Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κύνσμπεργκ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κύνσμπεργκ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 6 Απριλίου 2020

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΡΙΖΗΣ


Ο Έλληνας  τραπεζίτης
που δεν δίστασε
να πει το δεύτερο "ΟΧΙ"
στον Χίτλερ!



Του Δημοσθένη Κούκουνα

Ήταν ο πρωθυπουργός που επί 80 ημέρες διοίκησε τη μαχόμενη Ελλάδα στην πιο κρίσιμη φάση της, στους πρώτους μήνες του 1941. Ήταν εκείνος που αποφασιστικά είπε το «ΟΧΙ» στον Χίτλερ, στις 6 Απριλίου 1941, αλλά έπειτα από δώδεκα ημέρες έβαλε τέλος στη ζωή του. Ο Αλέξανδρος Κοριζής δεν ήταν μέχρι τότε παρά ένας επιτυχών τραπεζίτης, που όμως βρέθηκε μοιραία στο επίκεντρο της σύγχρονης ιστορίας ως διάδοχος του Ιωάννη Μεταξά. Δεν ήταν άγνωστο πρόσωπο στην αθηναϊκή κοινωνία και από τα νεανικά του χρόνια, αν και είχε αποφύγει να ασχοληθεί με την ενεργό πολιτική (τόσο ο πατέρας όσο και ο παππούς του είχαν εκλεγεί πολλές φορές βουλευτές Τροιζηνίας), είχε ακολουθήσει σταδιοδρομία οικονομολόγου. Υπήρξε ο οικονομικός σύμβουλος του Στεργιάδη στην υπάτη αρμοστεία Σμύρνης το 1920 και τον Μάρτιο 1933 για μερικά 24ωρα έγινε υπουργός Οικονομικών μετά το αποτυχόν κίνημα του στρατηγού Πλαστήρα.
Στις 29 Ιανουαρίου 1941, μόλις κενώθηκε η θέση του πρωθυπουργού με τον θάνατο του Μεταξά, αποδέχθηκε την ιστορική πρόκληση και ανέλαβε την πολιτική ηγεσία της χώρας. Δεν ήταν ο φυσικός διάδοχός του, δεν ήταν καν μέλος της κυβέρνησής του εκείνη την ώρα. Η συγκυρία τον είχε τοποθετήσει ως διοικητή της Εθνικής Τράπεζας από το 1939 που πέθανε ο Ιωάννης Δροσόπουλος και χάριν αυτής της θέσης εγκατέλειψε τη θέση του υπουργού Προνοίας που κατείχε μέχρι τότε (σημειωτέον ότι είχε ορκισθεί με την κήρυξη της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936). Και τώρα, στις 29 Ιανουαρίου, η νέα συγκυρία τον έφερνε απρόσμενα στη θέση του μέχρι τότε παντοδύναμου κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά.
O περίφημος "πατήρ Δημήτριος" Μπάλφουρ.
Η βασιλική προνομιακή επιλογή του Κοριζή οφειλόταν σε αντίστοιχη εισήγηση των Ιωάννη Διάκου και Κωνσταντίνου Μανιαδάκη προς τον βασιλιά Γεώργιο Β΄. Δεν είναι ακριβώς κατανοητό πού στηρίχθηκε αυτή η επιλογή, ούτε πόσο είχε επηρεάσει μια τέτοια εξέλιξη το γεγονός ότι διατηρούσε επί χρόνια ένα στενό προσωπικό σύνδεσμο με τον περιώνυμο Δημήτριο-Ντέιβιντ Μπάλφουρ, το βέβαιο όμως είναι ότι εκείνη την ώρα έγινε ασμένως αποδεκτή από τους βρετανικούς παράγοντες. Δεν εξετάσθηκαν άλλες υποψηφιότητες, ούτε υπήρξε οποιοσδήποτε ενδοιασμός. Αμέσως ορκίσθηκε και ανέλαβε τα πρωθυπουργικά καθήκοντα, αναλαμβάνοντας παράλληλα και τα πρόσθετα υπουργικά χαρτοφυλάκια που είχε ο αποθανών προκάτοχός του: Εξωτερικών, Παιδείας, Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορίας. Η σύνθεση της κυβέρνησης παρέμεινε η ίδια ακριβώς και ο αγώνας στο Μέτωπο συνεχίστηκε με την ίδια αποφασιστικότητα.
Μόνο μία μεταβολή έγινε, όλως διόλου αφανής και ανεπαίσθητη για την ευρεία κοινή γνώμη. Αμέσως μετά την πρωθυπουργική αλλαγή, η ελληνική κυβέρνηση έκανε δεκτό το αίτημα του Λονδίνου για παρουσία περιορισμένων βρετανικών δυνάμεων στη Βόρειο Ελλάδα. Εκείνο δηλαδή που με σθένος ο Μεταξάς είχε αρνηθεί στις έσχατες μέρες της ζωής του, ο Κοριζής χωρίς δεύτερη κουβέντα το αποδέχθηκε. Η ρηματική διακοίνωση του αποθανόντος πρωθυπουργού προς τη βρετανική κυβέρνηση στάλθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1941 και έφερε την τελευταία υπογραφή που έβαλε στη ζωή του. Αφότου επιδόθηκε αυτή η διακοίνωση, ο Ιωάννης Μεταξάς ως εκ συμπτώσεως περιέπεσε σε μια ανελέητη βαριά ασθένεια και μετά από έντεκα ημέρες εξέπνευσε. Σ’ αυτό το «κίνητρο» στηρίζονται όσοι ισχυρίζονται ότι δολοφονήθηκε.
Ο Μεταξάς, όπως προκύπτει άλλωστε και από το ημερολόγιό του, ήταν ψυχικά προετοιμασμένος για την ενδεχόμενη γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας, ώστε δεν υπάρχει αμφιβολία ποια θα ήταν η στάση του αν εκδηλωνόταν επί των ημερών του. Παρ’ όλα αυτά δεν ήθελε ευθέως να την προκαλέσει, αφού ήταν βέβαιο ότι δεν θα επαναλαμβανόταν πια το θαύμα των βορειοηπειρωτικών βουνών. Και εν προκειμένω η προτεινόμενη από τους Βρετανούς ανεπαρκέστατη στρατιωτική ενίσχυση απλώς θα επέφερε την άμεση ήττα – όπως και έγινε.
Αλλά ο διάδοχός του, που μέχρι εκείνες τις ιστορικές ώρες είχε επιδείξει το ταλέντο του ως ικανός τραπεζίτης, τις πρώτες ημέρες που ήταν πρωθυπουργός δεν αντέδρασε όπως ο προκάτοχός του, που αποδεδειγμένα είχε ταλέντα στρατηγού και διπλωμάτη. Το πρόβλημα το αντελήφθη μερικές εβδομάδες αργότερα και αφού είχε αποδεχθεί τη συγκεκριμένη βρετανική «βοήθεια». Η διαφαινόμενη πλέον γερμανική επίθεση εναντίον μας τον ώθησε σε νέες σκέψεις, σε σημείο που ενοχλήθηκαν οι Βρετανοί στην Αθήνα.
Η Σύνθια Όβερτον Πρέστον μετά τον
πόλεμο. Υπηρέτησε μεταξύ άλλων
στα χρόνια του αγώνα της ΕΟΚΑ ως
...πιλότος της RAF!
Είναι χαρακτηριστικό ότι μια νεαρή Αγγλίδα, ονόματι Σύνθια Όβερτον Πρέστον, που μόλις εικοσιπεντάχρονη το 1938 είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα και εργαζόταν απλώς ως καθηγήτρια αγγλικών, προφανώς όμως εκινείτο στο παρασκήνιο και είχε επιρροή, εμφανίστηκε στις 7 Μαρτίου 1941 στον πρίγκιπα Πέτρο (ο οποίος τότε κατείχε την κρίσιμη θέση του επικεφαλής του Γραφείου Συνδέσμου με τους Βρετανούς) και του ζήτησε να μεσολαβήσει στον εξάδελφό του, τον βασιλιά Γεώργιο Β΄, για να …απολυθεί ο πρωθυπουργός Κοριζής! Η ίδια μέχρι τον θάνατό της το 2010 δεν έδωσε ποτέ κάποια εξήγηση, αν και το περιστατικό είχε πλέον δημοσιοποιηθεί στο πολεμικό ημερολόγιο του πρίγκιπα Πέτρου.
Επομένως ήδη ένα και πλέον μήνα πριν επιδοθεί το γερμανικό τελεσίγραφο, ο πρωθυπουργός Κοριζής δεν ήταν της βρετανικής αρεσκείας. Η στάση του στις 6 Απριλίου 1941 υπήρξε όμως σταθερή και σθεναρή. Είπε το δεύτερο ιστορικό «ΟΧΙ», αυτή τη φορά απέναντι στον τότε παντοδύναμο Χίτλερ, χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Και αν στις 28 Οκτωβρίου 1940 το πρώτο «ΟΧΙ» του Μεταξά περιέκλειε αντικειμενικά κάποιες πιθανότητες στρατιωτικής επιτυχίας, όπως και συνέβη, το δεύτερο του Κοριζή δεν είχε σχεδόν καμιά. Αλλά το είπε, και μάλιστα ηχηρά.
Ο Αλέξανδρος Ανδρεάδης και η Χριστίνα
Ωνάση στον γάμο τους 
το 1975.
Επρόκειτο για την τιμή του Έθνους – για την τιμή των όπλων. Και όταν όμως εξαντλήθηκε κάθε όριο και ο αγώνας πλέον ήταν αδιαμφισβήτητα άπελπις, ο Κοριζής δεν είχε την παραμικρή ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα όφειλε να μην γίνει ερείπια. Αισθάνθηκε την ευθύνη του ηγέτη να διασώσει τους γενναίους στρατιώτες που είχαν κάνει το καθήκον τους με αυτοθυσία, χωρίς ταυτόχρονα να παραβλέψει την εθνική τιμή. Και ενώ κατά την κοινή αντίληψη φαινόταν άβουλος επειδή ήταν αθόρυβος, προκύπτει ότι επέδειξε στα πολιτικά παρασκήνια μια σταθερή βούληση. Μέχρι να βρεθεί ηγούμενος του μαχόμενου Έθνους υπήρξε αφανής, αλλά και η όλη ιστορική παρουσία του δεν έχει φωτισθεί ικανοποιητικά (έως που περισσότερο γνωστός είναι ο συνονόματος εγγονός του, γιος του Στρατή Ανδρεάδη, που παντρεύτηκε τη Χριστίνα Ωνάση…).
Ο αυτοπυροβοληθείς στις 3 Απριλίου
1941 Παλ Τελέκι, πρωθυπουργός της
Ουγγαρίας. Η μητέρα του ήταν αμιγώς
Ελληνίδα (Ελένη Μουράτη).
 
Στις 18 Απριλίου 1941, απεβίωσε – από καρδιακή προσβολή κατά την επίσημη εξήγηση που ανακοινώθηκε εκείνη την ημέρα. Στη συνέχεια έχει επικρατήσει η άποψη, πολλαπλώς προβεβλημένη, ότι αυτοκτόνησε έπειτα από κάποιες κρίσιμες συσκέψεις και ιδίως μία συνομιλία του με τον Γεώργιο Β΄, στην οποία δεν παρευρισκόταν κανένα άλλο πρόσωπο. Ωστόσο υπάρχουν διάφορες εκδοχές, όπως π.χ. αν αυτοπυροβολήθηκε μία ή δύο φορές στην καρδιά – ή ακόμη και αν δολοφονήθηκε. Πάντως, ακριβώς δεκαπέντε μέρες νωρίτερα είχε αυτοκτονήσει ένας άλλος πρωθυπουργός στην Ουγγαρία, ο Παλ Τελέκι, ο οποίος όμως ήταν κατά 50% ελληνικής καταγωγής. Αλλά αυτός άφησε αυτόγραφη επιστολή για την αιτία του διαβήματός του, η οποία αμυδρά σχετιζόταν με την Ελλάδα: Διαφωνούσε με τη διέλευση γερμανικών στρατευμάτων από το ουγγρικό έδαφος, τα οποία κατευθύνονταν εναντίον του γιουγκοσλαβικού εδάφους, μια κίνηση που (σε ό,τι μας αφορά) κατέληξε στην ταχεία κατάληψη της Θεσσαλονίκης!
Στον δεύτερο όροφο αυτής της πολυκατοικίας (Βασιλίσσης Σοφίας 51)
ήταν η κατοικία της οικογένειας Κοριζή.
Όπως και να έχει, λίγες ημέρες αργότερα άρχιζε η Κατοχή. Στην Αθήνα έφτασε μια ειδική αποστολή των Γερμανών υπό τον Κύνσμπεργκ, που μεταξύ άλλων αναζήτησε στοιχεία και πληροφορίες για το πώς ακριβώς επήλθε ο θάνατος του Κοριζή. Επισκέφθηκαν και την οικογένειά του, στο ίδιο σπίτι της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας 51, όπου είχε απαντήσει «ΟΧΙ» στον Γερμανό πρεσβευτή Έρμπαχ τις πρωινές ώρες της 6ης Απριλίου 1941, και οι οικείοι του αρνήθηκαν να συνεργασθούν. Το ίδιο ακριβώς έγινε και με την οικογένεια του Μεταξά, που επίσης την επισκέφθηκαν.

Και οι δύο αυτοί θάνατοι, διαρκούντος ενός τιτάνιου αγώνα που έδινε η Ελλάδα εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, όσο περίεργοι και αν υπήρξαν, ποτέ δεν ερευνήθηκαν όπως θα αντιστοιχούσε. Ούτε καν ιατροδικαστικές εκθέσεις δεν συντάχθηκαν…



Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

ΚΥΝΣΜΠΕΡΓΚ ΚΑΙ ΠΕΝΤΕΛΜΠΟΥΡΥ





Φωτογραφία από την επίμαχη εποχή (1941): Ο Τζων Πεντέλμπουρυ (στο κέντρο με το ποτήρι στο χέρι) απολαμβάνει την παραδοσιακή κρητική φιλοξενία.

MAXH THΣ ΚΡΗΤΗΣ:
H ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΚΥΝΣΜΠΕΡΓΚ
ΚΑΙ Ο ΤΖΩΝ ΠΕΝΤΕΛΜΠΟΥΡΥ

Του Δημοσθένη Κούκουνα*

Μετά την κατάληψη της ηπειρωτικής Ελλάδος και ενώ προετοιμαζόταν η Μάχη της Κρήτης, το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών έδωσε εντολή στην Ειδική Μονάδα Κύνσμπεργκ να αναζητήσει τα απόρρητα αρχεία του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, αλλά και μια άλλη σειρά πληροφοριών. Ο επικεφαλής της Ειδικής Μονάδας παρέμεινε για περισσότερο από ένα μήνα στην Κρήτη, διενεργώντας εξονυχιστικές έρευνες για την ευσυνείδητη εκτέλεση της αποστολής του. Τα πορίσματα των ερευνών του τα μετέδιδε τακτικά απευθείας προς τον προϊστάμενό του, που δεν ήταν άλλος από τον Γερμανό υπουργό Εξωτερικών Ρίμπεντροπ. Οι περισσότερες από τις αναφορές του διασώθηκαν στα αρχεία του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών και μέσα απ’ αυτές αναδύεται η δράση ενός αγνώστου για το ευρύ ελληνικό κοινό Βρετανού, ο οποίος θα μπορούσε να γίνει ο «Λώρενς της Κρήτης», όπως επισημαίνει ο ιπποτικός Γερμανός αντίπαλός του.
Πρόκειται για τον μονόφθαλμο αρχαιολόγο - κατάσκοπο Τζων Πεντέλμπουρυ, ο οποίος έδρασε στην Κρήτη μέχρι να βρει τον θάνατο από τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές τον Μάιο του 1941. Πριν καν καταλαγιάσει η Μάχη της Κρήτης, ο Γερμανός Κύνσμπεργκ κατόρθωσε να εντοπίσει και να ερευνήσει το κρησφύγετό του, περιγράφοντας με θαυμασμό τη δράση του. Δεν έκρυψε ότι είχε εντυπωσιασθεί από τη δράση του αριστοκρατικής καταγωγής Άγγλου αρχαιολόγου, ο οποίος ταυτόχρονα με τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα ήταν επίσημα τοποθετημένος ως υποπρόξενος της χώρας του στο Ηράκλειο και παράλληλα έφερε τον βαθμό του λοχαγού. Στην πραγματικότητα, όμως, είχε μια άλλη ιδιότητα πολύ πιο ουσιαστική: ήταν ο υπεύθυνος των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών για την Κεντρική Κρήτη. Αυτό ήταν το πρωταρχικό αντικείμενό του.
Τον Μάιο του 1941, που βρήκε τον θάνατο κατά τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης, ο Τζων Πεντέλμπουρυ ήταν ηλικίας 37 ετών. Είχε γεννηθεί το 1904 στο Λονδίνο και σπούδασε στο περίφημο Γουίντσεστερ και στο Καίμπριτζ, του οποίου έγινε υπότροφος. Εκτός από την εξαιρετική επίδοσή του στις κλασικές σπουδές, ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και εκπροσώπησε το πανεπιστήμιό του σε εθνικές και διεθνείς συναντήσεις ως άλτης.
Το 1927 επιλέχθηκε από το Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ για να φοιτήσει στη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών και κατά τη διάρκεια του 1928 είχε την πρώτη πραγματική εμπειρία του ως αρχαιολόγου στην Αίγυπτο. Υπήρξε υπεύθυνος ανασκαφών στην περιοχή Τελ-ελ-Αμάρνα, ενώ παράλληλα συμμετείχε υπό την εποπτεία του σερ Άρθουρ Έβανς στις ανασκαφές που διεξάγονταν στην Κνωσό στο παλάτι του Μίνωα. Υπήρξε μέχρι το 1935 επιμελητής του μουσείου της Κνωσού, ενώ στα προηγούμενα και στα επόμενα χρόνια διέθετε την εξαιρετική ζωτικότητά του σε περιηγήσεις στην Κρήτη, επισκεπτόμενος αρχαιολογικές περιοχές που του προκαλούσαν το ενδιαφέρον. Με παρόμοια ζέση ήθελε να γνωρίσει και την πιο ασήμαντη περιοχή του νησιού, περιτρέχοντάς του από τη μια μέχρι την άλλη άκρη. Λέγεται ότι είχε διασχίζει πεζοπορώντας περισσότερα από χίλια μίλια στην Κρήτη, όπου σε διάφορα απίθανα χωριά είχε αποκτήσει καρδιακούς φίλους που δεν είχαν απαραιτήτως ακαδημαϊκά ενδιαφέροντα. Με την ίδια άνεση έκανε παρέα με τσοπάνηδες και ανώνυμους χωρικούς, γλεντούσε μαζί τους, μιλούσε με άνεση τη γλώσσα και τη διάλεκτό τους.
Προφανώς ήταν ο μόνος που ήξερε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον Άγγλο κάθε γωνιά της Κρήτης. Από το 1935, που παραιτήθηκε από τη θέση του επιμελητή της Κνωσού μέχρι το 1939 πραγματοποίησε στο Λασήθι ιδιαίτερες ανασκαφές. Ήδη από το 1938 ο ίδιος, όπως και πολλοί άλλοι νεαροί συνάδελφοί του, είχε στρατολογηθεί από μια ειδική υπηρεσία που υπαγόταν στο βρετανικό υπουργείο Πολέμου.
Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ, κατά μία δεκαετία νεώτερός του, υπήρξε συνεργάτης και φίλος του, ενώ μαζί του είχαν μοιραστεί κοινά όνειρα για την Κρήτη. Ο σήμερα επιζών σε βαθύ γήρας Πάτρικ Λη Φέρμορ διατηρούσε, όπως και ο Τζων Πεντέλμπουρυ, μια βαθιά αγάπη για την Ελλάδα με τον δικό τους ίσως ρομαντικό τρόπο. Ο Πάτρικ, που η παρουσία του στη χώρα μας συνδέεται από το 1935, όταν ως αλλοδαπός εθελοντής είχε συμμετάσχει στο ...κίνημα του Μαρτίου, είχε έντονη δράση στην Κρήτη ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Κατοχής. Το 2001, μιλώντας στην Κνωσό σε εκδηλώσεις για τα 60χρονα της Μάχης της Κρήτης, θυμήθηκε τον παλιό του φίλο και συνεργάτη, τον Πεντέλμπουρυ. Τον χαρακτήρισε ως μυθική φιγούρα και εξήρε τον ρομαντισμό του.

ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΚΥΝΣΜΠΕΡΓΚ;

Τον Τζων Πεντέλμπουρυ ουσιαστικά διασώζει στην ιστορική μνήμη μάλλον ένας Γερμανός αξιωματούχος, παρά οι ομοεθνείς συνεργάτες του. Οι Έλληνες έχουν μια δικαιολογημένη προκατάληψη κατά της Ιντέλιτζενς Σέρβις ή οποιωνδήποτε άλλων μυστικών βρετανικών υπηρεσιών, ώστε ο προϊστάμενος του κλιμακίου Ηρακλείου την εποχή του πολέμου δεν θα αποκτούσε καμιά συμπάθεια, όσο δημοφιλής και αν πράγματι ήταν μεταξύ των συγχρόνων του χωρικών της Κρήτης, με τους οποίους τσούγκριζε το ποτήρι του και αντάλλασσε εύθυμα πειράγματα.
Ο Νίκολας Χάμοντ, ο Πάτρικ Λη Φέρμορ και πολλοί άλλοι λιγότερο ή περισσότερο γνωστοί πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών καμιά ιδιαίτερη εκτίμηση δεν θα είχαν κερδίσει στην Ελλάδα αν είχαν δράσει μόνον ως πράκτορες. Κέρδισαν πόντους και αναγνώριση από την ελληνική κοινή γνώμη λόγω της μεταγενέστερης συμμετοχής τους στην Εθνική Αντίσταση. Η ατυχία του Πεντέλμπουρυ είναι ότι δεν επέζησε του τέλους της Μάχης της Κρήτης, ώστε να δραστηριοποιηθεί κατά τη διάρκεια της Κατοχής στα κρητικά βουνά, όπως άλλωστε ήταν και η επιθυμία του. Παρά τις όποιες προθέσεις του, έμεινε μόνον η πρακτορική θητεία του και σχεδόν ποτέ δεν έγιναν γνωστές οι φιλοδοξίες του να διαδραματίσει ρόλο «Λώρενς της Κρήτης».
Την ιδιότητα και το προσωνύμιό του αυτό καταγράφεται ιστορικά από έναν Γερμανό αντίπαλό του, τον Κύνσμπεργκ. Αλλά ποιος ήταν ο επικεφαλής της ομώνυμης Ειδικής Μονάδας, που στην ιστορία του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου το όνομά του συνδέθηκε ασφαλώς περισσότερο με την απαλλοτρίωση πολιτιστικών θησαυρών στις κατεχόμενες χώρες της Σοβιετικής Ένωσης, παρά με τη γενικότερη φύση των αρμοδιοτήτων του, ενώ είναι εντελώς άγνωστη η δραστηριότητά του στην Ελλάδα;
Προσπαθήσαμε να συνθέσουμε ένα σύντομο βιογραφικό του, ορισμένα σημεία του οποίου τα δίνουμε με επιφύλαξη, καθώς η έρευνα υπήρξε εξαιρετικά δυσχερής.
Ο Κύνσμπεργκ εντάχθηκε το 1940 στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών, αναλαμβάνοντας τη συγκρότηση μιας ειδικής μονάδας, στην οποία ανατέθηκαν εντελώς ασυνήθιστα καθήκοντα που για να τα αντιληφθούμε θα πρέπει να τα συνδυάσουμε με την εμμονή του Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ και των φανατικών ιδεολόγων εθνικοσοσιαλιστών να περιφρουρήσουν τις πολιτιστικές παραδόσεις της Ευρώπης. Η ειδική αυτή μονάδα ιδρύθηκε στις 17 Ιουλίου 1940 με αρχική αποστολή να χρησιμεύσει σε μια ενδεχόμενη κατάληψη της Μεγάλης Βρετανίας, ώστε να συγκεντρώσει και να διασφαλίσει κάθε είδους σημαντικό αρχειακό υλικό. Στην περίπτωση, λοιπόν, που θα καταλαμβανόταν η Αγγλία, τα μέλη της ειδικής αυτής μονάδας θα αναζητούσαν πρωταρχικά τα μυστικά κρατικά αρχεία, δυσεύρετα βιβλία, σπάνια χειρόγραφα, χάρτες, πολιτιστικούς θησαυρούς κ.ά.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ακριβώς την εποχή που στο Βερολίνο ο Κύνσμπεργκ ονομαζόταν επικεφαλής της ομώνυμης ειδικής μονάδας που συστάθηκε, ο αδελφός του στο Εδιμβούργο συλλαμβανόταν ως ξένος υπήκοος και φυλακιζόταν.
Αφού η μονάδα του δεν μπορούσε να εκτελέσει τα ειδικά καθήκοντά της στην Αγγλία, η κατάληψη της οποίας δεν πραγματοποιήθηκε, στάλθηκε στο Παρίσι για παρόμοιες δραστηριότητες. Δεν είναι βεβαιωμένο ότι περιόδευσε αυτή η πολυμελής ειδική μονάδα όλες τις κατεχόμενες χώρες, συλλέγοντας αρχειακό και πολιτιστικό υλικό, αλλά η εμφάνισή της στην Κρήτη το 1941 ενισχύει την άποψη ότι μπορεί και στις άλλες κατεχόμενες ευρωπαϊκές χώρες να είχε εκτελέσει αποστολές προηγουμένως. Γεγονός είναι ότι το καλοκαίρι του 1941, μετά τη λήξη της αποστολής της στην Κρήτη, γρήγορα θα ανασυνταχθεί, θα αποσπασθεί από τη δικαιοδοσία του υπουργείου Εξωτερικών και θα υπαχθεί στα Ες-Ες. Η νέα της αποστολή είναι να ακολουθεί τα βήματα του γερμανικού στρατού στη Σοβιετική Ένωση, συλλέγοντας αρχεία, σπάνια χειρόγραφα και βιβλία, πολιτιστικά κειμήλια και χάρτες.
Η δραστηριότητα αυτή του Κύνσμπεργκ και του σχεδόν 100μελούς επιτελείου του θα κρατήσει μέχρι το φθινόπωρο του 1943, οπότε πλέον ο ίδιος θα επιστρέψει στο Βερολίνο, θα παρασημοφορηθεί και θα του απονεμηθεί ο βαθμός του αντισυνταγματάρχη των Ες-Ες.

* Από το βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα "Η Κρήτη υπό Κατοχή - Η Μάχη της Κρήτης και η Εθνική Αντίσταση, Κατοχή και δοσιλογισμός", έκδοση 2017 (Ariston Books)