ένας εξ αυτών, που αρχικά προμήθευε το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, για να περιφρουρούνται οι φυλακές και τα στρατόπεδα των Γερμανών, αλλά στη συνέχεια προμήθευε και κάθε είδους οικοδομικό υλικό, ήταν η εταιρία της οικογένειας Αγγελοπούλου. Οι γνωστοί αδελφοί Αγγελόπουλοι, ένας εκ των οποίων έγινε υπουργός του ΕΑΜ, ένας άλλος δολοφονήθηκε από τη «17 Νοέμβρη» και ένας τρίτος μέγας ευεργέτης του Πατριαρχείου. Χωρίς την περιουσία αυτή, είναι αμφίβολο τι καριέρα θα είχε κάνει η υπερφίαλη Γιάννα Δασκαλάκη-Αγγελοπούλου.
Για όσους ξενίζονται από την ύπαρξη δοσιλόγων που συνεργάστηκαν με το ΕΑΜ, δεν έχουν παρά να το ερευνήσουν. Και σε επίπεδο οικονομικού δοσιλογισμού, όπως ο μηχανικός Δοανίδης ή ο εκπαιδευτικός Παπαμαύρος.
Ένας άλλος τέτοιος οικονομικός μεγαλοδοσίλογος είχε εβραϊκή καταγωγή (ας μην απορεί ο αναγνώστης αν υπήρξαν και Εβραίοι δοσίλογοι – η δίωξή τους στην Ελλάδα άρχισε το 1943). Λεγόταν Λάζαρος ή Λεωνίδας Ροζενστάιν ή Ροζάκης και ο γιος του διέπρεψε στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, ενώ έγινε γνωστός ως πανεπιστημιακός καθηγητής και στενός συνεργάτης του Κώστα Σημίτη.
Η περίπτωση Ροζάκη-Ροζενστάιν έχει μια ιδιαιτερότητα, που ανάγεται στον αρχικό προβληματισμό μας περί οικογενειακής ευθύνης. Μεταπολεμικά η ελληνική πολιτεία πήρε την απόφαση, στο πλαίσιο της τιμωρίας των οικονομικών δοσιλόγων, να εξορίσει σε νησιά του Αιγαίου ορισμένους απ’ αυτούς. Και, προφανώς για να τιμωρήσει μαζί και τις οικογένειές τους που στο διάστημα της Κατοχής δεν πείνασαν όπως όλοι οι άλλοι απλοί πολίτες, τους έστειλε οικογενειακώς… (Μια συγκυριακή λεπτομέρεια: Η κυβερνητική απόφαση για το πρωτοφανές αυτό μέτρο ανακοινώθηκε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1946 από τον υπουργό Σταμάτη Μερκούρη, πατέρα της Μελίνας και αδελφό του ιδρυτή του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος!).

Βεβαίως και υπήρξαν πολλοί άλλοι συνεργάτες των κατακτητών που διέλαθαν και απέφυγαν την τιμωρία. Ίσως επειδή ήταν πιο προνοητικοί από τους πολλούς και εγκαίρως κατάλαβαν ότι η Γερμανία δεν επρόκειτο να κερδίσει τον πόλεμο. Ένας εξ αυτών, ο πολιτικός μηχανικός Μιχαήλ Αβέρωφ (αδελφός του γνωστού πολιτικού), κέρδισε τεράστια ποσά από τη συνεργασία του με τον κατακτητή στην κατασκευή οχυρωματικών έργων, αλλά είχε την πρόνοια από ένα ορισμένο χρονικό σημείο και ύστερα να συνεργασθεί με τους Συμμάχους. Άλλοι, όπως ο εφοπλιστής Βερνίκος, δεν είχε κανένα ενδοιασμό να πολιτευθεί μεταπολεμικά. Πολλές οι περιπτώσεις, που όμως δεν έχουν τόσο ιστορικό όσο κοινωνιολογικό ενδιαφέρον.
Θα σταθώ όμως σε μια άλλη περίπτωση, ενός ευφυούς και δραστήριου επιχειρηματία με τοπικό ορίζοντα, στη Δυτική Μακεδονία. Λεγόταν Γεώργιος Παπακωνσταντίνου και ίσως θα παρέμενε ασήμαντος αν ο συνονόματος εγγονός του δεν συνέπιπτε με την ιδιότητα του υπουργού Οικονομικών να είναι εκείνος που έδεσε χειροπόδαρα την Ελλάδα τον Μάιο του 2010 με το απεχθές και επαχθές Μνημόνιο. Σήμερα είναι υπόλογος όχι γι’ αυτό, αλλά για τις αλλοιώσεις που επέφερε στην περίφημη «Λίστα Λαγκάρντ».
Ο παλαιός Γ. Παπακωνσταντίνου στην προπολεμική περίοδο είχε αναπτύξει δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης με ιδιόκτητο αλευρόμυλο και ελαιοτριβείο. Ήταν πληροφορημένος ότι κάποιοι Ελληνοαμερικανοί επιχειρηματίες είχαν ενδιαφερθεί για την περιοχή της Πτολεμαΐδας, όπου υπήρχαν πλούσια κοιτάσματα λιγνίτη, και τα σχέδιά τους να δημιουργήσουν μεγάλα λιγνιτωρυχεία εκεί ανατράπηκαν λόγω του πολέμου. Εν τω μεταξύ με την Κατοχή έμαθε από Γερμανούς στρατιωτικούς ότι, καθώς η μόνη πηγή ενέργειας θα μπορούσε πλέον – λόγω των πολεμικών συνθηκών – να είναι ο λιγνίτης, θα ήταν έξυπνο να ασχοληθεί με τέτοια επιχείρηση. Αγόρασε τα χωράφια, στα οποία γνώριζε ότι υπήρχε λιγνίτης και η κατοχική κυβέρνηση υποχρεώθηκε να του παραχωρήσει προνομιακή άδεια για την ίδρυση εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για όλη την περιοχή.
Η ηλεκτροδότηση της ευρύτερης περιοχής της Κοζάνης ήταν πλέον μια πολύ κερδοφόρα οικογενειακή επιχείρηση για τον Γ. Παπακωνσταντίνου και το τέλος της Κατοχής δεν μπορούσε να την ανατρέψει, ούτε οι μεταπελευθερωτικές κυβερνήσεις διανοήθηκαν να στερήσουν την περιοχή από ηλεκτρική ενέργεια. Αντίθετα οι δύο γιοι του, ο Μιχάλης και ο Στέλιος, συμμετείχαν στην επιχειρηματική προσπάθειά του, αυτή τη φορά σε μια νέα βάση: Να πωλήσουν τη μονάδα της Πτολεμαΐδας όσο γινόταν ακριβότερα.
Με ομολογουμένως ευφυείς κινήσεις η οικογένεια Παπακωνσταντίνου κράτησε μια σκληρή διαπραγματευτική στάση και μόνον όταν πήρε το τίμημα που θεωρούσε λογικό, το 1958, παρέδωσε τη λιγνιτοφόρο περιοχή στη ΔΕΗ. Ένας πρόσθετος όρος ήταν η πρόσληψη του Στέλιου Παπακωνσταντίνου ως στελέχους της ΔΕΗ. Διατηρήθηκε σε κρίσιμες διευθυντικές θέσεις μέχρι που εμφανίστηκε το δικτατορικό καθεστώς και τον απέλυσε.
Ο πρεσβύτερος αδελφός Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, που είχε σπουδάσει νομικός στη Γερμανία και την Αγγλία και μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1954 ανέλαβε μαζί με τον Στέλιο τα ηνία της μικρής αλλά περιζήτητης επιχείρησης, προτίμησε να ασχοληθεί με την πολιτική. Στην Κατοχή είχε υπηρετήσει ως διερμηνέας των Γερμανών στην Κοζάνη, αλλά κατά την τελευταία κατοχική χρονιά συνδέθηκε με αντιστασιακούς. Παρά ταύτα τον συνόδευε το ψευδώνυμο «Μποτάκιας», λόγω της εμμονής του να φοράει γερμανικές μπότες μέσα από τα πολιτικά ρούχα του. Πιο φανατικός ένας πρώτος εξάδελφός του, ο Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, φοιτητής της Νομικής, υπηρέτησε επίσης ως διερμηνέας και πράκτορας της Γκεστάπο στη Θεσσαλονίκη και αναμίχθηκε σε καταδόσεις Ελλήνων και Βρετανών – και όχι μόνο.
Η αρχική ενασχόληση του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου με την πολιτική είχε τοποθέτηση ακροδεξιά. Κατέβηκε ως υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος του αινιγματικού «μακεδονάρχη» Σωτηρίου Γκοτζαμάνη, που επί Κατοχής είχε διατελέσει υπουργός Οικονομικών και εγκαίρως είχε διαφύγει στην Ιταλία πριν τελειώσει η Κατοχή. Εκεί, όπου είχε πολλούς δεσμούς από τα φοιτητικά του χρόνια, κρύφτηκε επί χρόνια φυγοδικώντας από την ελληνική δικαιοσύνη, που τον είχε καταδικάσει σε θάνατο. Στις αρχές της δεκαετίας 1950 επέτυχε να αμνηστευθεί και να του επιστραφεί η δημευθείσα περιουσία του (διασώζεται μεταξύ άλλων ένα σχετικό έγγραφό του προς τον τότε νεαρό υφυπουργό Οικονομικών Κωνσταντίνο Μητσοτάκη).
Ο Γκοτζαμάνης επανήλθε στην Ελλάδα και τα πράγματα είχαν αλλάξει. Επιχείρησε να πολιτευθεί στις δημοτικές εκλογές του 1954 ως υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης και συγκέντρωσε πολύ υψηλό ποσοστό, αλλά δεν εξελέγη. Ένας εκ των πολύ φανατικών υποστηρικτών του ήταν ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, που τον θεωρούσε ως τον «μεγαλύτερο ζώντα πολιτικό στην Ελλάδα». Μετά την εξαγορά του εργοστασίου της Πτολεμαΐδας και αφού είχε αποβιώσει ο Γκοτζαμάνης, μεταπήδησε πολιτικά στον κεντρώο χώρο που πλέον άρχιζε βάσιμα να διεκδικεί την εξουσία. Αργότερα θα εκλεγεί επανειλημμένα βουλευτές και θα καταλάβει υπουργικά αξιώματα, ενώ μετά την πτώση της δικτατορίας θα προσχωρήσει στη Νέα Δημοκρατία.
Μη έχοντας άρρενες απογόνους θα τον διαδεχθεί πολιτικά στην Κοζάνη ο ανιψιός του, ο γνωστός μας αρχιτέκτονας του «Μνημονίου» Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ο οποίος σήμερα είναι υπόδικος για τη «Λίστα Λαγκάρντ», επειδή επιχείρησε να την αλλοιώσει για να μην είναι υπόλογες οι κόρες του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου.
Αυτή είναι με λίγα λόγια η ιστορία της οικογένειας Παπακωνσταντίνου, που απέκτησε αμύθητο πλούτο από μια υπογραφή του Τσολάκογλου σε μια προνομιακή άδεια για τη δημιουργία ηλεκτρικού εργοστασίου στη μακρινή και ασήμαντη τότε Πτολεμαΐδα.

ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΜΕΓΑΛΟΔΟΣΙΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Και τώρα τα πρόσωπα. Ας δούμε τους κύριους οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, οι οποίοι κερδοσκόπησαν και πλούτισαν επί Κατοχής. Δεν είναι απαραιτήτως όλοι αυτοί μαυραγορίτες. Είναι όμως όλοι τους εκείνοι που δεν δίστασαν να συναλλαγούν με τις Αρχές Κατοχής, αναλαμβάνοντας προμήθειες ή κατασκευές για λογαριασμό τους. 
Παρά το γεγονός ότι δεν έχει αφαιρεθεί ούτε ένα όνομα, ο κατάλογος αυτός δεν είναι πλήρης. Τον δημοσιεύουμε λοιπόν μάλλον ενδεικτικά, ώστε να ανιχνεύσουμε κάποια γνωστά ονόματα που απέκτησαν την τεράστια περιουσία τους, ελισσόμενοι επί Κατοχής και εκμεταλλευόμενοι τις περιστάσεις. Την ώρα που άλλοι συνάδελφοί τους πεινούσαν και δυστυχούσαν, που κυριολεκτικά δεν είχαν να θρέψουν την οικογένειά τους, που δεν μπορούσαν να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους ή για λόγους αρχής δεν δέχονταν να ασκήσουν το επάγγελμά τους υπό τις συνθήκες αυτές, οι άνθρωποι αυτοί έσπευσαν με περισσή προθυμία να υπηρετήσουν τον κατακτητή ως νεροκουβαλητές.
Είναι γνωστή η περίπτωση μεγαλοβιομηχάνου επίπλων, ο οποίος επέτυχε να διαφθείρει τους συνήθως άτεγκτους σε τέτοια θέματα Γερμανούς αξιωματικούς της επιμελητείας και μοιραζόμενος μαζί τους τα δυσθεόρατα κέρδη που τόσο ακόπως αποκόμιζε, προμήθευε με έπιπλα για την καθημερινή τους διαβίωση τους Γερμανούς. Π.χ. ερχόταν με μετάθεση στην Ελλάδα ένας αξιωματικός και, με μέριμνα της επιμελητείας, επιτασσόταν το δωμάτιο ενός καλού αστικού σπιτιού και του το παραχωρούσαν για να κατοικεί. Οι «μιλημένοι» της επιμελητείας πήγαιναν πριν για να το επιθεωρήσουν και διαπίστωναν ότι χρειαζόταν καινούργιο κρεβάτι, καινούργιο σαλόνι, καινούργιο γραφείο κ.ο.κ.
Αλλά τα έπιπλα της κατάστασης δεν παραδίδονταν παρά μόνο στα χαρτιά, αφού άλλωστε τα έπιπλα της ελληνικής οικογενείας που είχε διαταχθεί να παραχωρήσει το επιταγμένο δωμάτιο ήταν σε καλή κατάσταση. Αυτό γινόταν συστηματικά και έτσι συνέρρεε στα ταμεία του Έλληνα προμηθευτή πλούτος και πάλι πλούτος. Αλλά πλούτος αθέμιτος, ούτως ή άλλως. Οι Γερμανοί «συνεταίροι» έπαιρναν τη μίζα τους και όλα κυλούσαν ομαλά, με μόνιμο χαμένο την Τράπεζα της Ελλάδος που όλο και πλήρωνε. Μέχρι που κάποια στιγμή η ειδική υπηρεσία «εσωτερικών υποθέσεων» της γερμανικής επιμελητείας εντόπισε την απάτη.
Τόσο οι Γερμανοί όσο και ο Έλληνας «συνεταίρος» τους συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν στο στρατοδικείο. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι ποινές ήταν εξοντωτικές, συνήθως θανατικές, ιδιαίτερα για τους Γερμανούς που ήταν αναμεμιγμένοι. Ειδικά μάλιστα τότε, την εποχή του πολέμου, η χιτλερική Γερμανία είχε εκδώσει έναν ιδιώνυμο νόμο «περί προσβολής της εθνικής τιμής» στο εξωτερικό, δηλ. στις κατεχόμενες χώρες. Όποιος Γερμανός αξιωματικός ή οπλίτης λοιπόν υπέπιπτε σε αδικήματα που διέσυραν τη χώρα του (π.χ. βιασμοί, κλοπές, διαφθορά, απρόκλητες προσωπικές επιθέσεις κλπ.) υφίστατο αυστηρότατες κυρώσεις.
Θα αναρωτηθείτε τη συνέχεια. Ο Έλληνας επιπλοβιομήχανος (πρόκειται περί του Ελ. Σαρίδη) επέζησε. Ύστερα από κάποιων μηνών αγωνία για τη ζωή του, κατάδικος ων πλέον, επέτυχε να μετατραπεί η ποινή του. Για να το κατορθώσει αυτό, πλήρωσε ένα μυθώδες ποσόν σ’ έναν άλλον Έλληνα. Σ’ έναν γερμανομαθή νεαρό τότε Έλληνα δικηγόρο, ο οποίος ως «εξ απορρήτων» του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού είχε καλλιεργήσει ισχυρές φιλίες με τους εδώ Γερμανούς διπλωμάτες και στρατηγούς. Έχοντας τις κατάλληλες συστάσεις στην τσέπη του, ταξίδεψε στο Βερολίνο και κατόρθωσε να γλυτώσει τον πελάτη του. Όχι όμως και τους Γερμανούς «συνεταίρους» του τελευταίου. Ο Έλληνας προμηθευτής θα είχε μεταπολεμικά να διηγείται τις διώξεις που υπέστη από τους Γερμανούς, χωρίς βέβαια να αναφέρει στους αγνοούντες από τους συνομιλητές του περί τίνος επρόκειτο, ενώ ο νεαρός εκείνος δικηγόρος (ο Ιωάννης Γεωργάκης, έπειτα εξ απορρήτων του μεγαλοεφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση) επέπρωτο αργότερα να γίνει μέλος της Ακαδημίας Αθηνών...
Αν κάπως έτσι αντλούσαν τα αμύθητα κέρδη τους οι προμηθευτές των Αρχών Κατοχής, φαντασθείτε τι γινόταν με τους εργολάβους και τους κατασκευαστές τεχνικών έργων. Ας αναλογισθούμε την πρώτη ημέρα της Κατοχής πόσοι δρόμοι, πόσα γεφύρια, πόσα λιμάνια και πόσες εγκαταστάσεις είχαν καταστραφεί. Αλλά και στη συνέχεια πόσες ανάγκες προέκυπταν για τις Κατοχικές Αρχές να ανεγείρουν φυλάκια, διάφορες εγκαταστάσεις, στρατόπεδα, οικήματα, φυλακές, κτίρια, αποθήκες, να ιδρύουν ή να επεκτείνουν αεροδρόμια και λιμάνια, να κατασκευάζουν οχυρωματικά έργα κ.ο.κ. Έτσι άρχισε η «χρυσή εποχή» των διαπλεκομένων κατασκευαστών. Όμως πολλά γνωστά ονόματα συνεργάστηκαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας Έλληνας πολιτικός μηχανικός (που δεν καταδικάστηκε!) έφτασε στο σημείο να εφεύρει ένα υποκατάστατο των φορτηγίδων που οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά υλικών στα νησιά. Οαι οι Γερμανοί ενθουσιάστηκαν τόσο πολύ που είχαν εξασφαλίσει μια τέτοια καινοτόμο λύση για τις μεταφορές τους, ώστε έστειλαν αντίγραφα της εφεύρεσης στο Βερολίνο και από εκεί σε άλλες παραθαλάσσιες κατεχόμενες χώρες. Εννοείται ότι ο ίδιος θησαύρισε εξωφρενικά, αφού άλλωστε και εδώ το Ελληνικό Δημόσιο πλήρωνε.
Οι πολιτικοί μηχανικοί που είχαν αναλάβει την εκτέλεση τεχνικών και οχυρωματικών έργων από τις αρχές της Κατοχής μέχρι την άνοιξη του 1944 κέρδισαν κυριολεκτικά αμύθητα ποσά.
Στη συνέχεια σχεδόν όλοι αυτοί, χωρίς να πάψουν να παίρνουν αναθέσεις και να συνεχίζουν την είσπραξη των αμύθητων κερδών τους, περνούν σε ένα άλλο στάδιο: σκέπτονται και το αύριο. Αρχίζουν να ενισχύουν οικονομικά διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις, να χρηματοδοτούν αντιστασιακά έντυπα, στέλνουν κάποιο από τα παιδιά τους στα βουνά ή ακόμα και στο εξωτερικό για να «συμμετάσχουν στον κατά του εχθρού πόλεμο», ή επιτυγχάνουν να διασυνδεθούν με πράκτορες των συμμαχικών υπηρεσιών, στους οποίους παραδίδουν τα τοπογραφικά των έργων που εκτελούν και σωρεία άλλων χρήσιμων πληροφοριών που υποπίπτουν στην αντίληψή τους περί οχυρώσεων, νηοπομπών, ελλιμενισμών κλπ. Πολλές φορές τα χρήσιμα στοιχεία που διοχετεύονται στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής καταλήγουν στον βομβαρδισμό των υπό εκτέλεση έργων. Αλλά αυτό δεν είναι άσχημο, διότι έτσι παίρνουν νέα ανάθεση να ξαναρχίσουν από την αρχή, οπότε αυξάνεται ο τζίρος.
Με όλη αυτή τη διαδικασία, πολλοί από τους κατασκευαστές, που παραπέμφθηκαν μεταπολεμικά να δικαστούν για δοσιλογισμό στην Ελληνική Δικαιοσύνη, έφεραν ως μάρτυρες υπεράσπισης Βρετανούς αξιωματικούς ή αξιόπιστους αντιστασιακούς, οι οποίοι φυσικά κατέθεσαν ότι οι κατηγορούμενοι συνέβαλαν στη ...συμμαχική νίκη. Ευνόητο είναι ότι σχεδόν όλοι αθωώθηκαν και οι θησαυροί-θησαυροί. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν των μετόχων μιας τεχνικής εταιρίας, γνωστών ονομάτων της αθηναϊκής κοινωνίας (ο αδελφός του ενός υπήρξε μάλιστα επί πολλά χρόνια βουλευτής και υπουργός), οι οποίοι όχι μόνο δεν καταδικάστηκαν, αλλά και ...παρασημοφορήθηκαν! Φυσικά στα μεταπολεμικά χρόνια διατήρησαν όλη τους την αίγλη και συνέχισαν οι ίδιοι, και σήμερα οι κληρονόμοι τους, να παίρνουν μεγάλα δημόσια έργα με προϋπολογισμούς που καλύπτονταν από τις αμερικανικές βοήθειες.
Κάπως έτσι έχει γραφεί η ιστορία των οικονομικών δοσιλόγων. Και αφού τελικά δεν τα κατάφεραν να γλυτώσουν τις καταδίκες και τις τιμωρίες, επανήλθαν λαύροι και στελέχωσαν τη νεώτερη μεγαλοαστική τάξη.
Μεταπολεμικά η ελληνική πολιτεία, αν και τιμώρησε τους οικονομικούς δοσιλόγους, δεν εξάντλησε την αυστηρότητά της ώστε να τους απομονώσει. Ούτε και η κοινωνία τους απολάκτισε. Αντίθετα, οι αρχές τους αντιμετώπισαν συχνά ευνοϊκά, σεβόμενες προφανώς την ογκώδη οικονομική επιφάνεια που είχαν στο σκότος και σε βάρος του λιμώττοντος λαού αποκτήσει.
Και όταν κάποτε ο οικονομικός δοσιλογισμός ξεχάστηκε, τα ίδια πρόσωπα, δηλ. πολλά απ’ αυτά, επανέκαμψαν με ζήλο στην επιχειρηματική δράση. Απαίτησαν προνόμια και τα έλαβαν. Με τα ισχυρά κεφάλαια, κεφάλαια που είχαν αποκτηθεί με κατοχικό «ιδρώτα» και υπό καθεστώς άκρατου αμοραλισμού, επένδυσαν σε μονοπωλιακά ή ολιγοπωλιακά είδη και τα πολλαπλασίασαν. Έγιναν οι Ηρακλείς της ελληνικής οικονομίας.
Εκτός από τους αναφερόμενους οικονομικούς δοσιλόγους, υπάρχουν και άλλες παρεμφερείς κατηγορίες, όπως οι κατοχικοί μεγαλομαυραγορίτες. Διαθέτοντας και καλλιεργώντας πάσης φύσεως διασυνδέσεις με τις Αρχές Κατοχής συγκέντρωσαν στα χέρια τους ποσότητες δυσεύρετων ειδών, κυρίως τροφίμων ευρείας κατανάλωσης, που τις έσπρωχναν στην κατανάλωση με χιλιοπλάσιες τιμές. Το αποτέλεσμα ήταν οι μεν μαυραγορίτες να θησαυρίζουν ανενόχλητοι και φυσικά ανεξέλεγκτοι, ο δε λαός να στερείται τα στοιχειώδη αγαθά που θα μπορούσε να προμηθευθεί, εκτός αν ήταν έτοιμος να διαθέσει ένα ολόκληρο σπίτι για να εξασφαλίσει λίγα μόλις γεύματα. Οι θάνατοι από πείνα οφείλονται σ’ αυτό το κλίμα μαυραγοριτισμού που απλώθηκε επί Κατοχής, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο, τον φοβερό χειμώνα 1941-42.
Το παράδοξο όμως είναι που μεταπολεμικά αυτοί οι μεγαλομαυραγορίτες επέζησαν οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, παρά το γεγονός ότι η κατοχική συμπεριφορά τους ήταν πάνω απ’ όλα αντικοινωνική και ανθελληνική. Και βεβαίως όσοι δεν επέζησαν βιολογικά, είχαν τους φυσικούς διαδόχους τους για να πάρουν τη σκυτάλη και να συνεχίσουν το μεσουράνημα των επιχειρήσεών τους. Και πάλι το κατοχικό παρελθόν ξεχάστηκε. Και έχουμε χαρακτηριστική περίπτωση τον γόνο ενός τέτοιου μεγαλομαυραγορίτη τροφίμων, διαθέτοντα πάντα το ισχυρότατο ταμείο που με τέτοια διαγωγή είχε σχηματίσει ο πατέρας ή ο παππούς του, να φθάσει - πενήντα χρόνια αργότερα - στη δημοσιότητα, ως αγοραστής της κληρονομητέας έπαυλης Μινέικο του Ψυχικού, την οποία αγόρασε από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Είναι εκείνος που στη συνέχεια πάλι στη δημοσιότητα, ζητώντας να του επιστραφούν τα χρήματα που είχε διαθέσει για την αγορά, η οποία ύστερα από ένα περίπλοκο πλέγμα διαδικασιών, ακυρώθηκε. Και, να προσθέσουμε, είναι ο ίδιος που στα τελευταία χρόνια τιμήθηκε με ηγετική θέση στη διοίκηση του Κολλεγίου Αθηνών.
Όλους αυτούς τους οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, που απέκτησαν τέτοιες αμύθητες περιουσίες, ο πανδαμάτωρ χρόνος - όπως ήταν αναμενόμενο - δεν τους λησμόνησε και ελάχιστοι σήμερα ίσως επιζούν. Αλλά και εκείνοι που πέθαναν και εκείνοι που τυχόν ζουν ανάμεσά μας, έχουν επιμελώς αποκρύψει το πραγματικό παρελθόν τους. Θα ήταν έλλειψη στοιχειωδών φυσικών ανακλαστικών, αν γινόταν διαφορετικά.

ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΟΔΟΣΙΛΟΓΩΝ ΣΕ ΑΘΗΝΑ-ΠΕΙΡΑΙΑ

Αβραμίδης Ιωακείμ, Αγγελόπουλος Θ. & Υιοί, Αγιουτάντης Α., Αλβανόπουλοι Κ. και Ι., Αλεξάτος Ιωάννης, Αντωνόπουλος Α., Βαρχανέα Σ., Βασιλάκος Α., Βασιλειάδης Αθανάσιος, Βέλλιος Ε., Βερνίκος Αλέξανδρος, Βερνίκος Κωνσταντίνος, Βερνίκος Νικόλαος, Βόμβα Αφοί, Βόμβας Δημήτριος, Βορεάδης Ιωάννης, Γεωργιάδης Γ., Γεωργιάδης Σ., Γιαδικιάρογλου Ρ., Γιαδικιάρογλου Φ., Γιαννουλάτος Ε., Γιατζόγλου Ε., Γκέρτσος Δημήτριος, Γκέρτσος Θεόδωρος, Γκέρτσος Κωνσταντίνος, Γκορίτσας Ε., Γκουντελιάν Α., Γκουτρούμ Κ., Δαμιανός Μ., Δευκόπουλος Κ., Δήμας Σ., Διάκος Ε., Δοανίδης Πέτρος, Δολτσέτης Ι., Έμκε ή Αθηναίος Φραγκίσκος, Ευστρατίου Δ., Ζαλώνης Μαξ, Ζαννέτος Κ., Ζανουδάκης Α., Ζανουδάκης Σ., Ζαντεμίκωφ Ζωή, Ζαχάρωφ Γεώργιος, Ζήζηλας Ι., Θεοδωρόπουλος Ε., Ιγγλέσης Γ., Ιωαννίδης Β., Ιωαννίδης Γ., Καβαντζάς Δ., Καββαδίας Κ., Καϊβάνοι Αφοί, Καλημέρης Β., Καλιάζης Κ., Καλιαμπέτσος Α. και Σ., Κάμφωνας Α., Καραγιάννης Κ., Καράσσος Σ., Καρδασιλάρη Υιοί, Κατηφόρης Παναγιώτης, Κατσίγερας Σταύρος, Κατσουρόπουλος Λεωνίδας, Κεφάλας Κωνσταντίνος, Κεχαγιάς Χ., Κηρύκοι-Αλεξάτος, Κηρύκος Γεώργιος, Κιλιτζιάν Κιρκόρ, Κόβερης Ιωάννης, Κόκκινος Κίμων, Κολοβός Γ., Κολοζώφ Α., Κοραής Σ., Κορωναίος Α., Κουμς Δημήτριος, Κουρμούλης Μ., Κουρτ Μ., Κούρτογλου Ι., Κοφτ Βενιαμίν, Κρανιώτη Αφοί, Κριεζής Ιωάννης, Κρίκος Μ., Κυπαρισσόπουλος Ε., Κυφιώτης Α., Κωστάλας Σταύρος, Λαζαράκης Ανδρέας, Λαζαράκης Κωνσταντίνος, Λαζαρίδης Παναγιώτης, Λασκαρίδης Χ., Λιοπυράκης Θ., Λυμπεράκης Μ., Μαθιουδάκης Ι., Μανιάκης Α., Μάνος Α., Μαντζάκας Σ., Ματαρατζής Ιωάννης, Μάτσας Λουκάς & Υιοί, Μαυράγγελος Μ., Μαύρος Φ., Μεγαλοοικονόμου Λεωνίδας, Μεϊμαρίδης-Πιρπίρογλου, Μήκας Δημήτριος, Μικέλης Ν., Μόσχος Πασχάλης, Μπαντζάς Ν., Μπαρμπαγιαννάκης Ιωάννης, Μπαρμπαρής Σ., Μπρούνο Λ., Μωυσόγλου Α., Ναούμ Ανδρέας, Ναχνικιάν Ζ., Νισίμ Κ., Νταής Α., Ντεκιπέλο Κατάλιτο, Ντιλέρνια Γ., Ξανθόπουλος Α., Ξανθόπουλος Ιωάννης, Ξανθόπουλος Παναγιώτης, Παβεζόπουλος Αλέξανδρος, Παπαδάκης Ε., Παπαδόπουλος Γ., Παπαδόπουλος Κ., Παπαδόπουλος Ο.Ε., Παπανικολάου Π., Παπασταύρου Χ., Παραβάντος Ι., Πασσάς Ιωάννης, Περδικάρης Εμμανουήλ, Πετρίδης Ι., Πετρίδης Κ., Πετρόπουλος Κ., Πετυχάκης Φαίδων, Πλέσσας Αντώνιος, Πλέσσας Κωνσταντίνος, Πλέσσας Σπυρίδων, Πλέσσας Σταμάτης, Πουλάκος Β., Προφέτας Άρης, Ρεμέντζης Γ., Ρόζενσταϊν-Ροζάκης Λ., Ρουρούλης Σ., Ρούσσος Δ., Σαλαπάτας Α., Σαλαπάτας Β., Σαλαπάτας Σ., Σαλούστρος Παντελής, Σαραντάκης Ο., Σαράντης Ι., Σαράντης Ρ., Σαρφάτης Ρ., Σεραφειμίδης-Γεωργακάς, Σκλαβούνος Λ., Σουπίλας Ελευθέριος, Σοφιανόπουλος Π., Σταματόπουλοι Α., Λ., Θ., Ρ. & Ο., Στασινόπουλοι Ι., Η & Μ., Στίκας Α., Στίπας Π., Συριανάκης Θ., Τερζόγλου Νικόλαος, Τολιάς Β., Φερλάτσο Ουμβέρτος, Φουρναράκης-Ιωαννίδης, Φώκερ Σ., Χάινε Ε., Χαραλάμπους Μιχαήλ, Χασαπάκος Χρ., Χατζηνάκος Γ., Χατζηπαναγιώτης Ι., Χόχνετς Φραντς.

ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Αδαμίδης Κωνσταντίνος, Ακρίτας Γεώργιος, Αλεξανδρίδου Καπνοβιομηχανία, Αλούπης Μάνος, Αναστασιάδης Χρήστος, Ανδρεάδη Αδελφοί, Ανεζίνης Σταύρος, Αντωνίου Ανδρέας, Βαρδαλής Γ., Βέλλος Μιχαήλ, Βοράκης Ιωάννης, Βουλώνης Απόστολος, Βουλώνης Γεώργιος, Γαρυφάλλου Περικλής, Γεωργιάδη Αδελφοί, Γεωργιάδης Βασίλειος, Γεωργιάδης Γεώργιος, Γιαγκόπουλος Γεώργιος, Γκέκας Ευάγγελος, Γκέκας Στέφανος, Γκίμπελ Ελένη, Γκλάνοβιτς Στέφανος, Γκοτζαμάνης Χριστόφορος, Γκρος Ροβέρτος, Δανέζη Φανουρία, Δανίδης Εμμανουήλ, Δάνου-Καραβάνη Έλλη, Δερζακαριάν Βαρτάν, Δημητρακούδης Περικλής, Δημητρίου Γεώργιος, Διαμαντής Μενέλαος, Διαμαντής Νικόλαος, Διβόλης, Ζάρος Χρήστος, Ηλιάδης Δημ., Ηλιάδης Ηλίας, Ηλιάδης Ιορδάνης, Θεοδοσιάδης Αλέξανδρος, Καβουνίδης Νικόλαος, Καμπάνης Νικόλαος, Καμπούρογλου Κοσμάς, Καρατζάς Σωτήριος, Καρράς Γεώργιος, Καρύδα Αδελφοί, Καρύδας Κωνσταντίνος, Καστάνης Νικ., Κεχαγιάς Χρήστος, Κιζιρίδης Παναγιώτης, Κιουτσής Χρήστος, Κλάιμπερ Αιμίλιος, Κοσμίδης Κωνσταντίνος, Κουλάκογλου Χαράλαμπος, Κουφοδόντης Κωνσταντίνος, Κυριακόπουλος Κυρ., Κύρου Αδελφοί, Κύρου Κύρος, Κυφιώτης Ιωάννης, Λαγουρός Λεωνίδας, Λαδόπουλος Πάνος, Λαζαρίδης Τηλέμαχος, Λαζόπουλος Γεώργιος, Λισσαίος Γεώργιος, Μανθόπουλος Πέτρος, Μανιάς Ν., Μανούζας Εμμανουήλ, Μαρατσίτας Σπύρος, Μαυρομμάτης Δ., Μελάς Αθανάσιος, Μήλιος Δημ., Μητσικολάβος, Μιχαηλίδης Αθ., Μιχαηλίδης Μιχαήλ, Μπλέκας Νικόλαος, Μπόζοβιτς Αντώνιος, Μπούσιος Ι., Μύλλερ Ιωάννης, Ναθαναήλ Κωνσταντίνος, Ναούμ Νικίας, Νικολαΐδης Α., Νικολαΐδης Όμηρος, Νικολαΐδης Περικλής, Νικολαΐδης Πρόδρομος, Νικόπουλος Δημ., Ξανθόπουλος Γεράσιμος, Ξανθόπουλος Παναγιώτης, Ξενάκης-Δημητρακόπουλος, Οικονομόπουλος Αντώνιος, Οικονόμου Ιωάννης, Παιονίδης Φιλ., εργολάβος, Πανίτογλου Βασίλειος, Παπαγεωργίου Αθ., Παπαγιαννόπουλος Δημ., Παπαδόπουλος Εμμανουήλ, Παπαδόπουλος Ζαχαρίας, Παπακώστας Χαρ., Παπαναούμ Λάσκαρης, Παπανικολάου Βάιος, Παπαζιάν Κιρκόρ, Παπαστρατηγάκης Μιχαήλ, Περδικάρης Ορέστης, Περτσινίδης Θεοχάρης, Πετράκης Νικόλαος, Πετρόπουλος Π., Πολλάτος Γεώργιος, Πράσινος Δημήτριος, Ριζόπουλος Άγγελος, Σαργός Παντελής, Σβες Χρ., Σεμερτζιάν Χατζίκ, Σκενδέρης Αναστάσιος, Στάθης Θεόδωρος, Σταματόπουλος Χρήστος, Στεργιάδης Νικόλαος, Ταμπακίδης Ανδρέας, Ταντές Αντίγονος, Ταπτικλής Θεόδωρος, Τορνιβούκας Καπνοβιομηχανία, Τρύφωνος Άννα, Τσέντελης Αθανάσιος, Τσιγαρίδας Θωμάς, Τσούρκας Δημοσθένης, Φέσσας-Δήμας, Φέσσας Μιχαήλ, Φόνσερ Παύλος, Φραγκόπουλος Στέργιος, Φωτιάδης Βασίλειος, Χαλατζιάν Αρτίν, Χαμπούρης Άρης, Χαριζάνης Απ., Χατζηγεωργίου Καπνοβιομηχανία, Χατζηγεωργίου Γεώργιος, Χατζηγεωργίου Νικ., Χατζηνάκου Αδελφοί, Χατζηχρήστου Αρ., εργολάβος, Χατζόπουλος Γ., Χατζόπουλος Δημ., Χουβαρδάς Δημ., Χριστόπουλος Ταξ., Ωρολογάς Αλέξανδρος, Ωρολογάς Πέτρος.

Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

OIKONOMIKOI ΜΕΓΑΛΟΔΟΣΙΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Καθηγητής Άγγελος Αγγελόπουλος

Τα ονόματα των 163 οικονομικών
μεγαλοδοσιλόγων της Κατοχής


Tου Δημοσθένη Κούκουνα

Παρουσιάζουμε εδώ τους 163 οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, οι οποίοι κερδοσκόπησαν και πλούτισαν επί Κατοχής. Δεν είναι απαραιτήτως όλοι αυτοί μαυραγορίτες. Είναι όμως όλοι τους εκείνοι που δεν δίστασαν να συναλλαγούν με τις Αρχές Κατοχής, αναλαμβάνοντας προμήθειες ή κατασκευές για λογαριασμό τους.
Παρά το γεγονός ότι δεν έχει αφαιρεθεί ούτε ένα όνομα, ο κατάλογος αυτός δεν είναι πλήρης. Τον δημοσιεύουμε λοιπόν μάλλον ενδεικτικά, ώστε να ανιχνεύσουμε κάποια γνωστά ονόματα που απέκτησαν την τεράστια περιουσία τους, ελισσόμενοι επί Κατοχής και εκμεταλλευόμενοι τις περιστάσεις. Την ώρα που άλλοι συνάδελφοί τους πεινούσαν και δυστυχούσαν, που κυριολεκτικά δεν είχαν να θρέψουν την οικογένειά τους, που δεν μπορούσαν να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους ή για λόγους αρχής δεν δέχονταν να ασκήσουν το επάγγελμά τους υπό τις συνθήκες αυτές, οι άνθρωποι αυτοί έσπευσαν με περισσή προθυμία να υπηρετήσουν τον κατακτητή ως νεροκουβαλητές.
Εμπορεύθηκαν τη δυστυχία του λαού μας εκείνη την κρίσιμη ώρα. Κατά βάθος δεν είναι οι «έξυπνοι» που κατόρθωσαν να επιπλεύσουν. Είναι οι άτιμοι και οι ανέντιμοι που σε ώρα εσχάτης δυστυχίας δεν αδιαφόρησαν μόνο για τον διπλανό τους που έψαχνε στα σκουπίδια για μια μπουκιά, αλλά του αφαίρεσαν από το λιπόσαρκο σαρκίο του τις ελάχιστες ρανίδες αίματος που του είχαν απομείνει.
Δεν είναι σχήμα εντυπωσιασμού. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι στη χρονική εκείνη φάση καταστροφής και διάλυσης, ο κατακτητής ανέθετε σε κάποιους εκλεκτούς του τις προμήθειες ειδών που χρειαζόταν και τις κατασκευές οχυρωματικών και άλλων έργων που θεωρούσε απαραίτητες. Όταν μιλάμε για προμήθειες ειδών, εννοούμε όλο το φάσμα παραγωγής, διότι ο κατακτητής (επικαλούμενος μάλιστα και το διεθνές δίκαιο) έπρεπε να τραφεί και να ξενισθεί στον κατακτημένο τόπο. Η επιμελητεία των Αρχών Κατοχής θεωρούσε τα τιμολόγια των προμηθευτών (κατά κανόνα υπερτιμολογημένα) και τα υπέγραφε, ώστε να τα προσκομίζει προς εξόφληση στην Τράπεζα της Ελλάδος. Έτσι συνέβαινε ο πληθωρισμός να διογκούται και το χρήμα να χάνει ακόμη περισσότερο την αξία του.
Κάνουμε μια απλοϊκή περιγραφή της διαδικασίας, η οποία όμως δεν ήταν πάντα έτσι ιδανική.
Είναι γνωστή η περίπτωση μεγαλοβιομηχάνου επίπλων, ο οποίος επέτυχε να διαφθείρει τους συνήθως άτεγκτους σε τέτοια θέματα Γερμανούς αξιωματικούς της επιμελητείας και μοιραζόμενος μαζί τους τα δυσθεόρατα κέρδη που τόσο ακόπως αποκόμιζε, προμήθευε με έπιπλα για την καθημερινή τους διαβίωση τους Γερμανούς. Π.χ. ερχόταν με μετάθεση στην Ελλάδα ένας αξιωματικός και, με μέριμνα της επιμελητείας, επιτασσόταν το δωμάτιο ενός καλού αστικού σπιτιού και του το παραχωρούσαν για να κατοικεί. Οι «μιλημένοι» της επιμελητείας πήγαιναν πριν για να το επιθεωρήσουν και διαπίστωναν ότι χρειαζόταν καινούργιο κρεβάτι, καινούργιο σαλόνι, καινούργιο γραφείο κ.ο.κ. Στη συνέχεια απευθύνονταν στον Έλληνα επιπλοβιομήχανο και έκαναν την παραγγελία τους για άμεση εκτέλεση. Ακολουθούσε η προσκόμιση του τιμολογίου, το οποίο το προωθούσαν στην Τράπεζα της Ελλάδος για είσπραξη και χωρίς καθυστέρηση εκείνη εξοφλούσε τον λογαριασμό του προμηθευτή.
Αλλά τα έπιπλα της κατάστασης δεν παραδίδονταν παρά μόνο στα χαρτιά, αφού άλλωστε τα έπιπλα της ελληνικής οικογενείας που είχε διαταχθεί να παραχωρήσει το επιταγμένο δωμάτιο ήταν σε καλή κατάσταση. Αυτό γινόταν συστηματικά και έτσι συνέρρεε στα ταμεία του Έλληνα προμηθευτή πλούτος και πάλι πλούτος. Αλλά πλούτος αθέμιτος, ούτως ή άλλως. Οι Γερμανοί «συνεταίροι» έπαιρναν τη μίζα τους και όλα κυλούσαν ομαλά, με μόνιμο χαμένο την Τράπεζα της Ελλάδος που όλο και πλήρωνε. Μέχρι που κάποια στιγμή η ειδική υπηρεσία «εσωτερικών υποθέσεων» της γερμανικής επιμελητείας εντόπισε την απάτη.
Τόσο οι Γερμανοί όσο και ο Έλληνας «συνεταίρος» τους συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν στο στρατοδικείο. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι ποινές ήταν εξοντωτικές, συνήθως θανατικές, ιδιαίτερα για τους Γερμανούς που ήταν αναμεμιγμένοι. Ειδικά μάλιστα τότε, την εποχή του πολέμου, η χιτλερική Γερμανία είχε εκδώσει έναν ιδιώνυμο νόμο «περί προσβολής της εθνικής τιμής» στο εξωτερικό, δηλ. στις κατεχόμενες χώρες. Όποιος Γερμανός αξιωματικός ή οπλίτης λοιπόν υπέπιπτε σε αδικήματα που διέσυραν τη χώρα του (π.χ. βιασμοί, κλοπές, διαφθορά, απρόκλητες προσωπικές επιθέσεις κλπ.) υφίστατο αυστηρότατες κυρώσεις.
Θα αναρωτηθείτε τη συνέχεια. Ο Έλληνας επιπλοβιομήχανος (πρόκειται περί του Ελ. Σαρίδη) επέζησε. Ύστερα από κάποιων μηνών αγωνία για τη ζωή του, κατάδικος ων πλέον, επέτυχε να μετατραπεί η ποινή του. Για να το κατορθώσει αυτό, πλήρωσε ένα μυθώδες ποσόν σ’ έναν άλλον Έλληνα. Σ’ έναν γερμανομαθή νεαρό τότε Έλληνα δικηγόρο, ο οποίος ως «εξ απορρήτων» του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού είχε καλλιεργήσει ισχυρές φιλίες με τους εδώ Γερμανούς διπλωμάτες και στρατηγούς. Έχοντας τις κατάλληλες συστάσεις στην τσέπη του, ταξίδεψε στο Βερολίνο και κατόρθωσε να γλυτώσει τον πελάτη του. Όχι όμως και τους Γερμανούς «συνεταίρους» του τελευταίου. Ο Έλληνας προμηθευτής θα είχε μεταπολεμικά να διηγείται τις διώξεις που υπέστη από τους Γερμανούς, χωρίς βέβαια να αναφέρει στους αγνοούντες από τους συνομιλητές του περί τίνος επρόκειτο, ενώ ο νεαρός εκείνος δικηγόρος (ο Ιωάννης Γεωργάκης, αργότερα εξ απορρήτων του μεγαλοεφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση) επέπρωτο αργότερα να γίνει μέλος της Ακαδημίας Αθηνών...
Αν κάπως έτσι αντλούσαν τα αμύθητα κέρδη τους οι προμηθευτές των Αρχών Κατοχής, φαντασθείτε τι γινόταν με τους εργολάβους και τους κατασκευαστές τεχνικών έργων. Ας αναλογισθούμε την πρώτη ημέρα της Κατοχής πόσοι δρόμοι, πόσα γεφύρια, πόσα λιμάνια και πόσες εγκαταστάσεις είχαν καταστραφεί. Αλλά και στη συνέχεια πόσες ανάγκες προέκυπταν για τις Κατοχικές Αρχές να ανεγείρουν φυλάκια, διάφορες εγκαταστάσεις, στρατόπεδα, οικήματα, φυλακές, κτίρια, αποθήκες, να ιδρύουν ή να επεκτείνουν αεροδρόμια και λιμάνια, να κατασκευάζουν οχυρωματικά έργα κ.ο.κ. Έτσι άρχισε η «χρυσή εποχή» των διαπλεκομένων κατασκευαστών. Γνωστοί εργολήπτες και πολιτικοί μηχανικοί έσπευσαν να διασυνδεθούν καταλλήλως με αρμόδιους Γερμανούς και Ιταλούς αξιωματικούς για να παίρνουν τις αναθέσεις. Φυσικά δεν συνεργάστηκαν όλοι, πολλοί δεν θέλησαν ούτε καν να εργασθούν σε τέτοια έργα και προτίμησαν να πεινάσουν σε όλη την κατοχική περίοδο, αρνούμενοι να συμπράξουν στα στρατιωτικά έργα του εχθρού.
Όμως πολλά γνωστά ονόματα συνεργάστηκαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας Έλληνας πολιτικός μηχανικός έφτασε στο σημείο να εφεύρει ένα υποκατάστατο των φορτηγίδων που οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά υλικών στα νησιά. Τα καΐκια και τα άλλα πλοιάρια είχαν λόγω των πολεμικών γεγονότων περιορισθεί αριθμητικά και δεν επαρκούσαν στον κατακτητή για την εξυπηρέτησή τους. Ο ευφάνταστος πολιτικός μηχανικός έδωσε τη λύση, κατασκευάζοντας φορτηγίδες από ...μπετόν αρμέ. Στην αρχή ναυαγούσαν συχνά, αλλά εκείνος ο δαιμόνιος συμπατριώτης μας συνεχώς βελτίωνε το κατασκεύασμά του. Και οι Γερμανοί ενθουσιάστηκαν τόσο πολύ που είχαν εξασφαλίσει μια τέτοια καινοτόμο λύση για τις μεταφορές τους, ώστε έστειλαν αντίγραφα της εφεύρεσης στο Βερολίνο και από εκεί σε άλλες παραθαλάσσιες κατεχόμενες χώρες. Εννοείται ότι ο ίδιος θησαύρισε εξωφρενικά, αφού άλλωστε και εδώ το Ελληνικό Δημόσιο πλήρωνε.
Οι πολιτικοί μηχανικοί που είχαν αναλάβει την εκτέλεση τεχνικών και οχυρωματικών έργων από τις αρχές της Κατοχής μέχρι την άνοιξη του 1944 κέρδισαν κυριολεκτικά αμύθητα ποσά. Αν πάτε στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας και ρίξετε μια ματιά, αναζητώντας ποιο είναι το μεγαλύτερο και πολυτελέστερο μαυσωλείο, θα διαπιστώσετε ότι ανήκει σ’ έναν τέτοιον οικονομικό δοσίλογο, που θέλησε να διαιωνίσει την κατοχική αίγλη του ίδιου και της οικογένειάς του, εξασφαλίζοντας μάλιστα στα σκοτεινά εκείνα χρόνια την (παράνομη) άδεια του Δήμου Αθηναίων.
Σχεδόν όλοι οι κατασκευαστές, ύστερα από την άνοιξη του 1944, αν όχι νωρίτερα, χωρίς να πάψουν να παίρνουν αναθέσεις και να συνεχίζουν την είσπραξη των αμύθητων κερδών τους, περνούν σε ένα άλλο στάδιο: σκέπτονται και το αύριο. Αρχίζουν να ενισχύουν οικονομικά διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις, να χρηματοδοτούν αντιστασιακά έντυπα, στέλνουν κάποιο από τα παιδιά τους στα βουνά ή ακόμα και στο εξωτερικό για να «συμμετάσχουν στον κατά του εχθρού πόλεμο», ή επιτυγχάνουν να διασυνδεθούν με πράκτορες των συμμαχικών υπηρεσιών, στους οποίους παραδίδουν τα τοπογραφικά των έργων που εκτελούν και σωρεία άλλων χρήσιμων πληροφοριών που υποπίπτουν στην αντίληψή τους περί οχυρώσεων, νηοπομπών, ελλιμενισμών κλπ. Πολλές φορές τα χρήσιμα στοιχεία που διοχετεύονται στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής καταλήγουν στον βομβαρδισμό των υπό εκτέλεση έργων. Αυτό δεν είναι άσχημο, διότι έτσι παίρνουν νέα ανάθεση να ξαναρχίσουν από την αρχή, οπότε αυξάνεται ο τζίρος.
Με όλη αυτή τη διαδικασία, πολλοί από τους κατασκευαστές, που παραπέμφθηκαν μεταπολεμικά να δικαστούν για δοσιλογισμό στην Ελληνική Δικαιοσύνη, έφεραν ως μάρτυρες υπεράσπισης Βρετανούς αξιωματικούς ή αξιόπιστους αντιστασιακούς, οι οποίοι φυσικά κατέθεσαν ότι οι κατηγορούμενοι συνέβαλαν στη ...συμμαχική νίκη. Ευνόητο είναι ότι σχεδόν όλοι αθωώθηκαν και οι θησαυροί θησαυροί. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν των μετόχων μιας τεχνικής εταιρίας, γνωστών ονομάτων της αθηναϊκής κοινωνίας (ο αδελφός του ενός υπήρξε μάλιστα επί πολλά χρόνια βουλευτής και υπουργός), οι οποίοι όχι μόνο δεν καταδικάστηκαν, αλλά και ...παρασημοφορήθηκαν! Φυσικά στα μεταπολεμικά χρόνια διατήρησαν όλη τους την αίγλη και συνέχισαν οι ίδιοι, και σήμερα οι κληρονόμοι τους, να παίρνουν μεγάλα δημόσια έργα με προϋπολογισμούς που καλύπτονταν από τις αμερικανικές βοήθειες.
Κάπως έτσι έχει γραφεί η ιστορία των οικονομικών δοσιλόγων. Και αν τελικά δεν τα κατάφεραν να γλυτώσουν τις καταδίκες και τις τιμωρίες, επανήλθαν λαύροι και στελέχωσαν τη νεώτερη μεγαλοαστική τάξη.
Μέσα στα ονόματα του καταλόγου που δημοσιεύεται, θα παρατηρήσει κανείς ανθρώπους που μεταπολεμικά συνέχισαν την πληθωρική παρουσία τους στην ελληνική οικονομία, ορισμένοι μάλιστα έγιναν οι στυλοβάτες της μεταπολεμικής ελληνικής οικονομίας. Έως και σήμερα διατήρησαν τον πλούτο αυτόν, τον επαύξησαν και κάποιοι μάλιστα έγιναν τιμητές και με το χρήμα τους απέκτησαν φωτοστέφανα. Κάποιων άλλων τα παιδιά και τα εγγόνια συνεχίζουν να δρέπουν δάφνες στην οικονομική ζωή του τόπου ως μεγαλομεγιστάνες, στηριζόμενοι στον πλούτο που με τέτοιο τρόπο συνελέγη.
Θα εκπλαγεί κανείς διαπιστώνοντας ότι μέσα στον κατάλογο αυτόν δεν λείπουν εβραϊκά ονόματα. Το θέμα όμως δεν μας είναι άγνωστο. Πράγματι Έλληνες Εβραίοι υπήρξαν αρκετοί που συνεργάστηκαν οικονομικά με τον κατακτητή, αλλά και πολιτικά!
Μεταπολεμικά η Ελληνική Πολιτεία, αν και τιμώρησε τους οικονομικούς δοσιλόγους, δεν εξάντλησε την αυστηρότητά της ώστε να τους απομονώσει. Ούτε και η κοινωνία τους απολάκτισε. Αντίθετα, οι αρχές τους αντιμετώπισαν συχνά ευνοϊκά, σεβόμενες προφανώς την ογκώδη οικονομική επιφάνεια που είχαν στο σκότος και σε βάρος του λιμώττοντος λαού αποκτήσει.
Και όταν κάποτε ο οικονομικός δοσιλογισμός ξεχάστηκε, τα ίδια πρόσωπα, δηλ. πολλά απ’ αυτά, επανέκαμψαν με ζήλο στην επιχειρηματική δράση. Απαίτησαν προνόμια και τα έλαβαν. Με τα ισχυρά κεφάλαια, κεφάλαια που είχαν αποκτηθεί με κατοχικό «ιδρώτα» και υπό καθεστώς άκρατου αμοραλισμού, επένδυσαν σε μονοπωλιακά ή ολιγοπωλιακά είδη και τα πολλαπλασίασαν. Έγιναν οι Ηρακλείς της ελληνικής οικονομίας. Και σήμερα ακόμη, ύστερα από εξήντα χρόνια και παρά τις ζημίες και απώλειες σε περιόδους κρίσεων, υπάρχουν Έλληνες μεγιστάνες στηριζόμενοι στα κεφάλαια που συγκεντρώθηκαν χάρη στην οικονομική συνεργασία με τον εχθρό.
Θα αποφύγουμε τον πειρασμό να επιμείνουμε σε συγκεκριμένα ονόματα, αν και όποιος ενδιαφέρεται μπορεί μόνος του να κάνει συσχετισμούς. Θα βρει μεγιστάνες που επί δεκαετίες πρωταγωνίστησαν στην οικονομική ζωή του τόπου. Θα βρει μεγαλοεπιχειρηματίες που προχώρησαν σε ποικίλες άλλες δραστηριότητες και κατέστησαν ταγοί της κοινωνίας μας, καθώς ανυποψίαστη η κοινή γνώμη είχε λησμονήσει την προέλευση των χρημάτων τους. Άλλους που χρηματοδότησαν μεγάλα ονόματα της πολιτικής ή άλλους που αναμίχθηκαν οι ίδιοι στην πολιτική για να γίνουν οι ίδιοι ή οι γόνοι τους υπουργοί και διαπρεπείς προσωπικότητες, χωρίς κανείς να φαντάζεται ότι με την εύνοια του κατακτητή απέκτησαν το παντοδύναμο χρήμα. Ορισμένους μάλιστα που δεν δίστασαν να διαθέσουν ψιχία (αναλογικά) από την περιουσία τους, τέτοιας πραγματικής αξίας όμως ώστε να τους απονεμηθεί μέχρι και ο τίτλος του εθνικού ευεργέτη! Και άλλοι, και άλλοι.
Εκτός από τους αναφερόμενους οικονομικούς δοσιλόγους, υπάρχουν και άλλες παρεμφερείς κατηγορίες, όπως οι κατοχικοί μεγαλομαυραγορίτες. Διαθέτοντας και καλλιεργώντας πάσης φύσεως διασυνδέσεις με τις Αρχές Κατοχής συγκέντρωσαν στα χέρια τους ποσότητες δυσεύρετων ειδών, κυρίως τροφίμων ευρείας κατανάλωσης, που τις έσπρωχναν στην κατανάλωση με χιλιοπλάσιες τιμές. Το αποτέλεσμα ήταν οι μεν μαυραγορίτες να θησαυρίζουν ανενόχλητοι και φυσικά ανεξέλεγκτοι, ο δε λαός να στερείται τα στοιχειώδη αγαθά που θα μπορούσε να προμηθευθεί, εκτός αν ήταν έτοιμος να διαθέσει ένα ολόκληρο σπίτι για να εξασφαλίσει λίγα μόλις γεύματα. Οι θάνατοι από πείνα οφείλονται σ’ αυτό το κλίμα μαυραγοριτισμού που απλώθηκε επί Κατοχής, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο, τον φοβερό χειμώνα 1941-42.
Οι μαυραγορίτες ήταν στο στόχαστρο των κατοχικών κυβερνήσεων, ακόμη και των ίδιων των κατακτητών, αφού τους εξέθεταν στην κοινή γνώμη ως αδιαφορούντες για την επιβίωση του λαού. Ο στρατηγός Τσολάκογλου, ο κατοχικός πρωθυπουργός, σε πολλές περιπτώσεις παρενέβη θεαματικά για να ελέγξει την κατάσταση αυτή και είναι χαρακτηριστική η παρέμβασή του αυτή με τη χειροδικία του (τουτέστιν με τα χαστούκια του) προς κάποιους συλληφθέντες επ’ αυτοφώρω μεγαλομαυραγορίτες τροφίμων. Ανάλογη θεαματική αντιμετώπιση είχαν και άλλοι συνάδελφοί τους, αυτή τη φορά από τους Γερμανούς, οι οποίοι μάλιστα για παραδειγματισμό τους απαγχόνισαν από τους στύλους σε μεγάλους αθηναϊκούς δρόμους.
Το παράδοξο όμως είναι που μεταπολεμικά αυτοί οι μεγαλομαυραγορίτες επέζησαν οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, παρά το γεγονός ότι η κατοχική συμπεριφορά τους ήταν πάνω απ’ όλα αντικοινωνική και ανθελληνική. Και βεβαίως όσοι δεν επέζησαν βιολογικά, είχαν τους φυσικούς διαδόχους τους για να πάρουν τη σκυτάλη και να συνεχίσουν το μεσουράνημα των επιχειρήσεών τους. Και πάλι το κατοχικό παρελθόν ξεχάστηκε. Και έχουμε χαρακτηριστική περίπτωση τον γόνο ενός τέτοιου μεγαλομαυραγορίτη τροφίμων, διαθέτοντα πάντα το ισχυρότατο ταμείο που με τέτοια διαγωγή είχε σχηματίσει ο πατέρας ή ο παππούς του, να φθάσει - πενήντα χρόνια αργότερα - στη δημοσιότητα, ως αγοραστής της κληρονομητέας έπαυλης Μινέικο του Ψυχικού, την οποία αγόρασε από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Είναι εκείνος που και μόλις πρόσφατα εμφανίσθηκε πάλι στη δημοσιότητα, επειδή ζητεί να του επιστραφούν τα χρήματα που είχε διαθέσει για την αγορά, η οποία ύστερα από ένα περίπλοκο πλέγμα διαδικασιών, ακυρώθηκε. Και, να προσθέσουμε, είναι ο ίδιος που στα τελευταία χρόνια τιμήθηκε με ηγετική θέση στη διοίκηση του Κολλεγίου Αθηνών.
Όλους αυτούς τους οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, που απέκτησαν τέτοιες αμύθητες περιουσίες, ο πανδαμάτωρ χρόνος - όπως ήταν αναμενόμενο - δεν τους λησμόνησε και ελάχιστοι σήμερα ίσως επιζούν. Αλλά και εκείνοι που πέθαναν και εκείνοι που τυχόν ζουν ανάμεσά μας, έχουν επιμελώς αποκρύψει το πραγματικό παρελθόν τους. Θα ήταν έλλειψη στοιχειωδών φυσικών ανακλαστικών, αν γινόταν διαφορετικά.
Αλλά η ιστορία δεν καταγίνεται στην παροχή συγχωροχαρτίων. Έχει διαφορετική αντίληψη και η κρίση της δεν επηρεάζεται από συναισθηματισμούς και υποκειμενισμούς. Η πολιτεία μπορεί με άνεση να αμνηστεύει, όπως και η κοινωνία. Η ιστορία όμως δεν έχει τέτοιο δικαίωμα - και βεβαίως σε κάθε ευκαιρία το αποδεικνύει.

 ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΟΔΟΣΙΛΟΓΩΝ

Αβραμίδης Ι., επιχειρηματίας
Αγγελόπουλος Θ. & Υιοί, επιχειρηματίες
Αγιουτάντης Α., εργολάβος
Αλβανόπουλοι Κ. και Ι., εργολάβοι
Αντωνόπουλος Α., εργολάβος
Βαρχανέα Σ., επιχειρηματίας
Βασιλάκος Α., εργολάβος
Βασιλειάδης Α., επιχειρηματίας
Βέλλιος Ε., εργολάβος
Βερνίκος Α., επιχειρηματίας
Βερνίκος Ν., επιχειρηματίας
Βερνίκος Ν., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Βόμβα Αφοί, προμηθευτές Αρχών Κατοχής
Βόμβας Τ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Βορρεάδης Ι., επιχειρηματίας
Γεωργιάδης Γ., επιχειρηματίας
Γεωργιάδης Σ., επιχειρηματίας
Γιαδικιάρογλου Ρ., επιχειρηματίας
Γιαδικιάρογλου Φ., επιχειρηματίας
Γιαννουλάτος Ε., επιχειρηματίας
Γιατζόγλου Ε., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Γκέρτσος Δ., επιχειρηματίας
Γκέρτσος Θ., επιχειρηματίας
Γκέρτσος Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Γκορίτσας Ε., εργολάβος
Γκουντελιάν Α., εργολάβος
Γκουτρούμ Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Δαμιανός Μ., εργολάβος
Δευκόπουλος Κ., εργολάβος
Δήμας Σ., επιχειρηματίας
Διάκος Ε., εργολάβος
Δοανίδης Π., εργολάβος
Δολτσέτης Ι., εργολάβος
Έμκε Ρ., επιχειρηματίας
Ευστρατίου Δ., επιχειρηματίας
Ζαλώνης Μ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Ζαννέτος Κ., επιχειρηματίας
Ζανουδάκης Α., επιχειρηματίας
Ζανουδάκης Σ., επιχειρηματίας
Ζαντεμίσκωφ χήρα, επιχειρηματίας
Ζαχάρωφ Γ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Ζήζηλας Ι., εργολάβος
Θεοδωρόπουλος Ε., εργολάβος
Ιγγλέσης Γ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Ιωαννίδης Β., εργολάβος
Ιωαννίδης Γ., εργολάβος
Καβαντζάς Δ., εργολάβος
Καββαδίας Κ., επιχειρηματίας
Καϊβάνοι Αφοί, εργολάβοι
Καλημέρης Β., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Καλιάζης Κ., εργολάβος
Καλιαμπέτσος Α. και Σ., εργολάβοι
Κάμφωνας Α., επιχειρηματίας
Καραγιάννης Κ., επιχειρηματίας
Καράσσος Σ., επιχειρηματίας
Καρδασιλάρη Υιοί, προμηθευτές Αρχών Κατοχής
Κατηφόρης Π., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Κατσίγερας Σ., επιχειρηματίας
Κεφάλας Κ., επιχειρηματίας
Κεχαγιάς Χ., εργολάβος
Κηρύκοι-Αλεξάτος, επιχειρηματίες
Κόβερης Ι., επιχειρηματίας
Κόκκινος Κ., επιχειρηματίας
Κολοβός Γ., επιχειρηματίας
Κολοζώφ Α., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Κοραής Σ., επιχειρηματίας
Κορωναίος Α., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Κούρηξ Δ., επιχειρηματίας
Κουρμούλης Μ., εργολάβος
Κουρτ Μ., επιχειρηματίας
Κούρτογλου Ι., εργολάβος
Κουτσουρόπουλος Λ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Κρανιώτη Αφοί, εργολάβοι
Κριεζής Ι., εργολάβος
Κρίκος Μ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Κυπαρισσόπουλος Ε., επιχειρηματίας
Κυφιώτης Α., εργολάβος
Κωστάλας Σ., επιχειρηματίας
Λαζαράκης Ανδρ., επιχειρηματίας
Λαζαράκης Κ., επιχειρηματίας
Λαζαρίδης Π., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Λασκαρίδης Χ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Λιοπυράκης Θ., επιχειρηματίας
Λυμπεράκης Μ., εργολάβος
Μαθιουδάκης Ι., εργολάβος
Μανιάκης Α., εργολάβος
Μάνος Α., εργολάβος
Μαντζάκας Σ., εργολάβος
Ματαραντζής Ι., επιχειρηματίας
Μάτσας Α., επιχειρηματίας
Μαυράγγελος Μ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Μαύρου Φ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Μεγαλοοικονόμου Λ., επιχειρηματίας
Μεϊμαρίδης-Πιρπίρογλου, προμηθευτές Αρχών Κατοχής
Μήκας Δ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Μικέλης Ν., εργολάβος
Μόσχος Π., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Μπαντζάς Ν., επιχειρηματίας
Μπαρμπαγιαννάκης Ι., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Μπαρμπαρής Σ., εργολάβος
Μπρούνος Λ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Μωυσόγλου Α., επιχειρηματίας
Ναούμ Α., επιχειρηματίας
Ναχνικιάν Ζ., εργολάβος
Νισίμ Κ., επιχειρηματίας
Νταής Α., εργολάβος
Ντεκιπέλο Κατάλιτο, εργολάβος
Ντιλέρνια Γ., εργολάβος
Ξανθόπουλος Α., εργολάβος
Ξανθόπουλος Ι., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Ξανθόπουλος Π., εργολάβος
Παβεζόπουλος Α., επιχειρηματίας
Παπαδάκης Ε., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Παπαδόπουλος Γ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Παπαδόπουλος Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Παπαδόπουλος Ο.Ε., επιχειρηματίας
Παπανικολάου Π., επιχειρηματίας
Παπασταύρου Χ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Παραβάντος Ι., επιχειρηματίας
Πασσάς Ι., εργολάβος
Περικάρης Εμμ., εργολάβος
Πετρίδης Ι., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Πετρίδης Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Πετρόπουλος Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Πετυχάκης Φ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Πλέσσας Α., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Πλέσσας Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Πλέσσας Σπ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Πλέσσας Στ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Πουλάκος Β., επιχειρηματίας
Προφέτας Α., επιχειρηματίας
Ρεμέντζης Γ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Ρόζενσταϊν-Ροζάκης Λ., επιχειρηματίας
Ρουρούλης Σ., επιχειρηματίας
Ρούσσος Δ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Σαλαπάτας Α., επιχειρηματίας
Σαλαπάτας Β., επιχειρηματίας
Σαλαπάτας Σ., επιχειρηματίας
Σαλούστρος Π., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Σαραντάκης Ο., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Σαράντης Ι., επιχειρηματίας
Σαράντης Ρ., επιχειρηματίας
Σαρφάτης Ρ., επιχειρηματίας
Σεραφειμίδης-Γεωργακάς, προμηθευτές Αρχών Κατοχής
Σκλαβούνος Λ., επιχειρηματίας
Σουπίλας Σ., επιχειρηματίας
Σοφιανόπουλος Π., εργολάβος
Σταματόπουλοι Α., Λ., Θ., Ρ. & Ο., επιχειρηματίες
Στασινόπουλοι Ι., Η & Μ., επιχειρηματίες
Στίκας Α., επιχειρηματίας
Στίπας Π., επιχειρηματίας
Συριανάκης Θ., επιχειρηματίας
Τερζόγλου Ν., επιχειρηματίας
Τολιάς Β., εργολάβος
Φερλάτσο Ο., προμηθευτής Αρχών Κατοχής
Φουρναράκης-Ιωαννίδης, εργολάβοι
Φώκερ Σ., εργολάβος
Χάινε Ε., επιχειρηματίας
Χαραλάμπους Μ., εργολάβος
Χασαπάκος Χρ., επιχειρηματίας
Χατζηνάκος Γ., εργολάβος
Χατζηπαναγιώτης Ι., εργολάβος
Χόχνετς Φ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής


Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια», που θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις  Εκδόσεις  Ερωδιός  (τηλ. 2310  282782). Ο Δ. Κούκουνας είναι ιστορικός συγγραφέας, ειδικευμένος στα κατοχικά θέματα.