Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαρδάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαρδάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

Κώστα Μαρδά: Η "Ιστορία της Κατοχής" του Δ. Κούκουνα


«Ιστορία της Κατοχής»
δύο τόμοι με ντοκουμέντα ηρωισμού, οδύνης αλλά και ντροπής

Τις 1.267 μέρες δουλείας και στερήσεων, υπό τον ζυγό του Άξονα το 1941- 44, φωτίζει το δίτομο έργο «Ιστορία της Κατοχής» του Δημοσθένη Κούκουνα, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λιβάνη. Είναι μια εξιστόρηση χωρίς παρωπίδες, κυρίως μέσα από έγγραφα της εποχής και πηγές- βιβλία πρωταγωνιστών και ιστορικών. Ξεκινάει από το βενιζελικό κίνημα του 1935, τη δικτατορία του Μεταξά το 1936, τη στρατιωτική προετοιμασία μέσα σε μια διαμάχη αγγλόφιλων – γερμανόφιλων, για να καταλήξει στην αντίσταση των Κρητικών με νύχια και με δόντια κατά των γερμανών αλεξιπτωτιστών. Και από κει στις δωσιλογικές κυβερνήσεις και στη φοβερή τριπλή κατοχή (Γερμανία, Ιταλία, Βουλγαρία) που έφερε τον τρομερό θάνατο από πείνα, οδηγώντας παράλληλα στην οργάνωση της εθνικής αντίστασης.
Ο συγγραφέας παρουσιάζει τα γεγονότα δίχως ιδεολογικά στερεότυπα και κατεστημένες οπτικές, προσφέροντας στον αναγνώστη δεκάδες ντοκουμέντα της εποχής και εκατοντάδες φωτογραφίες που ζωντανεύουν την ατμόσφαιρα νίκης, ήττας, προδοσίας, ηρωισμού, ίντριγκας, φοβίας, διχασμού, ελευθερίας και ξανά μισαλλοδοξίας.
Μελετώντας τις 1.053 σελίδες μεγάλου σχήματος των δύο τόμων, ξεχωρίσαμε ορισμένα γνωστά αλλά και λιγότερο γνωστά γεγονότα και έγγραφα, όπως είναι για παράδειγμα η επιστολή Ζαχαριάδη για συστράτευση κατά των Ιταλών φασιστών όταν επιτέθηκαν στο Αλβανικό μέτωπο. Η επιστολή παρατίθεται ολόκληρη στο Α΄τόμο με αναφορά στο τι προηγήθηκε και τι ακολούθησε. Ας θυμηθούν λοιπόν οι παλιοί και ας μάθουν οι νέοι:
Ο φυλακισμένος για κομμουνιστική δράση αρχηγός του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, σε ανοιχτό του γράμμα που δημοσιεύθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1940 σε όλες τις αθηναϊκές εφημερίδες και μεταδόθηκε από το κρατικό ραδιόφωνο, κάλεσε τον ελληνικό λαό σε εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο ενάντια στο φασισμό του Μουσολίνι γράφοντας, μεταξύ άλλων: «Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα. Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη».
Σε μακροσκελή του επιστολή-ανάλυση της κατάστασης στα Βαλκάνια ο Χίτλερ έγραψε τις ανησυχίες του στις 20 Νοεμβρίου του 1940 στο Μουσολίνι βλέποντας πως δεν θα καταφέρει να νικήσει στο Αλβανικό μέτωπο. Η Ελλάδα του φασίστα Μεταξά θαύμαζε τον εθνικοσοσιαλισμό, αλλά στην εξωτερική πολιτική είχε συμμαχήσει με τη Μεγάλη Βρετανία επιτρέποντας την παρουσία στρατιωτικών της δυνάμεων στην ελληνική επικράτεια: «Οι στρατιωτικές συνέπειες είναι, Ντούτσε, πολύ σοβαρές. Η Αγγλία θα αποκτήσει κάποιον αριθμό αεροπορικών βάσεων, που όχι μόνο θα την φέρουν κοντά στις πετρελαιοπηγές του Πλοεστίου, αλλά επίσης σε άμεση γειτνίαση με ολόκληρη τη Νότια Ιταλία, ιδίως δε τα λιμάνια επιβιβάσεως, τη μητροπολιτική Ιταλία και την Αλβανία. Ενώ μέχρι τώρα οι ρουμανικές πετρελαιοπηγές δεν ήταν καν μέσα στην ακτίνα δράσεως των βρετανικών βομβαρδιστικών, αυτά πλησίασαν τώρα σε απόσταση πτήσεως μικρότερη των 500 χιλιομέτρων».
Όμως ο Βρετανός Πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ δεν έδειχνε διάθεση να πολεμήσει υπέρ της χώρας μας εναντίον των Γερμανών. Στις 6 Μαρτίου του 1941 τηλεγράφησε στον υπουργό του επί των Εξωτερικών που βρισκόταν στην Αθήνα: «Οφείλουμε να απαλλάξουμε τους Έλληνες από το συναίσθημα ότι είναι υποχρεωμένοι να απορρίψουν γερμανικό τελεσίγραφο. Αν από μόνοι τους αποφασίσουν να πολεμήσουν, οφείλουμε σε κάποιο βαθμό να συμμερισθούμε την τύχη τους. Αλλά μια γρήγορη γερμανική προέλαση μπορεί να αποτρέψει την εμπλοκή σοβαρών βρετανικών δυνάμεων. Η απώλεια της Ελλάδος καθόλου δεν αποτελεί μεγάλη καταστροφή για μας…». Πράγματι, μετά την εισβολή των Γερμανών και την ελληνική υποχώρηση και ενώ συνεχιζόταν η γερμανική προέλαση, οι 57.000 Άγγλοι στρατιώτες αποδύθηκαν σε ένα αγώνα διαφυγής αφήνοντας σε ορισμένες περιπτώσεις ακάλυπτες τις ελληνικές δυνάμεις…
Ο συγγραφέας δίνει εν εκτάσει τις διαδικασίες συνθηκολόγησης:
Η ελληνική επικράτεια παραδόθηκε στους Γερμανούς με τέσσερα πρωτόκολλα συνθηκολόγησης. Το πρώτο υπογράφτηκε στις 9 Απριλίου του 1941 από τον στρατηγό Κωνσταντίνο Μπακόπουλο .Αφορούσε την παράδοση της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης. Τα άλλα τρία υπογράφτηκαν από τον στρατηγό Γεώργίο Τσολάκογλου στις 20, 21 και 23 Απριλίου του 1941 . Ο στρατηγός Μπακόπουλος ενήργησε με τη συγκατάθεση του αρχιστράτηγου Αλέξανδρου Παπάγου. Αντιθέτως, ο φιλοναζιστής στρατηγός Τσολάκογλου, τιμηθείς επ΄ανδραγαθία στο μέτωπο, θεωρώντας πως ήταν άσκοπη η περαιτέρω θυσία αίματος, παρέδωσε με δική του πρωτοβουλία. Ανέλαβε κατοχικός Πρωθυπουργός, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να καταδικασθεί μεταπολεμικά σε θάνατο λόγω εσχάτης προδοσίας.
Στο πρώτο πρωτόκολλο παράδοσης οι δύο πλευρές δήλωσαν πως «αναγνωρίζεται ρητώς, ότι μέχρι του τέλους των διαπραγματεύσεων, τα Ελληνικά Στρατεύματα της Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας ηγωνίσθησαν γενναίως κατά των γενναίων Γερμανικών Στρατευμάτων». Οι έλληνες στρατιώτες δεν θεωρήθηκαν αιχμάλωτοι πολέμου. Κάτι που έγινε για πρώτη φορά στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως, στα επόμενα πρωτόκολλα οι όροι καταπατήθηκαν από τους Ναζί κατόπιν πιέσεων από τους νικημένους Ιταλούς.
Απροκάλυπτα προπαγανδιστής του Χιτλερισμού ήταν ο Τσολάκογλου με την πρώτη του ημερήσια διαταγή «προς τον τέως στρατόν μας», στις 6Μαίου του 1941: «Ο γερμανικός στρατός δεν ήλθεν ως εχθρός, ως πολέμιος. Ήλθεν ως φίλος. Κατέλαβε τα εδάφη μας δια να εκδιώξει εκ της ηπειρωτικής Ελλάδος τους Άγγλους, οίτινες κακή τη μοίρα προσεκλήθησαν παρά της εγκληματικής κυβερνήσεως εις το εθνικόν μας έδαφος. Εν τη περιπτώσει ταύτη έχομεν υποχρέωσιν να δείξωμεν τα φιλικά μας αισθήματα, να συμμορφωθώμεν προς την νέαν τάξιν πραγμάτων και να ενστερνισθώμεν τα μεγάλα δόγματα και τας υψηλάς αρχάς του εθνικοσοσιαλισμού και της νέας αυτής πολιτικής θρησκείας, την οποίαν η φωτεινή διάνοια και η μεγάλη ψυχή του Φύρερ εδημιούργησε».
Παραστατική είναι και η αναφορά του συγγραφέα στην υπερφίαλη συμπεριφορά των Ιταλών φασιστών στα Ιόνια Νησιά:
Στην Κέρκυρα οι Ιταλοί διόρισαν νομάρχη τον Ιωάννη Καποδίστρια, τελευταίο επιζώντα της ιστορικής οικογένειας του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας, με βασικό προσόν του το ότι διατηρούσε τον τίτλο του κόμητα που θα τους έφερνε σε επαφή με την τοπική αριστοκρατική τάξη. Αλλά ο κόμης, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις του απολυταρχικού διοικητή Πιέρο Παρίνι, δεν έδειξε ουδεμία προθυμία.
Τραγική και συνάμα… γραφική ήταν και η στάση της ρουμανικής… ανθυπομειονότητας:
Στην κατακτημένη Δυτική Μακεδονία και στη Θεσσαλία βρέθηκαν ρουμανίζοντες λατινόφωνοι Βλάχοι να διακηρύξουν τη δημιουργία …πριγκιπάτου με πρωτεύουσα τη Λάρισα, έχοντας επικεφαλής τον Αλκιβιάδη Διαμάντη, ο οποίος σε μανιφέστο του υπό ημερομηνία 1 Μαρτίου του 1942 ισχυριζόταν: «Το καθήκον μας επιβάλλει, ως απόγονοι των Αρχαίων Ρωμαϊκών Λεγεώνων και των πέραν του Δουνάβεως ελευθέρων εδαφών ν΄αγωνισθώμεν παρά το πλευρόν της Ιταλίας και Γερμανίας»! Δηλαδή απαιτούσαν δικό τους κράτος με το σκεπτικό ότι είχαν ξεμείνει επί δύο χιλιάδες χρόνια στην Ελλάδα και καταπιέζονταν…
Το ίδιο και οι Μουσουλμάνοι φιλοαλβανοί Τσάμηδες της Θεσπρωτίας που προέβησαν σε σφαγές αμάχων και άλλες ανήκουστες πράξεις βίας. Μόνο στα χωριά του Φαναρίου δολοφόνησαν, σε συνεργασία με τους κατακτητές, 632 άτομα, βίασαν 209 γυναίκες, πυρπόλησαν 2.332 κατοικίες, προκαλώντας ελληνικά αντίποινα εκ μέρους του στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα αρχηγού του ΕΔΕΣ.
Ο δεύτερος τόμος ρίχνει φως σε ένα θέμα ντροπής:
Το πληροφοριακό δίκτυο των Γερμανών στη χώρα μας είχε συγκροτηθεί από τις δυνάμεις του Γ΄ Ράϊχ πολύ πριν από την εισβολή και διατηρήθηκε και μετά την ήττα του Άξονα. Επρόκειτο για το δίκτυο «Σωκράτης» που αντλούσε τις πληροφορίες του από την πολυάριθμη δεξαμενή γερμανόφιλων. Αρχηγός αυτής της κατασκοπευτικής οργάνωσης υπήρξε μια γυναίκα, η φανατική εθνικοσοσιαλίστρια Λίλη Βουτσινά, το γένος Σμόλκα, γερμανικής καταγωγής, σύζυγος γνωστού στην αθηναϊκή κοινωνία Έλληνα. Συνολικά ο αριθμός των Ελλήνων που συνεργάσθηκαν με τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες υπολογίζεται σε πέντε χιλιάδες…
Ο Δημοσθένης Κούκουνας γεννήθηκε το 1950 στην Πάτρα και σπούδασε οικονομικά στην Αγγλία. Εργάσθηκε ως δημοσιογράφος σε αθηναϊκές εφημερίδες, εκδότης του "Νεολόγου Πατρών", διευθυντής των περιοδικών "Νέα Ηγεσία", "Λαβύρινθος", "Τότε" και του βιογραφικού λεξικού "Who is Who". Επί σαράντα χρόνια έχει ασχοληθεί με την ιστορική έρευνα της κατοχής και συνεχίζει απτόητος…

Κώστας Μαρδάς

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΡΔΑΣ (ΑΠΕ-ΜΠΕ)


Όλη η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια και ένα βιβλίο με πικρές αλήθειες

(Δημοσθένη Κούκουνα, Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια, Εκδόσεις Ερωδιός)

Του Κώστα Μαρδά (ΑΠΕ 26.11.2012)


Σε πεντακόσια δισεκατομμύρια ευρώ- για την ακρίβεια 510.033.165.000- ανέρχονται οι ανεξόφλητες οφειλές της Γερμανίας από τα κατοχικά δάνεια. Σε αυτό το ύψος υπολογίζει ο συγγραφέας Δημοσθένης Κούκουνας το περιλάλητο ποσό, σύμφωνα με στοιχεία που περιλαμβάνονται στο βιβλίο του «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή» και υπότιτλο «η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ερωδιός.
Σε μια ογκώδη μελέτη 556 σελίδων κάνει μια ιστορική επισκόπηση της αφαίμαξης του ελληνικού λαού από τις δυνάμεις κατοχής των Γερμανών Ναζί και των Ιταλών φασιστών, όταν υποχρέωσαν την Ελλάδα να τους δανείσει για να καλύψουν τα έξοδα συντήρησης των στρατευμάτων κατοχής!
Ο συγγραφέας, ο οποίος έχει μια προσφορά δεκαετιών στην ιστορική έρευνα αυτού του θέματος, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία της Τράπεζας Ελλάδας- η οποία υποχρεώθηκε να υπογράψει τη συμφωνία της Ρώμης το 1942 - αναφέρει ότι η μεταπολεμική Ιταλία αναγνώρισε την οφειλή της και ύστερα από διαπραγματεύσεις με τις ελληνικές κυβερνήσεις για το ακριβές ποσό, το αποπλήρωσε. Εν αντιθέσει με την μεταπολεμική Γερμανία ,η οποία δεν αναγνώρισε την οφειλή της ,με αποτέλεσμα το ελληνικό κράτος να δικαιούται την είσπραξη του δανείου με τους επιπλέον τόκους που τρέχουν μέχρι και σήμερα.
Η πραγματική αποτίμηση του γερμανικού χρέους- επισημαίνει ο ερευνητής- έφθασε ως την ημέρα που αποχώρησαν τα γερμανικά στρατεύματα στο συνολικό ύψος των 100 δις ευρώ, χωρίς να περιλαμβάνονται πολεμικές επανορθώσεις και αποζημιώσεις.
Ο όρος περί άτοκης επιστροφής των δανείων ξεπεράστηκε όταν η δανειακή σύμβαση κατέστη ληξιπρόθεσμη. Αυτό συνέβη με τη Διάσκεψη Ειρήνης του 1946. Από τότε τα δάνεια είναι έντοκα και, άρα, το αρχικό κεφάλαιο των 100 δις , με ένα χαμηλό επιτόκιο 2,5% ανεβαίνει στο μεγάλο αυτό ποσό, που φθάνει και περισσεύει να ξεπληρώσει όλο το ελληνικό χρέος.
Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι πολλοί έλληνες οικονομολόγοι και μελετητές, ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες αριθμών, δίνουν άλλους αριθμούς , αλλά ουδείς από γερμανικής πλευράς μπορεί να αμφισβητήσει τα χρηματικά ποσά που έφευγαν κατά τα τακτά διαστήματα από τη Τράπεζα Ελλάδας προς τα ταμεία του Γ΄ Ραϊχ, οδηγώντας τον ελληνικό πληθυσμό στο θάνατο λόγω ασιτίας. Στο βιβλίο περιλαμβάνεται πολυσέλιδος αναλυτικός πίνακας με τις μηνιαίες καταβολές προς τις κυβερνήσεις Χίτλερ και Μουσολίνι, από το 1941 έως το 1944, υπολογιζόμενες σε δραχμές και σε χρυσές λίρες.
Επί πλέον, η νομική διεκδίκηση καθίσταται ισχυρή ,ειδικώς μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, αφού βάσει της σύμβασης που υπογράφτηκε μεταξύ του διοικητή της Τράπεζας Ελλάδας τον Μάρτιο του 1942 και τον Δεκέμβριο του 1942, η Γερμανία δεσμεύθηκε για τον χρόνο έναρξης επιστροφής των δανείων : την 1 Απριλίου 1943. Αλλά η εξόφληση της δόσης δεν έγινε ποτέ.
Το βιβλίο εξετάζει επίσης θέματα ταμπού ,όπως είναι το ζήτημα των οικονομικών δοσίλογων. Επρόκειτο για επιχειρηματίες και τεχνικούς πάσης φύσεως οι οποίοι συνεργάσθηκαν εθελουσίως με τις δυνάμεις κατοχής για έργα υποδομής και οχυρώσεις των Ναζί στην Ελλάδα και οι οποίοι πληρωνόταν αδρά όχι από τους κατακτητές αλλά από το ελληνικό δημόσιο, πλουτίζοντας εις βάρος των πεινασμένων ελλήνων. Η μεταπολεμική δικαιοσύνη τους επέβαλε όχι μόνο οικονομική ποινή αλλά και εκτοπισμό . Ο συγγραφέας παραθέτει τις πληρωμές σε εταιρίες και πρόσωπα με βάση τις εντολές πληρωμών προς την Εθνική Τράπεζα.
Ο τρόπος που θησαύρισαν από τη μαύρη αγορά επιχειρηματίες και μικροέμποροι αναπτύσσεται με πολλά παραστατικά στοιχεία που σοκάρουν τον αναγνώστη: Η αισχροκέρδεια ορισμένων ελλήνων εμπόρων είχε εξοργίσει ακόμη και αυτούς τους αδίστακτους κατακτητές, οι οποίοι χαρακτήρισαν την μαύρη αγορά «ιδιώνυμο» αδίκημα, στέλνοντας τους μαυραγορίτες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ένα άλλο θέμα που φωτίζεται είναι η χρησιμοποίηση ελλήνων εργατών στη Ναζιστική Γερμανία. Περίπου 2.000 εργάτες και εργάτριες έσπευσαν να δουλέψουν στη χώρα του Χίτλερ, ενώ 2.000 Έλληνες ακολούθησαν τα Γερμανικά στρατεύματα όταν αποχωρούσαν τον Οκτώβριο του 1944 από την Ελλάδα, για να βρεθούν στη Βιέννη και να συγκροτήσουν… εξόριστη Εθνικοσοσιαλιστική κυβέρνηση.
Ένα βιβλίο με πικρές αλήθειες.