Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα γκοτζαμάνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα γκοτζαμάνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

ΚΛΟΝΤΙΟΥΣ, Ο ΠΡΟΚΑΤΟΧΟΣ ΤΟΥ ΡΑΪΧΕΝΜΠΑΧ




Χορστ Ράιχενμπαχ


Καρλ Κλόντιους, ο προκάτοχος του Ράιχενμπαχ επί Κατοχής


Κάρολος Αύγουστος Κλόντιους

Ο Ράιχενμπαχ της Κατοχής

  
Η πολυσυζητημένη προσωπικότητα του Γερμανού γραφειοκράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης Χορστ Ράιχενμπαχ, ο οποίος με το πολυπληθές επιτελείο του έχει καταστεί ένας παντοδύναμος άτυπος γκαουλάιτερ, θυμίζει σε πολλά έναν άλλον ομοεθνή του, ο οποίος επίσης είχε σταλεί με παρόμοια ειδική αφαιμαξιακή αποστολή στην κατεχόμενη Ελλάδα, τον Καρλ Κλόντιους. Όπως και σήμερα, έτσι και τότε, η ειδική αυτή αποστολή χαρακτηριζόταν ότι είχε ως αποκλειστική μέριμνα την οικονομική και δημοσιονομική βελτίωση.
Στο κατωτέρω απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο του ιστορικού συγγραφέα Δημοσθένη Κούκουνα «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια», που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ερωδιός (τηλ. 2310  282782), παρουσιάζεται η περίπτωσή του σε ό,τι αφορά τη δράση του στην Ελλάδα.


ΕΙΔΙΚΟΣ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΛΕΓΞΕΙ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΑΝ ΥΠΗΡΧΑΝ ΑΛΛΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΣ ΑΝΤΛΗΣΗ



Για την ελληνική χρεοκοπία κατά την Κατοχή, ιεραρχικά δεύτερη προσωπικότητα, μετά τον Χέρμαν Νοϊμπάχερ, τον πληρεξούσιο του Φύρερ για την Ελλάδα με ευρύτερες δικαιοδοσίες για όλα τα Βαλκάνια, ήταν ο πρεσβευτής Καρλ Κλόντιους (Carl August Clodius), ο οποίος είχε αυξημένες αρμοδιότητες για τα οικονομικά θέματα στην Ελλάδα. Αποστολή του ήταν να «νοικοκυρέψει» την ελληνική οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση.
Ας αρχίσουμε όμως από το βιολογικό τέλος του. Ο Κλόντιους, που από τον Σεπτέμβριο 1944 είχε αιχμαλωτισθεί μαζί με τη σύζυγό του στο Βουκουρέστι, μόλις τα σοβιετικά στρατεύματα αιφνιδίασαν με την κατάληψη της Ρουμανίας, έχασε μυστηριωδώς τη ζωή του τον Ιανουάριο 1952 «κάπου στη Ρωσία»[1]. Έπειτα από μια σύντομη περίοδο αιχμαλωσίας και αφού είχε πλήρως καταρρεύσει το Τρίτο Ράιχ, ο Κλόντιους προθυμοποιήθηκε να προσφέρει την εμπειρία του από τη γερμανική διπλωματική υπηρεσία και τις γνώσεις του ως οικονομολόγος ειδικευμένος στο εξωτερικό εμπόριο στον Στάλιν. Η προσφορά, που είναι άγνωστο πόσο πραγματικά εθελοντική ήταν, έγινε αποδεκτή στη Μόσχα και ο πρώην Γερμανός διπλωμάτης ανέλαβε διάφορες μελέτες και αποστολές. Η σημαντικότερη απ’ αυτές ήταν, με σοβιετική εντολή, να μελετήσει και να οργανώσει τη μεταπολεμική οικονομία στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο, όταν ακόμη δεν είχε επέλθει η ρήξη με τη Μόσχα.
Σύμφωνα με ένα παλαιό στέλεχος του ΚΚΕ, οι μεταπολεμικές αρμοδιότητες του Κλόντιους κάλυπταν ευρύτερο χώρο στα Βαλκάνια και μεταξύ άλλων είχε χειριστεί θέματα σχετικά με την οικονομική βοήθεια από τις γειτονικές βαλκανικές χώρες προς το ΚΚΕ και τον «Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας» όταν ο εμφύλιος πόλεμος βρισκόταν σε έξαρση. Δεν υπάρχει ειδική τεκμηρίωση γι’ αυτό, αλλά θεωρείται αυτονόητο ότι η εξουσιοδότησή του – τουλάχιστον όσο οι σχέσεις Στάλιν-Τίτο ήταν ομαλές – περιελάμβανε και την οικονομική ενίσχυση των Ελλήνων ανταρτών[2]. Τη χρηματοδότηση του λεγόμενου δεύτερου αντάρτικου είχαν επωμισθεί οι γειτονικές χώρες και είναι ατυχές που μέχρι σήμερα δεν έχει ερευνηθεί το όλο ζήτημα αξιόπιστα από τους ειδικούς ερευνητές του εμφυλίου, ώστε εν προκειμένω να δούμε πώς ο ευφυής αυτός οικονομολόγος χρησιμοποίησε την εμπειρία του από την κατοχική Ελλάδα για να βρει εφικτές λύσεις για την εμφυλιακή.
Ούτως ή άλλως, ο Κλόντιους είχε πλούσια εμπειρία από τη βαλκανική οικονομία γενικότερα, ώστε να είναι εξαιρετικά ρεαλιστικοί οι ιθύνοντες της μεταπολεμικής Μόσχας όταν τον επιστράτευσαν. Ο μυστηριώδης θάνατός του, που απλώς δημοσιοποιήθηκε ότι έγινε τον Ιανουάριο 1952, χωρίς καμιά άλλη πληροφόρηση, ούτε καν για τα αίτια και τον τόπο του θανάτου του, αφήνει ανοικτές πολλές εικασίες. Σύμφωνα με νεώτερες έρευνες, βρήκε τον θάνατο στο κρεβάτι του νοσοκομείου Μπουτίρσκα της Μόσχας, στο οποίο νοσηλευόταν ως κρατούμενος. Αυτό, ότι δηλαδή ήταν φυλακισμένος και σε κατάσταση ανάκρισης και όχι ως κατάδικος, ενισχύει την εικασία ότι είχε περιπέσει στη δυσμένεια των σοβιετικών αρχών ασφαλείας, πιθανότατα όταν ανακλήθηκε από το Βελιγράδι μαζί με την πολυπληθή συνοδεία του. Φαίνεται πως έγινε το επίκεντρο υποψιών αναφορικά με την αμερικανική διείσδυση στο Βελιγράδι, που επέτρεψε την κοσμοϊστορική αλλαγή της πολιτικής του Τίτο, στην οποία άλλωστε κατά ένα μέρος οφείλεται το τέλος του ελληνικού εμφυλίου πολέμου.

H ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

Στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχουν πολλές αναφορές για την επιδίωξη του Χίτλερ να ηγηθεί μιας μεταπολεμικής ευρωπαϊκής οντότητας, εάν και εφόσον θα είχε κερδίσει τον πόλεμο. Παρά το γεγονός ότι πολλές από τις επιδιώξεις και τα οράματά του είχαν καταγραφεί στο Mein Kampf, δεν είχε ασχοληθεί στον πρώτο τόμο του βιβλίου αυτού με την Ηνωμένη Ευρώπη. Ίσως να είχε την πρόθεση να ασχοληθεί με το θέμα αυτό στον δεύτερο τόμο, ο οποίος όμως ποτέ δεν κυκλοφόρησε και μάλλον δεν γράφτηκε ποτέ.
Πάντως το βέβαιο είναι ότι ελάχιστη συζήτηση είχε γίνει στην εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία μέχρι την κήρυξη του παγκοσμίου πολέμου περί ευρωπαϊκής ιδέας και σχεδόν καθόλου περί ενότητας, αν εξαιρέσει κανείς τις ιδεοληπτικές και εντελώς προσωπικές προσπάθειες του Αυστροελληνογιαπωνέζου κόμη Richard Coudenhove-Kalergi και του περισσότερο πιστού στον Χίτλερ Αυστριακού πρίγκιπα Karl Anton Rohan. Ξαφνικά όμως αυτές οι μέχρι τότε αδιάφορες για την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία απόψεις επιστρατεύθηκαν, αφού αρκετές χώρες είχαν ήδη καταληφθεί στην Ευρώπη. Είναι προφανές ότι κάποια στιγμή στο Βερολίνο θέλησαν να χρησιμοποιήσουν το ιδεολόγημα της ενιαίας Ευρώπης προς εξωτερική κατανάλωση, όπως δεν είχαν κάνει σε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Διότι, ανεξάρτητα από το τι έπραττε ο ήκιστα ευρωπαϊστικός φασισμός του Μουσολίνι, ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός δεν παρέλειπε πάντοτε να διακηρύσσει ότι δεν είναι εξαγώγιμος, εξ ου και αδιαφορούσε για οποιαδήποτε μεταλαμπάδευσή του σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, πλην των όμαιμων σκανδιναβικών.
Είναι πολύ πιθανόν ότι ο Γκαίμπελς ήταν εκείνος που εμπνεύστηκε το ευρωπαϊκό ιδεολόγημα, σ’ αυτή την περίπτωση με την απόλυτη έγκριση του Χίτλερ. Άλλωστε ο καλοστημένος προπαγανδιστικός μηχανισμός του υπουργείου Προπαγάνδας χρησίμευσε για τη διάδοση του ιδεολογήματος σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Η εικόνα αυτή ήταν αρκετή για να παρέχεται ιδεολογικό κάλυμμα σε προσωπικότητες των κατεχόμενων χωρών που είχαν διάθεση συνεργασίας. Αυτό το βλέπουμε πολύ καθαρά στην περίπτωση της Γαλλίας, τόσο της κατεχόμενης όσο και εκείνης του Βισύ[3], όπου τα δόγματα της ενωμένης Ευρώπης έγιναν αποδεκτά και κατανοητά σε εκτενή στρώματα. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ήταν εντελώς ελάχιστες οι περιπτώσεις αυτές και ίσως με αυτή τη διάθεση καιροσκόπησαν κάποιοι νεαροί τότε επιστήμονες και καθηγητές, οι οποίοι στα μεταπολεμικά χρόνια επανεμφανίστηκαν περισσότερο ευρωπαϊστές από τους άλλους, αφού είχαν διαγράψει το κατοχικό παρελθόν τους.
Η γερμανική αυτή εκστρατεία χρησιμοποίησε το σύνθημα «Νέα Ευρώπη» και διαμορφώθηκε στα τέλη του 1941, ενώ από τον επόμενο χρόνο είχε ξεκαθαρίσει τους στόχους της: πολιτικούς και οικονομικούς. Εκτός από τη δημιουργία ιδεολογικού αντίβαρου σε κάθε μορφή αντιστασιακής δράσης σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη, δεν παραλειπόταν το βασικό ιδεολόγημα του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού περί ζωτικού χώρου, τουτέστιν ο οικονομικός συντονισμός σε όλη την έκταση της γερμανοϊταλικής κατοχής στις ευρωπαϊκές και βαλκανικές χώρες, με ιδανικό στόχο την επίτευξη πλήρους οικονομικής και επισιτιστικής αυτάρκειας και συνεργασίας.
Επομένως η Διεύθυνση Εξωτερικού Εμπορίου του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, της οποίας ένας από τους επικεφαλής στο Βερολίνο ήταν ο Καρλ Κλόντιους[4], βρισκόταν στο επίκεντρο της χιτλερικής «Νέας Ευρώπης». Ήταν αρκετά ευέλικτος και δημιουργικός ο ίδιος, πλην των ειδικών γνώσεων που είχε αποκτήσει, ώστε να κληθεί από τον Γερμανό υπουργό Εθνικής Οικονομίας Βάλτερ Φουνκ για να διατυπώσει το δόγμα της κοινής ευρωπαϊκής οικονομίας, που στην πραγματικότητα ελάχιστα διέφερε από εκείνο του ζωτικού χώρου[5].
Το 1942 λοιπόν είχε τεθεί κατά μέρος, χωρίς όμως να εγκαταλειφθεί, το σύνθημα της «Νέας Τάξης Πραγμάτων», που είχε δεσπόσει από τη σύμπηξη του Συμφώνου του Άξονα. Η Νέα Τάξη αναφερόταν σε μια πιο αντιπροσωπευτική και δικαιότερη, κατά την αντίληψή τους, αναδιάταξη των εθνικών συνόρων παγκοσμίως, ενώ η Νέα Ευρώπη περιοριζόταν σε γενικότερες ρυθμίσεις στη συγκεκριμένη ήπειρο. Ήδη δηλαδή, κατά τις προσλήψεις της διεθνούς κοινής γνώμης, οι δύο βασικές δυνάμεις του Άξονα, η Γερμανία και η Ιταλία, περιόριζαν ονομαστικά και εν μέσω πολέμω τις κοσμοκρατορικές επιδιώξεις τους στον ευρωπαϊκό χώρο. Και, αντίθετα απ’ ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί, η έννοια της ευρωπαϊκής οικονομικής συνεργασίας δεν βασιζόταν κυνικά στην εκμετάλλευση όλων των άλλων ευρωπαϊκών λαών από τη Γερμανία. Δεν θα έπαυε ασφαλώς να είναι η ιθύνουσα δύναμη, αλλά στον εαυτό της δεν επεφύλασσε τον μεταπολεμικό ρόλο ενός στυγνού κατακτητή που διά της βίας θα ασκούσε την εξουσία στα ευρωπαϊκά κράτη. Ενδιαφερόταν πρωτίστως για την αδιαμφισβήτητη οικονομική επιρροή της επ’ αυτών μετά το τέλος του πολέμου.
Βεβαίως ο Χίτλερ, ο Γκαίμπελς και οι λοιποί φανατικοί εθνικοσοσιαλιστές ηγέτες δεν επέζησαν του πολέμου για να δουν το αποτέλεσμα. Ωστόσο, ένας από τους βασικούς εντολοδόχους της χιτλερικής ηγεσίας, ο Βάλτερ Φουνκ, ο οποίος πειθαρχικά είχε θέσει σε εφαρμογή, με τη βοήθεια καθηγητών και άλλων οικονομολόγων, κυρίως όμως με τη συνδρομή του Κλόντιους, ήταν εκείνος που πριν πεθάνει, το 1960, είδε την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα να γίνεται πραγματικότητα. Και, οπωσδήποτε, σε μερικές περιπτώσεις θα διαπίστωσε ότι η γερμανική οικονομία ήταν πιο ωφελημένη με τα νέα μεταπολεμικά δεδομένα παρά στα χρόνια του πολέμου! Η γερμανική ηγεμονία είχε ένα νέο προφίλ, λιγότερο προκλητικό και περισσότερο αποδοτικό.

ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ο Κλόντιους είχε γεννηθεί στη Βρέμη το 1897 και από το 1921 εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία της Γερμανίας. Υπηρέτησε διαδοχικά στις γερμανικές πρεσβείες των Παρισίων, Βιέννης και Σόφιας, απ’ όπου το 1934 επανήλθε στην κεντρική υπηρεσία. Από τον Μάιο 1933 είχε γίνει μέλος του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και το 1938 τοποθετήθηκε ως τμηματάρχης (σύμβουλος πρεσβείας α΄) στη διεύθυνση εξωτερικού εμπορίου του υπουργείου Εξωτερικών, στο Βερολίνο. Ανέλαβε επιτυχώς διάφορες αποστολές και το 1943 προήχθη σε διευθυντή, έχοντας ήδη τον βαθμό του πρεσβευτή.
Η εμφάνιση του Καρλ Κλόντιους στην κατοχική Ελλάδα έγινε αθόρυβα ήδη από τους πρώτους μήνες της Κατοχής. Προηγουμένως, είχε διεξαγάγει επιτυχείς διαπραγματεύσεις με τη ρουμανική κυβέρνηση για την προμήθεια πετρελαίων, στα τέλη Απριλίου 1941 είχε διαπραγματευθεί στη Σόφια με τον Βούλγαρο υπουργό Εξωτερικών τα οικονομικά θέματα της γερμανοβουλγαρικής συμμαχίας, ενώ τον επόμενο Σεπτέμβριο είχε πραγματοποιήσει ταξίδια στην Άγκυρα για να επιτύχει οικονομικές συμφωνίες[6], ιδίως αναφορικά με αγορές χρωμίου.
Η παρουσία του στην Τουρκία είχε συνδυασθεί, προφανώς από συγκυρία, και με το ζήτημα της εξεύρεσης τροφίμων για την Ελλάδα, όταν ακόμη ήταν σε ισχύ ο συμμαχικός επισιτιστικός αποκλεισμός. Ο Κλόντιους ήταν πολύ καλά ενημερωμένος για το εξωτερικό εμπόριο σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, συνεπώς και για την Ελλάδα, το εξωτερικό εμπόριο της οποίας το παρακολουθούσε επιμελώς από τα προπολεμικά χρόνια. Άλλωστε είναι γνωστό ότι αφότου ανήλθε ο Χίτλερ στην εξουσία, στις αρχές του 1933, υπήρχε πρακτικά σε εξέλιξη διεθνές μποϋκοτάζ κατά των γερμανικών προϊόντων, όπως είχε αποφασιστεί από το Παγκόσμιο Εβραϊκό Συμβούλιο στη Νέα Υόρκη, φορέα που επηρέαζε άμεσα τους διεθνείς εμπορικούς και χρηματιστηριακούς οίκους που ελέγχονταν από εβραϊκά συμφέροντα[7].
Τα παράξενα για πολλούς ειδικούς οικονομικά δόγματα του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού, όπως η «ταχεία διακίνηση του χρήματος», εδράζονται σ’ αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα που διαμορφώθηκε με την οικονομική «επίθεση» του διεθνούς κεφαλαίου. Το αντίβαρο των διμερών κλήριγκ συν τω χρόνω, ιδίως μετά την έναρξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, επεκτάθηκε με την ευρωπαϊκή οικονομική «συνεργασία», στο μέτρο που μπορούσε να επιβληθεί. Αφηνόταν όμως ανοικτό το περιθώριο για ευρείες ανακατατάξεις μετά το τέλος του πολέμου, φυσικά υπό την προϋπόθεση της γερμανικής νίκης.
Τότε η Ελλάδα θα βρισκόταν μοιραία και αυτή εντός του νέου πλαισίου, εκούσα άκουσα. Αυτό είχε επανειλημμένα αποτυπωθεί κατά τη διάρκεια της Κατοχής ως ευνοϊκό, αλλά δεν ήταν τίποτα περισσότερο από κάτι αυτονόητο. Διότι η συμμετοχή της Ελλάδος στη «Νοτιοανατολή», όπως αρέσκονταν οι Γερμανοί να χαρακτηρίζουν την ευρύτερη περιοχή, θα είχε αντιστοιχία, αν μη τι άλλο, με τα νέα εδαφικά της όρια και τα εντός αυτής παραγωγικά αποτελέσματα. Μόνο που η Ελλάδα προβλεπόταν να είναι συρρικνωμένη, η δε οικονομία της υπό πυκνό οικονομικό έλεγχο. Η Γερμανία, έχοντας ήδη εξαιρέσει τους πόρους από τις φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές της, της επεφύλασσε περιορισμένο ρόλο αγροτικής παραγωγής και δευτερευόντως λάμβανε υπόψη τον τουρισμό και το εμπόριό της, το οποίο στη συγκεκριμένη συγκυρία ήταν δηλητηριασμένο από τις συνθήκες της μαύρης αγοράς, ενώ αγνοούσε πλήρως την παραδοσιακή επίδοση της χώρας στην εμπορική ναυτιλία.
Ωστόσο η Ελλάδα θα είχε αδιαμφισβήτητη παρουσία στο υπό εκκόλαψη συγκρότημα της «Νέας Ευρώπης», γι’ αυτό και στα αντίστοιχα προπαγανδιστικά έντυπα που κυκλοφορούσαν τότε σε διάφορες γλώσσες, ανάμεσά τους και στην ελληνική βέβαια, δεν παραλείπονταν κολακευτικές αναφορές για να υπογραμμισθεί η προέλευση από τις αμφικτυονίες κλπ. Αυτό όμως σε καμιά περίπτωση δεν αναιρούσε τα πρακτικά οικονομικά αποτελέσματα που απαιτούσαν διαρκούντος του πολέμου.
Αυτή ακριβώς ήταν η αποστολή του Καρλ Κλόντιους. Ο ίδιος ήταν πλήρως ενήμερος για την πραγματική οικονομική κατάσταση που υπήρχε στη χώρα μας και η υπηρεσία του στο υπουργείο Εξωτερικών ήταν εκείνη που είχε προετοιμασθεί πριν από τη γερμανική εισβολή του Απριλίου 1941 πώς θα έθετε υπό τον έλεγχό της την ελληνική παραγωγή και το ελληνικό εμπόριο. Οι βιομηχανίες, τα μεταλλεία και κάθε παραγωγική μονάδα είχαν προγραφεί ήδη πριν από την έκρηξη του ελληνογερμανικού πολέμου, τη συνδρομή διαφόρων στελεχών της γερμανικής πρεσβείας Αθηνών και κατά καιρούς ειδικών απεσταλμένων.
Οι δραματικά υπέρογκες και συνεχώς αυξανόμενες δαπάνες κατοχής, όπως είναι γνωστό, οδήγησαν στη συμφωνία της Ρώμης τον Μάρτιο 1942 και ορίστηκαν ανώτατα όρια. Ο Κλόντιους είχε διαδραματίσει ρόλο στις ιταλογερμανικές εκείνες διαπραγματεύσεις, οι οποίες ολοκληρώθηκαν ερήμην της ελληνικής πλευράς.
Αλλά η συμφωνία εκείνη οδηγήθηκε σε απόλυτο αδιέξοδο συνεπεία της απληστίας των κατακτητών, ενώ ακόμη δεν είχαν ρυθμισθεί οι βασικές επισιτιστικές ανάγκες. Τον επόμενο Σεπτέμβριο κλήθηκε στο Βερολίνο ο κατοχικός υπουργός Οικονομικών Σωτήριος Γκοτζαμάνης και άρχισαν διαβουλεύσεις για την επίλυση του νομισματικού και πληθωριστικού χάους που είχε δημιουργηθεί. Δεν κατέληξαν θετικά οι συνομιλίες εκείνες στο Βερολίνο και αποφασίστηκε να συνεχισθούν στη Ρώμη. Αμέσως μετά διορίζεται ο Κλόντιους ως ειδικός οικονομικός εμπειρογνώμονας για την Ελλάδα, ενώ από ιταλικής πλευράς θα επιλεγεί ο τραπεζίτης Αλμπέρτο Ντ’ Αγκοστίνο.
Ερχόμενος στην Ελλάδα, ανέλαβε πρώτα να αξιοποιήσει κάθε πλουτοπαραγωγική πηγή, ενόσω αυτό θα γινόταν χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Αίφνης το ζήτημα των ελληνικών πετρελαίων, πολύ γνωστό ήδη από δεκαετιών, καθώς προϋπήρχαν μελέτες και σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν γίνει έρευνες[8], παραμερίστηκε διότι απαιτούνταν έξοδα και χρόνος. Περί μεταλλείων και λοιπού ορυκτου πλούτου, μεταξύ των οποίων ο λιγνίτης, δεν γινόταν λόγος, διότι είχαν ήδη προηγηθεί ανάλογες κινήσεις. Πιο πρακτικά μέτρα ήταν η μεγαλύτερη αποστράγγιση της προβληματικής αγροτικής παραγωγής, η  συγκέντρωση παντός είδους αποθεμάτων που τυχόν είχαν απομείνει και η επιμονή των Γερμανών να μειωθεί η ανεργία είτε με την πολιτική επιστράτευση, περί της οποίας τόσο λόγος είχε γίνει τότε και αργότερα, είτε με την εκ περιτροπής εργασία, η οποία επανήλθε ως ευδόκιμη ιδέα στα τελευταία χρόνια της κρίσης που αντιμετωπίζει η χώρα μας και ως μία από τις στοιχειώδεις ιδεοληψίες του περιλάλητου μνημονίου και της τρόικας.
Σ’ ένα δημοσίευμα οικονομικής εφημερίδας της εποχής[9], προτείνεται σθεναρά η ιδέα της εκ περιτροπής εργασίας, όχι όμως ως μέσο περιορισμού της ανεργίας, αλλά για να μειωθεί η ταλαιπωρία των δημοσίων ιδίως υπαλλήλων λόγω των συγκοινωνιακών δυσχερειών που επικρατούσαν. Εξίσου και η πολιτική επιστράτευση, αν και τελικά αποτράπηκε, δεν είχε την έννοια της υποχρεωτικής επί πληρωμή εργασίας, αλλά της αντιμετώπισης των απεργιών.
Μια άλλη επινόηση γερμανικών εγκεφάλων ήταν η προώθηση του τζόγου, που ως γνωστόν αναπτύσσεται υπέρμετρα σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Εκτός από τις διάφορες νόμιμες ρουλέτες και καζίνα, για τα οποία είχαν εξαναγκάσει την ελληνική αστυνομία να εκδίδει άδειες σε συγκεκριμένα πρόσωπα στα αστικά κέντρα (προκειμένου να μισθοδοτείται από τα έσοδα αυτά το ελληνικό προσωπικό των υπηρεσιών αντικατασκοπίας), επιχειρήθηκε να αποσπασθεί η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων από το υπουργείο Οικονομικών και να ιδιωτικοποιηθεί. Προφανώς κάποιος ευφάνταστος ξένος «επενδυτής» είχε τη φαεινή ιδέα να εξαγοράσει με μηνιαίες καταβολές (μικρότερες από τα μηνιαία καθαρά κέρδη των λαχείων) το προνόμιο των κρατικών λαχείων, ώστε άκοπα να εισπράττει αενάως τα έσοδα. Ευτυχώς αυτό τότε δεν έγινε, αλλά στα νεώτερα χρόνια θεωρείται βέβαιο ότι η υπηρεσία αυτή θα «ιδιωτικοποιηθεί».

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Αν και ο Κλόντιους βρισκόταν στη λίστα των εγκληματιών πολέμου, ως τυπικά αναμεμιγμένος σε διώξεις Εβραίων της Ρουμανίας, οι σοβιετικές αρχές όχι μόνο δεν τον παρέπεμψαν να δικασθεί, αλλά συνεργάσθηκαν μαζί του. Για έναν άγνωστο μέχρι στιγμής λόγο έπεσε αργότερα στη δυσμένεια του καθεστώτος και φέρεται ότι πέθανε φυλακισμένος και νοσηλευόμενος. Η γυναίκα του, η οποία επέστρεψε από την αιχμαλωσία το 1955, δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες για τον θάνατό του.
[2] Το γνωστό γερμανικό περιοδικό Spiegel (11 Σεπ. 1948) περιγράφει την έκπληξη ενός Σέρβου δημοσιογράφου όταν συνάντησε μπροστά του στο μεταπολεμικό Βελιγράδι τον γνώριμο από τα χρόνια της γερμανικής κατοχής Κλόντιους να ηγείται πολυάριθμου επιτελείου Σοβιετικών διπλωματών και οικονομολόγων, ενώ του είχαν διατεθεί μεγάλα γραφεία και εξαιρετικές διευκολύνσεις.
[3] Άλλωστε και ο Robert Schuman (1886-1963), που θεωρείται ως ένας εκ των βασικών οραματιστών και θεμελιωτών της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιδέας, είχε διακηρύξει τις αρχές αυτές, και μάλιστα στη βάση μιας γαλλογερμανικής συνεργασίας, σε περιόδους που εύκολα θα μπορούσε να γίνει στόχος επικρίσεων. Δηλαδή, τόσο κατά τη διάρκεια του γαλλογερμανικού πολέμου 1939-40, όσο και αμέσως μετά. Το γεγονός ότι είχε αυτές τις αντιλήψεις διευκόλυνε υψηλόβαθμους αξιωματούχους του Τρίτου Ράιχ, όπως ο Γιόζεφ Μπύρκελ, να τον απελευθερώσουν με προσωπική ευθύνη τους, όταν στην αρχή της γερμανικής κατοχής είχε συλληφθεί από τη Γκεστάπο και στη συνέχεια, από το 1942, να δραστηριοποιηθεί στο Βισύ του Πεταίν, μην παραλείποντας να διατυπώνει τις ίδιες απόψεις.
[4] Ο μόνος που έχει ασχοληθεί, έστω και ακροθιγώς, με τη δράση του Κλόντιους ως προς τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, είναι παρ’ ημίν ο νομικός Μιχάλης Ρέλλος, κυρίως με διαδικτυακά δημοσιεύματα. Προφανώς χρησιμοποίησε σύγχρονες πηγές αντιευρωπαϊστών, οι οποίες δεν εμβαθύνουν στο ζήτημα και αρκούνται μόνο στο να καταγγέλλουν την Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχέση με τη γερμανική ηγεμονία ως παράγωγο της χιτλερικής Γερμανίας.
[5] Ο βασικός κύκλος των Γερμανών ειδικών που ασχολήθηκαν θεωρητικά με την οικονομική διάσταση της «Νέας Ευρώπης» ήταν στρατευμένοι εθνικοσοσιαλιστές οικονομολόγοι. Σ’ ένα (από μια πολύ ευρύτερη σειρά) γερμανικό έντυπο υπό τον τίτλο «Europäische Wirtschafts Gemeinschaft», δηλαδή «Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα», που εκδόθηκε στο Βερολίνο το 1942 περιλαμβάνονται κείμενα του υπουργού Βάλτερ Φουνκ, του Anton Reithinger, επικεφαλής του πολιτικο-οικονομικού τμήματος της IG Farben (1898-;), του καθηγητή οικονομικών του Πανεπιστημίου Βερολίνου Horst Jecht (1901-65), του αγροτοοικονομολόγου καθηγητή Emil Woermann (1899-1980), ο οποίος αν και μέλος του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος αναμίχθηκε στην απόπειρα της 20ής Ιουλίου 1944 και στη συνέχεια φυλακίστηκε από το καθεστώς, του Heinrich Hunke (1902-2000), καθηγητή και ανώτερου στελέχους του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, του Bernhard Benning (1902-74), επίσης ανώτερου στελέχους του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας (και μεταπολεμικά της Ομοσπονδιακής Γερμανικής Τράπεζας). Σχεδόν όλοι τους κατέλαβαν θέσεις λίγο ώς πολύ στη μεταπολεμική Γερμανία και βεβαίως δεν είχαν κανέναν λόγο να μην εκδηλωθούν φανατικοί ευρωπαϊστές, αφού άλλωστε υπήρξαν πρωτοπόροι της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ούτως ή άλλως.
[6] Περιοδικό Time (13 Οκτ. 1941). Βλ. αναλυτικότερα για τις γερμανικές εισαγωγές τουρκικού χρωμίου και τον ρόλο του Κλόντιους: Christian Leitz, Nazi Germany and Neutral Europe during the Second World War, Manchester University Press, Manchester 2000, σελ. 102 κ.έ.
[7] Χαρακτηριστικό είναι το πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της γνωστής βρετανικής εφημερίδας Daily Express (24 Μαρτίου 1933), υπό τους οκτάστηλους τίτλους «Η Ιουδαία κηρύσσει τον πόλεμο στη Γερμανία – Εβραίοι όλου του κόσμου ενωθείτε για δράση – Μποϋκοτάζ των γερμανικών προϊόντων». Αυτή ήταν η απάντηση του διεθνούς εβραϊσμού στην άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, σε διάστημα μικρότερο των δύο μηνών. Η βεντέτα Χίτλερ-Εβραίων έπαιρνε αναμφίβολα άλλες διαστάσεις, εντελώς απρόβλεπτες τότε. Είναι γεγονός ότι εξαρχής λοιπόν η γερμανική οικονομία υπό τον Χίτλερ περνούσε σε φάση απομόνωσης και μοιραία θα αναζητήσει στα επόμενα χρόνια νέα μοντέλα ανάπτυξης, εν πολλοίς βασισμένα στην ιδεατή αυτάρκεια και στα κλήριγκ. Κατά ένα μέρος αυτός ο προσανατολισμός ευνόησε την ελληνική οικονομία, στην περίοδο της μεταξικής δικτατορίας ιδίως, παρά τις ποικίλες αντιδράσεις του Λονδίνου.
[8] Ο καθηγητής Γεώργιος Γεωργαλάς (ειρήσθω εν παρόδω ότι στο τέλος της Κατοχής βρέθηκε ως …πολιτικός καθοδηγητής της ΕΠΟΝ) ήδη από το 1920 είχε ασχοληθεί επιστημονικά με το ζήτημα, χωρίς οι απόψεις του να προωθηθούν αποτελεσματικά. Μια νέα απόπειρά του επί Μεταξά, του οποίου τότε εμφανίσθηκε ως θερμός θιασώτης, είχε ως συνέχεια την επίσημη ανάθεση από την τότε κυβέρνηση στον Ελληνοαμερικανό επιχειρηματία και πετρελαιοπαραγωγό του Τέξας Γουίλιαμ-Βασίλειο Χέλη του δικαιώματος των ερευνών. Εκείνος, ενώ στην αρχή παρουσιάστηκε εξαιρετικά δραστήριος και ήλθε αεροπορικά επικεφαλής πολυπληθούς ομάδας Αμερικανών ειδικών για να διεξαγάγει έρευνες, αρχικά στο Κατάκωλο, αίφνης ανέκρουσε πρύμνα. Ίσως λόγω των νεφών του επερχόμενου πολέμου, ίσως λόγω μεταπώλησης των δικαιωμάτων που είχε αποκτήσει με απόφαση της κυβέρνησης Μεταξάς προς τις μεγάλες αμερικανικές εταιρίες. Το γεγονός είναι ότι οι έρευνες αυτές σταμάτησαν και δεν συνεχίστηκαν ούτε μετά τον πόλεμο, ακριβώς επειδή ο ίδιος διατηρούσε τα δικαιώματα. Ο υιός του, που τον διαδέχτηκε στις επιχειρήσεις του όταν πέθανε, εξακολούθησε την ίδια στάση και μέσα από την αγωγή διαζυγίου της πρώην γυναίκας του τελευταίου, πολλά χρόνια αργότερα, μπορεί να πληροφορηθεί κανείς ότι τελικά αυτά είχαν μεταπωληθεί σε μεγάλες αμερικανικές εταιρίες.
[9] Εφημερίδα Οικονομικός Ταχυδρόμος 20.1.1942.


Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα στην πραγματικότητα είχε ιδρυθεί τουλάχιστον πριν από εβδομήντα χρόνια, όπως αποδεικνύει αυτό το εξώφυλλο μιας έκδοσης του 1942. Ο Καρλ Κλόντιους ανήκε στον βασικό πυρήνα αυτής της ομάδας.

To περιοδικό "Spiegel" του 1948, που αναφέρεται στη δράση του Καρλ Κλόντιους ως οικονομικού εμπειρογνώμονα τον οποίο έστειλαν οι Σοβιετικοί στον Τίτο και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Ο Κλόντιους αξιοποιώντας την προηγούμενη εμπειρία του επί Κατοχής, ιδίως σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ασχολήθηκε μεταξύ άλλων και με την οικονομική ενίσχυση των κομμουνιστών ανταρτών στον εμφύλιο.


Αψευδής μάρτυς του γεγονότος ότι ο πόλεμος δεν άρχισε τον Σεπτέμβριο 1939, αλλά ήδη από τον Μάρτιο 1933 είχε αρχίσει η βεντέτα του Χίτλερ με τον διεθνή εβραϊσμό: Εφημερίδα "Daily Express", 24 Μαρτίου 1933.

Σάββατο 28 Απριλίου 2012

ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ - ΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ 1941


Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Ο κύριος συντελεστής του μνημονίου, της χρεοκοπίας και της απώλειας της εθνικής κυριαρχίας. Δεν έχει κανένα λόγο να ανησυχεί. Ούτως ή άλλως είναι κάτοχος μεγάλης περιουσίας που προέρχεται από μια υπογραφή του Τσολάκογλου... Κανείς δεν θα περίμενε πως θα έδειχνε διαφορετικά συναισθήματα για όσους πεινούν ή πιστεύουν στην εθνική ανεξαρτησία.
Ο τότε πρωθυπουργός Κων. Καραμανλής κατά την επίσκεψή του στην Πτολεμαΐδα το 1958, την εποχή που η ΔΕΗ εξαγόρασε το εκεί εργοστάσιο ηλεκτρικής ενέργειας που είχε αποκτήσει η οικογένεια Παπακωνσταντίνου το 1941.
Ο τότε υπουργός Συντονισμού της κυβέρνησης Παπάγου Παναγής Παπαληγούρας επισκέπτεται το 1954 την Πτολεμαΐδα. Μετά το ταξίδι αυτό, οργανώθηκε στη δυτικομακεδονική αυτή πόλη επίσκεψη γερμανικής αποστολής υπό τον περίφημο υπουργό Έρχαρτ.
Ο Γερμανός φρούραρχος Πτολεμαΐδας φον Λάνγκε, αξιωματικός των Ες Ες.
Το εργοστάσιο της ΔΕΗ σήμερα. Το προηγούμενο εργοστάσιο ηλεκτρικής ενέργειας της Πτολεμαΐδας ανήκε στην οικογένεια Παπακωνσταντίνου, σύμφωνα με το προνόμιο που είχε παραχωρήσει τον Οκτώβριο 1941 ο Τσολάκογλου.
Ο στρατηγός Γ. Τσολάκογλου το 1941.
Ο παλαιός πολιτικός Μιχάλης Παπακωνσταντίνου (1919-2000), που ξεκίνησε την πολιτική σταδιοδρομία του από την άκρα δεξιά, πέρασε στο κέντρο και στην κεντροδεξιά. Υιός του δαιμόνιου επιχειρηματία Γεωργίου Μ. Παπακωνσταντίνου, ο οποίος το 1941 απέκτησε από τον Τσολάκογλου το προνόμιο παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στην Πτολεμαΐδα. Ο ίδιος υπηρέτησε ως διερμηνέας των Γερμανών στην Κοζάνη.
Ο κατοχικός πρωθυπουργός Γεώργιος Τσολάκογλου, με την υπογραφή του οποίου παραχωρήθηκε το προνόμιο ηλεκτρικής ενέργειας στην οικογένεια Παπακωνσταντίνου το 1941.
Ο Μακεδόνας πολιτικός Σωτήριος Γκοτζαμάνης, ο οποίος  ως υπουργός Οικονομικών της κατοχικής κυβέρνησης Τσολόκογλου υπέγραψε τα κατοχικά δάνεια, που θα όφειλε η μεταπολεμική Γερμανία να επιστρέψει στην Ελλάδα. Το 1954 ο Μιχ. Παπακωνσταντίνου τον είχε χαρακτηρίσει ως τη "μεγαλυτέρα ζώσα πολιτική φυσιογνωμία της Ελλάδος" και υπήρξε θερμός οπαδός και συνεργάτης του. Ως υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μητσοτάκη όμως αδιαφόρησε για την είσπραξη των κατοχικών δανείων. Το ίδιο έκανε και ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου, εγγονός του επιχειρηματία που ευνοήθηκε από τον Τσολάκογλου, όταν ως υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου το 2009-11 αντί να ζητήσει την εξόφληση των κατοχικών δανείων προτίμησε να υπογράψει το μνημόνιο και την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας. Τρεις γενιές - τρία σκάνδαλα...


Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια», που κυκλοφόρησε από τις  Εκδόσεις  Ερωδιός  (τηλ. 2310  282782). Ο Δ. Κούκουνας είναι ιστορικός συγγραφέας, ειδικευμένος στα κατοχικά θέματα. 









Η ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΧΙΚΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ ΣΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ



Επί επτά συναπτές δεκαετίες γίνεται πολύς και εκτενής λόγος για το ζήτημα των κατοχικών δανείων. Έχει αναλωθεί πολύ μελάνι και πολύς θυμός γύρω απ’ αυτό. Έχουν λεχθεί πολλά και ποικίλα, άλλοτε εγγύτερα προς την πραγματικότητα και άλλοτε χωρίς να έχουν καμιά επαφή μ’ αυτήν. Το ζήτημα είναι απολύτως υπαρκτό και εκείνο που είναι μοιραίο να προκαλεί πολυγνωμίες είναι το ύψος των δανείων.
Πρόκειται για χρηματικές προκαταβολές που εξαναγκάστηκε το ελληνικό κατοχικό κράτος να δίνει στους κατακτητές, ακριβώς ως δάνεια που επρόκειτο να εξοφληθούν μετά το τέλος του πολέμου. Η αξίωση αυτή δεν είναι ούτε επανορθώσεις ούτε αποζημιώσεις για θύματα και πάσης φύσεως απώλειες ή ζημίες. Καθαρά πρόκειται για νομική μορφή δανείου που όφειλε να επιστραφεί από τη μεταπολεμική γερμανική κυβέρνηση, ως νόμιμη διάδοχο του χιτλερικού καθεστώτος, το οποίο είχε δεσμευθεί να το πράξει. Αυτά ως προς τη Γερμανία, διότι ως προς την Ιταλία το θέμα έχει άλλη διάσταση.
Ας μην σταθούμε στο πώς και στο γιατί εξαναγκάστηκαν οι ελληνικές κατοχικές κυβερνήσεις να πληρώσουν με το ταπεινό νόμισμα της δραχμής τα όσα ζητήθηκαν απ’ αυτές, με αποτέλεσμα η χώρα να βυθιστεί στην οικονομική καταστροφή και την πείνα. Η Ελλάδα ήταν κατεχόμενη χώρα με την εθνική κυριαρχία της να έχει βαρύτατα πληγεί. Ο λαός της τελούσε υπό καθεστώς πρωτοφανούς βίας από τις δυνάμεις κατοχής.
Καλώς ή κακώς επί των ημερών μιας κατοχικής κυβέρνησης δημιουργήθηκε ένα είδος δανειακής σύμβασης, η οποία όριζε ότι το ποσόν που είχαν αρπάξει οι κατακτητές θα επιστρεφόταν όταν θα τελείωνε ο πόλεμος. Αλλά οι μεταπολεμικές ελληνικές κυβερνήσεις δεν επέδειξαν το ανάλογο ενδιαφέρον για να διεκδικήσουν την οφειλή. Η βασική δικαιολογία, που προβαλλόταν κάθε φορά που ένας ευσυνείδητος αρμόδιος Έλληνας έθετε το θέμα, ήταν ότι η εξόφληση των κατοχικών δανείων θα γινόταν οψέποτε θα υπογραφόταν η τελική συνθήκη ειρήνης. Η Γερμανία είχε διχοτομηθεί σε Δυτική και Ανατολική και η προϋπόθεση για την υπογραφή τέτοιας συνθήκης ειρήνης ήταν η επανένωσή της.
Το 1990, ως γνωστόν, ενοποιήθηκε η Γερμανία. Αλλά το ελληνικό κράτος ούτε τότε, ούτε αργότερα το έπραξε. Ως θέμα θα μπορούσε αυτό κάλλιστα να αποτελέσει αντικείμενο ενός ειδικού δικαστηρίου. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι υπάρχουν ευθύνες για το πολιτικό σύστημα. Μόνο που στη χώρα μας αυτό το σύστημα είναι αρκετά περίπλοκο με ποικίλες διακλαδώσεις.
Ας ανοίξουμε μια παρένθεση και ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Σε μία μικρή πολιτεία της Δυτικής Μακεδονίας ανέλαβε κάποτε τη λειτουργία του τοπικού εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ένας δραστήριος επιχειρηματίας. Επρόκειτο για παραχώρηση προνομίου, που δόθηκε αρχικά για διάστημα μιας πενταετίας με δυνατότητα παρατάσεων. Στις 16 Οκτωβρίου 1941 ο στρατηγός Τσολάκογλου, ο τότε κατοχικός πρωθυπουργός, παραχώρησε αυτό το μονοπωλιακό προνόμιο στον εν λόγω επιχειρηματία, αφού εκείνος κατά τους προηγούμενους μήνες είχε δραστηριοποιηθεί για να επιτύχει την άδεια. Ο κόπος του δεν είχε πάει χαμένος, ούτε η αγωνία του να ολοκληρώσει τη δουλειά έμεινε χωρίς αμοιβή.
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι ένα τοπικό εργοστάσιο παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας είναι μια κερδοφόρα επιχείρηση χωρίς κανένα ρίσκο λόγω του μονοπωλιακού χαρακτήρα της. Ο επιχειρηματίας λογικά θα έπρεπε να είναι ευγνώμων προς τον Τσολάκογλου για μια τόσο σημαντική παραχώρηση, αλλά δεν μπορεί να πιστοποιηθεί αν διατηρούσε μια ιδιαίτερη σχέση, ούτε καν μια απλή γνωριμία μαζί του. Άλλωστε η αλήθεια είναι ότι ούτε οι πιο φανατικοί εχθροί του στρατηγού, που συνέδεσε το όνομά του με τη συνθηκολόγηση και την κατοχική κυβέρνηση, δεν έχουν διατυπώσει καν υποψίες σε βάρος του για χρηματισμούς ή σκάνδαλα.
Πάντως ο ένας γιος του επιχειρηματία, γερμανομαθής ων, προσελήφθη από τις τοπικές γερμανικές αρχές κατοχής ως διερμηνέας τους. Γρήγορα στην κοινωνία της περιοχής έγινε γνωστός ως «μποτάκιας», διότι είχε τη συνήθεια να χρησιμοποιεί καθημερινά στρατιωτικές μπότες μέσα από το παντελόνι του.
Η ηλεκτρική επιχείρηση στη μικρή μακεδονική πόλη δεν έπαυσε να λειτουργεί ούτε όταν εγκατέλειψε την εξουσία ο Τσολάκογλου, ούτε όταν αποχώρησαν από την Ελλάδα οι Γερμανοί. Συνέχισε να λειτουργεί για πολλά ακόμα χρόνια, μέχρι τη μεταπολεμική ίδρυση της ΔΕΗ, η οποία επεκτάθηκε σε ολόκληρη την Ελλάδα. Και επειδή συνέπεσε στην ίδια ακριβώς αυτή πόλη η ΔΕΗ να δημιουργήσει μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, το 1958 εξαγοράστηκαν οι εγκαταστάσεις από τους κληρονόμους του επιχειρηματία, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε αποβιώσει.
Κατά σύμπτωση από τη χρονιά εκείνη ο γιος του επιχειρηματία άρχισε να πολιτεύεται, αποδεσμευμένος πλέον από τη διοίκηση των οικογενειακών επιχειρήσεων και τις ανάλογες φροντίδες. Από το 1958 είχε ενταχθεί στον κεντρώο χώρο, τον λεγόμενο προοδευτικό χώρο, ο οποίος είχε μεγαλύτερες πιθανότητες πολιτικής ανέλιξης. Ωστόσο εκείνη την πρώτη φορά της εισόδου του στην εθνική πολιτική δεν κατόρθωσε να εκλεγεί, γεγονός που θα το επιτύχει από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα, τον Νοέμβριο 1954, στην πραγματικότητα είχε πάρει το πρώτο βάπτισμα της πολιτικής, διεκδικώντας το αξίωμα του δημοτικού συμβούλου Θεσσαλονίκης, όπου ήρθε δεύτερος επιλαχών. Συμμετείχε στο ψηφοδέλτιο του κατοχικού υπουργού Σωτηρίου Γκοτζαμάνη, ο οποίος – ύστερα από μια παρατεταμένη φυγοδικία στο εξωτερικό και αφού είχε με νόμο παραγραφεί η εις θάνατον ποινή του – εμφανίστηκε στη Θεσσαλονίκη για να διεκδικήσει τη δημαρχία. Ένας από τους πιο φανατικούς υποστηρικτές του ήταν ο νεαρός τότε υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος.
Ο υιός του επιχειρηματία της μικρής δυτικομακεδονικής πόλης ήταν τότε δικηγόρος εγκατεστημένος στη Θεσσαλονίκη. Μετά το τέλος του πολέμου, η οικογενειακή άνεση του επέτρεψε να πραγματοποιήσει λαμπρές μεταπτυχιακές σπουδές στην Αγγλία, τη Γερμανία και τη Γαλλία. Το 1954 είχε συμπληρώσει τα 35 χρόνια του και βγάζοντας λόγο προς τους εκλογείς σε μια συνοικία της συμπρωτεύουσας, εξέφρασε τον θαυμασμό του προς τον ανεξάρτητο υποψήφιο Γκοτζαμάνη. Του έπλεξε το εγκώμιο, χαρακτηρίζοντάς τον ανεπιφύλακτα ως «τη μεγαλύτερη ζώσα πολιτική φυσιογνωμία» της Ελλάδος, ενώ σημειωτέον ζούσαν τότε ακόμη ο στρατάρχης Παπάγος, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Στέφανος Στεφανόπουλος και πολλοί άλλοι, και ενώ ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν είχε αναδειχθεί σε ηγετική μορφή.
Σύμφωνα με εφημερίδα της εποχής[1]: «Ανέφερεν εν συνεχεία τας μεγάλας εθνικάς υπηρεσίας του υποψηφίου Δημάρχου και επανέλαβεν, ότι είναι τιμή διά την πόλιν, η οποία θα τον έχη ως πρώτον πολίτην της». Ήταν ο μόνος από τους υποψήφιους δημοτικούς συμβούλους που εκφράστηκε τόσο μεγαλόπρεπα για τον πρώην κατοχικό υπουργό, αν και την εποχή εκείνη όλες σχεδόν οι εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, όπως και όλα σχεδόν τα πολιτικά κόμματα πραγματοποίησαν σφοδρές επιθέσεις σε βάρος του υποψήφιου δημάρχου.
Ο Γκοτζαμάνης ήταν οπωσδήποτε το μεγάλο ίνδαλμά του. Και προφανώς θεωρούσε ότι οι μεγάλες εθνικές υπηρεσίες του συνδέονταν άμεσα με τα κατοχικά δάνεια, αν και καμιά συμφωνία με τους Γερμανούς και τους Ιταλούς δεν έφερε ελληνική υπογραφή. Επρόκειτο για αποφάσεις των κυβερνήσεων του Άξονα που επιβλήθηκαν απλώς με το δίκαιο του ισχυροτέρου.
Η προσωπική αυτή ιστορία των μελών αυτής της εύπορης επαρχιακής οικογένειας, που με μια υπογραφή του στρατηγού Τσολάκογλου απέκτησαν μεγάλη περιουσία, συνεχίστηκε. Ο γιος του αείμνηστου πλέον επιχειρηματία συνέχισε την πολιτική δραστηριότητά του με μεταστροφή στον προοδευτικό χώρο και το 1961 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτης. Ο μικρότερος αδελφός του είχε προσληφθεί ως διευθυντικό στέλεχος της ΔΕΗ, η οποία είχε εξαγοράσει το οικογενειακό εργοστάσιο, και την ίδια χρονιά, το 1961, απέκτησε ένα αγόρι.
Και ενώ ο μεγαλύτερος αδελφός προωθήθηκε, επανεξελέγη βουλευτής στις εκλογές 1963 και 1964 και έγινε μέλος της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου, ο μικρότερος αδελφός – αν και δεν πολιτευόταν ο ίδιος – υπήρξε θύμα της χούντας, που στο μεταξύ είχε επικρατήσει, και απολύθηκε από τη θέση του στο πρώην οικογενειακό εργοστάσιο.
Μεσολάβησαν άλλες εξελίξεις, ο προοδευτικός πολιτικός προσχώρησε το 1979 στη Νέα Δημοκρατία και αργότερα, επί Μητσοτάκη, έγινε πάλι υπουργός. Ο αδελφός του πέθανε σχετικά νέος και ο υιός του τελευταίου, αφού σπούδασε οικονομικές επιστήμες και εργάστηκε στον ΟΟΣΑ, επέστρεψε στην Ελλάδα και ασχολήθηκε με την πολιτική.
Ανάμεσα στις πολλές συμπτώσεις, που υπάρχουν σ’ αυτή τη μικρή οικογενειακή ιστορία, υπάρχουν και δύο ακόμη: Ο θείος ήταν υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, όταν η Ελλάδα – με την τυπική σύναψη συνθήκης ειρήνης μόλις ενοποιήθηκε η Γερμανία – θα μπορούσε, ως όφειλε, να διεκδικήσει τα κατοχικά δάνεια. Αλλά για λόγους που δεν έχουν αναφερθεί, αδιαφόρησε να το πράξει. Ο ανιψιός, ως υπουργός Οικονομικών στα δύο πρώτα χρόνια της κυβέρνησης του εγγονού Γ. Παπανδρέου, το 2009-11, δεν ενδιαφέρθηκε ούτε τότε να αξιώσει τα ίδια κατοχικά δάνεια, τα οποία θα μπορούσαν να ανατρέψουν την πορεία προς την οικονομική καταστροφή και τη σύγχρονη χρεοκοπία. Αντ’ αυτού, με βιαστικά βήματα και ανεπανάληπτη προθυμία παρέδωσε με την υπογραφή του την εθνική κυριαρχία.
Πρόκειται για την οικογένεια Παπακωνσταντίνου, της οποίας ο γενάρχης Γεώργιος Μ. Παπακωνσταντίνου είχε λάβει το μονοπώλιο της ηλεκτρικής παραγωγής και διανομής στην Πτολεμαΐδα τον Οκτώβριο του 1941 με υπογραφή του Τσολάκογλου[2]. Ο υιός γνώριζε πολύ καλά όλη την υπόθεση ως διατελέσας στενός συνεργάτης και ανεπιφύλακτος θαυμαστής του Γκοτζαμάνη, ενώ ο εγγονός – και αν υποτεθεί ότι ήταν αδαής για το θέμα, εφόσον δεν θα είχε ακούσει τίποτα στο οικογενειακό περιβάλλον του – όφειλε στα δύο χρόνια του ως υπουργός Οικονομικών να είναι ενημερωμένος. Σύμφωνα με γερμανικές εκτιμήσεις, η ελληνική απαίτηση από τη Γερμανία ανέρχεται σε εκατό περίπου δισεκατομμύρια ευρώ[3].
Τελικά η εθνική αξίωση για τα κατοχικά δάνεια κάποτε θα προβληθεί, ίσως όταν υπάρξουν πατριωτικότερες συνειδήσεις… Ή μήπως η ιστορία επαναλαμβάνεται;


ΑΛΛΕΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ:
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ, Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΤΟΥ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
http://aera2012.blogspot.com/2012/05/1941.html
ΜΙΧΑΛΟΛΙΑΚΟΣ Ή ΠΙΚΡΑΜΕΝΟΣ Ο ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΤΟΥ ΓΚΑΙΜΠΕΛΣ?
http://aera2012.blogspot.gr/2012/06/blog-post_5779.html
ΚΛΟΝΤΙΟΥΣ, Ο ΠΡΟΚΑΤΟΧΟΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΙΝΟΥ ΡΑΪΧΕΝΜΠΑΧ
http://aera2012.blogspot.com/2012/05/blog-post.html


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Εφημερίδα Φως Θεσσαλονίκης, 14 Νοεμ. 1954.
[2] Βλ. ΦΕΚ Α 349/22-10-41.
[3] Δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Die Welt. Με χαμηλότοκο επιτόκιο αναβιβάζει το ποσόν στα 95 δισ. ευρώ (Σεπτέμβριος 2011).


ΤΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ

ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΜΙΧ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΤΟΧΙΚΟ ΥΠΟΥΡΓΟ ΓΚΟΤΖΑΜΑΝΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΣΤΟΝ Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (ΠΑΠΠΟΥ) ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΑ

"Φως" Θεσσαλονίκης (14-11-1954). Ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου διακηρύσσει την πεποίθησή του ότι ο κατοχικός υπουργός Σωτήριος Γκοτζαμάνης ήταν τότε η "μεγαλυτέρα ζώσα πολιτική φυσιογνωμία του τόπου" και ότι προσέφερε ανεκτίμητες εθνικές υπηρεσίες στην πατρίδα κατά την κατοχή με τη σύναψη των κατοχικών δανείων.


Τέταρτος από δεξιά ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου ως υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος του συνδυασμού Γκοτζαμάνη στις δημοτικές εκλογές 1954. Μια σημείωση: Ο τρίτος από δεξιά Κωνσταντίνος Βρέλλας το 1934 ήταν υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης, που υποστηρίχθηκε από τα ΕΕΕ (την περίφημη αντισημιτική και φασιστική οργάνωση που κατηγορήθηκε ότι είχε διαπράξει τον εμπρησμό του συνοικισμού Κάμπελ).












Το φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, στο οποίο δημοσιεύεται με την υπογραφή του κατοχικού πρωθυπουργού Τσολάκογλου η παραχώρηση του προνομίου για το ηλεκτρικό εργοστάσιο της Πτολεμαΐδας στον Γεώργιο Μ. Παπακωνσταντίνου, τον παππού του συνονόματου και συνεπώνυμου υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Παπανδρέου που υπέγραψε το μνημόνιο.