Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2015

Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ (2)

Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα "Η υπόθεση Μέρτεν και η σύγκρουση με τον Καραμανλή" (βιβλιοπωλείο Υψηλάντου 5, Κολωνάκι, τηλ. 210-7255962)



Ο Κ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΣΤΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΗΣ CIA


Όπως προκύπτει από όσα προαναφέρθηκαν στις προηγούμενες σελίδες ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επί Κατοχής δεν είχε καμιά στοιχειοθετημένη επιλήψιμη συμπεριφορά ή οποιαδήποτε σύνδεση με τους Γερμανούς. Ωστόσο από τα τέλη της δεκαετίας 1950 συστηματικά έχει επιχειρηθεί από διάφορους κύκλους να υποστηριχθεί το αντίθετο.
Στα αρχεία της CIA, που από ετών είναι προσβάσιμα στο κοινό, περιλαμβάνεται και ένα έγγραφο οπωσδήποτε μειωμένης αξιοπιστίας, που συνδέει τον Έλληνα πολιτικό με τη δίωξη των Εβραίων επί Κατοχής από τους Γερμανούς:

ΑΚΡΩΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟΣ
16 Σεπτεμβρίου 1962
Το όνομα του πρωθυπουργού κ. Κωνστ. Καραμανλή περιλαμβάνεται πράγματι εις τον πίνακα των πρακτόρων των γερμανικών αρχών κατοχής, ως συνεργάτης του Μέρτεν εις την εξόντωσιν των Εβραίων.
1. Κατά την αυτήν χθεσινήν συνομιλίαν με τον Σύμβουλον Πρεσβείας κ. Ιωάννην Μοσχόπουλον, ούτος μου ανεκοίνωσε και τα κάτωθι υπό άκρως απόρρητον τύπον:
α. Κατά την πέρυσι διεξαχθείσαν εις το Ισραήλ δίκην του Γερμανού εγκληματίου πολέμου Άντολφ Άιχμαν, μεταξύ των στοιχείων που περιείχοντο εις την σχηματισθείσαν κατ’ αυτού δικογραφίαν, βάσει της οποίας παρεπέμφθη ούτος εις δίκην και κατεδικάσθη εις θάνατον, περιείχετο και ένας επίσημος πίναξ των – κατά την κατοχήν – διατελεσάντων πρακτόρων των γερμανικών αρχών κατοχής εις την Ελλάδα Ελλήνων υπηκόων, οι οποίοι είχον συνεργασθή μετά του Μέρτεν εν Θεσσαλονίκη εις το έργον της εξοντώσεως των Εβραίων της πόλεως ταύτης και της λαφυραγωγήσεως των περιουσιών αυτών. Ο πίναξ ούτος των πρακτόρων απετέλει μέρος των εγγράφων και αποδεικτικών στοιχείων, που ανεφέροντο εις το κεφάλαιον της διώξεως των Εβραίων της Ελλάδος.
β. Την δίκην του Άιχμαν είχε παρακολουθήσει διά λογαριασμόν της ελληνικής κυβερνήσεως ένας έμπιστος υπάλληλος, ισραηλιτικής καταγωγής, ανήκων εις την υπηρεσίαν Τύπου της εις το Ισραήλ διπλωματικής αντιπροσωπείας της Ελλάδος, διωρισμένος από πολλών ετών εις την υπηρεσίαν ταύτην, και το πρώτον διορισθείς όταν ο κ. Μοσχόπουλος ήτο προ αρκετών ετών διπλωματικός αντιπρόσωπος της Ελλάδος πλησίον της κυβερνήσεως του Ισραήλ. Φυσικά ο Ισραηλίτης ούτος, υπηρετήσας επί πολύ διάστημα και υπό τας διαταγάς του κ. Μοσχόπουλου είχε συνδεθή πολύ μετ’ αυτού και είχε προσφέρει εις αυτόν εξαιρέτους υπηρεσίας εν τη αποστολή του. Διατηρεί έκτοτε σχέσεις μετ’ αυτού ο κ. Μοσχόπουλος.
γ. Ο Ισραηλίτης ούτος έμπιστος της υπηρεσίας του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, υπό την ιδιότητα του εκπροσώπου της ελληνικής κυβερνήσεως προς παρακολούθησιν της δίκης Άιχμαν, έλαβε γνώσιν των αφορώντων τους Εβραίους της Ελλάδος εγγράφων της δικογραφίας, έλαβε δε γνώσιν και του συνημμένου πίνακος των Ελλήνων πρακτόρων των Γερμανών της κατοχής και εις τον πίνακα τούτον ανέγνωσεν ιδίος όμμασι και το όνομα του σημερινού πρωθυπουργού της Ελλάδος κ. Κωνστ. Καραμανλή. Ειδοποίησε – κατόπιν τούτου – την κυβέρνησιν αρμοδίως.



δ. Κατόπιν τούτου, η ελληνική κυβέρνησις τόσον διά του εις Ισραήλ διπλωματικού της εκπροσώπου, όσον και διά του εν Αθήναις διπλωματικού εκπροσώπου του Ισραήλ κ. Κάπελ προέβη εις επίμονα διαβήματα προς την κυβέρνησιν του Ισραήλ, όπως μη κοινολογηθή κατ’ ουδένα τρόπον ο εν λόγω πίναξ κατά την δίκην, ίνα μη αποκαλυφθή προφανώς το όνομα του κ. Καραμανλή. Η κυβέρνησις του Ισραήλ εδέχθη την ελληνικήν παράκλησιν και πράγματι ο γενικός εισαγγελεύς Χάουσνερ δεν εχρησιμοποίησε κατά την δίκην τα στοιχεία του πίνακος τούτου.
ε. Εσχάτως, ο κ. Μοσχόπουλος [1] συνηντήθη με τον εν λόγω Ισραηλίτην υπάλληλον Τύπου της εις Ισραήλ ελληνικής διπλωματικής αντιπροσωπείας, ο οποίος του εξιστόρησε και του απεκάλυψεν, υπό άκρως απόρρητον τύπον, τα του πίνακος και τα διαβήματα της ελληνικής κυβερνήσεως, και τον διεβεβαίωσε κατηγορηματικώς ότι το όνομα του κ. Καραμανλή περιελαμβάνετο πράγματι εις τον πίνακα των πρακτόρων των Γερμανών της κατοχής, υπογραμμισμένον δι’ ερυθράς μολυβδίδος, όπως διά τοιαύτης μολυβδίδος ήσαν υπογραμμισμένα και τα ονόματα πολλών άλλων Ελλήνων πρακτόρων, μεταξύ των οποίων μου ανεκοίνωσε και τα ονόματα του καθηγητού του πανεπιστημίου κ. Πετρόπουλου, ως και του κ. Κωνσταντίνου Τσαλδάρη, τέως πρωθυπουργού και αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος.
2. Υπεσχέθην κατηγορηματικώς εις τον κ. Μοσχόπουλον άκραν εχεμύθειαν επί όλων των ανωτέρω πληροφοριών του.





[1] Σημείωση του συγγραφέα: Ο διπλωμάτης Ιωάννης Μοσχόπουλος στις 21 Απριλίου 1967 είχε προταθεί για να αναλάβει υπουργός Εξωτερικών, αλλά την τελευταία στιγμή απορρίφθηκε από τον βασιλιά Κωνσταντίνο.

ΒΛΕΠΕ ΕΠΙΣΗΣ: http://aera2012.blogspot.gr/2015/10/1.html
ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΩ. ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟ ΒΛΕΠΕ: http://aera2012.blogspot.gr/2015/11/blog-post.html

Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ (1)




Ο Κ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΕΠΙ ΚΑΤΟΧΗΣ


«Μαζεύτηκαν πάλι στο σπίτι οι φίλοι του Κωστάκη. Είναι μια ομάδα που ταχτικά συνεδριάζει και συζητεί για τις μεταπολεμικές πολιτικές εξελίξεις. Όλοι είναι παλιοί γνωστοί μας και οι περισσότεροι πολύ φίλοι μας. Σήμερα ήρθαν ο Γιώργος Οικονομόπουλος, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Άγγελος Αγγελόπουλος, ο Γιάννης Παρασκευόπουλος, ο Γιώργος Λάπας που είχε κρύψει τον Κωστάκη όταν διώκονταν πέρυσι, ο Πέτρος Γαρουφαλιάς. Ήρθε και για πρώτη φορά ένας Μακεδόνας πρώην βουλευτής, ο Κώστας Καραμανλής. Μιλούσε λίγο, μα ό,τι έλεγε ήταν σωστό. Μου έκανε εντύπωση η κρίση του και η ειλικρίνειά του. Θα πω του Κωστάκη να τον καλέσει μια μέρα μόνο του, να τον γνωρίσω καλύτερα».
Αυτά έγραφε στο ημερολόγιό της η Ιωάννα Τσάτσου στις 25 Νοεμβρίου 1942 (Φύλλα Κατοχής, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 58) για την ημέρα που γνώρισε πρώτη φορά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Εντελώς συμπτωματικά, την ίδια ακριβώς μέρα εκδηλωνόταν η πρώτη αντιστασιακή δράση, η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Η επιχείρηση εκτελέστηκε για πρώτη και μοναδική φορά από κοινή ομάδα του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και Βρετανών σαμποτέρ. Ποτέ άλλοτε δεν θα μπορέσουν οι δύο αντιστασιακές οργανώσεις να πραγματοποιήσουν κοινή δράση. Αντίθετα, θα περάσουν σε μια άλλη φάση συνεχούς αντιπαλότητας.
Αλλά την ίδια μέρα, η Ιωάννα Τσάτσου σημειώνει τη συνεδρίαση της άτυπης ομάδας με τα πρόσωπα που αναφέρθηκαν και που στην πραγματικότητα δεν είναι όλοι τους μόνο σοσιαλιστές, αλλά καλύπτουν ένα φάσμα από την αριστερά με τη δεξιά. Ίσως οι μέρες εκείνες να είναι δεκτικές για μια πολιτική ενότητα και συνδιαλλαγή ανάμεσα στις δύο κύριες αντίρροπες παρατάξεις, έστω και αν το κλίμα και η «μόδα» επιβάλλουν ένα αριστερό προφίλ. Αυτό το «προφίλ» που ενώνει πολιτικούς από διάφορες γενεές και κυρίως από διαφορετικές κομματικές προελεύσεις, θα το δούμε κάπως αναλυτικότερα, καθώς και τα πρόσωπα της ομάδας που είχαν συνεδριάσει στο σπίτι των Τσάτσων. Δεν είναι μόνον αυτά που αναφέρει η Ιωάννα Τσάτσου στο λήμμα αυτό του ημερολογίου της, αλλά υπάρχουν και άλλα που κινούνται σ’ αυτή τη σοσιαλιστική συντροφιά.
Ο Κ. Καραμανλής την εποχή εκείνη ήταν μόλις 35 χρονών και ήδη είχε διατελέσει δύο φορές μέλος της Βουλής των Ελλήνων, έχοντας αναδειχθεί βουλευτής Σερρών του Λαϊκού Κόμματος στις εκλογές 1935 και 1936. Ασφαλιστής και από το 1932 δικηγόρος Σερρών, ζώντας όμως συχνά στην Αθήνα, στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής, η έναρξη της Κατοχής τον βρήκε στην Αθήνα, όπου από τον Μάρτιο του 1941 είχε μετεγγραφεί στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών. Ο νεαρός δικηγόρος και πρώην βουλευτής εγκαθίσταται σ’ ένα μικρό γραφείο, που αργότερα θα επιταχθεί από τους Γερμανούς. Η απώλεια δεν είναι και μεγάλη, αφού ελάχιστες είναι οι δουλειές που μπορεί να εξασφαλίσει εκείνη την εποχή ένας νεαρός και προερχόμενος από μακρινή επαρχία δικηγόρος.
Ήδη από τα χρόνια των σπουδών του διατηρεί πολλές φιλίες, που φυσικά έχουν αυξηθεί αφότου ασχολήθηκε με την πολιτική. Μεταξύ άλλων, συνδέεται στενά με τον Λάμπρο Ευταξία, συνομήλικό του επίσης πολιτικό και γόνο παλαιάς εύρωστης οικογένειας, καθώς επίσης και με τη Λίνα Τσαλδάρη, κόρη του Σπυρ. Λάμπρου και χήρα του Παναγή Τσαλδάρη, που υπήρξε ο αρχηγός του κόμματός του όταν εξελέγη βουλευτές. Στις κρίσιμες αυτές ώρες της Κατοχής έχει δύο ισχυρούς φίλους για να στηριχθεί, αν και ο χαρακτήρας του είναι αρκετά περήφανος για να ζητάει βοήθεια με το παραμικρό.
Άλλωστε από τους πρώτους κατοχικούς μήνες έχουν διευρυνθεί οι συντροφιές του και έχει γνωρισθεί με ανθρώπους που ανεξάρτητα από πολιτική προέλευση δραστηριοποιούνται στο προσκήνιο είτε στο παρασκήνιο. Δύο πρόσωπα που διαδραματίζουν ρόλο στα πράγματα και με τα οποία συνδέεται ιδιαίτερα είναι ο Αλέξανδρος Σβώλος[1], ο γνωστός πανεπιστημιακός καθηγητής και αριστερός πολιτικός, και ο Γιάννος Πολίτης, ο οποίος υπήρξε ο πρεσβευτής της Ελλάδος στη μουσολινική Ιταλία μέχρι την επίδοση του ιταλικού τελεσιγράφου στις 28 Οκτωβρίου 1940. Και οι δύο αυτοί αποτελούν το επίκεντρο άλλων κύκλων, στους οποίους ο Καραμανλής έχει την ευκαιρία να ενταχθεί και έτσι να γνωρίσει πολλές προσωπικότητες που παίζουν ή θα παίξουν αργότερα σημαντικό ρόλο.
Αναλυτικές περιγραφές για τη ζωή του εκείνη την εποχή έχει κάνει ο Καραμανλής στον πρώτο βιογράφο του, τον Γάλλο ακαδημαϊκό Μωρίς Ζενεβουά, ο οποίος τις κατέγραψε με προσοχή. Όπως είναι φυσικό, η αφήγηση του ίδιου του βιογραφούμενου συχνά εμπεριέχει τον κίνδυνο της υποκειμενικότητας, αλλά στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει δυσκολία να επιβεβαιώσουμε τα πραγματικά περιστατικά. Μπορεί αυθαίρετα να προσπαθούν οι βιογράφοι του Καραμανλή να υπερμεγεθύνουν τα ηγετικά προσόντα του και να βρίσκουν ευκαιρίες να το πράττουν αυτό ως προς την κατοχική περίοδο, αλλά τα γεγονότα δεν μπορούν να διαστρεβλωθούν. Είναι βέβαιο ότι και ο ίδιος δεν θα το ήθελε.
Άλλωστε στα χρόνια της Κατοχής ο Καραμανλής κινείται σε δύο γνωστούς άξονες: στην Επιτροπή των Μακεδόνων-Θρακών και στην άτυπη σοσιαλιστική ομάδα. Λίγες εβδομάδες πριν φύγουν οριστικά οι Γερμανοί, επιχειρεί να ακολουθήσει τα γεγονότα και διαφεύγει στη Μέση Ανατολή.
Ωστόσο, με συκοφαντική διάθεση από τη μεριά των αντιπάλων του, έχει γίνει προσπάθεια, όπως είναι γνωστό από την εποχή που πρωτοεμφανίσθηκε στη δημοσιότητα η υπόθεση Μέρτεν, να τον εμπλέξουν σε δήθεν συνεργασία του με τον κατακτητή. Η περίπτωση αυτή διαψεύσθηκε επανειλημμένα και όχι μόνο δικαστικά, είναι όμως ενδεικτική της εμπάθειας την οποία έχει βιώσει στο παρελθόν ο Κ. Καραμανλής. Αν και στα τέλη της δεκαετίας 1950, όταν ξαφνικά προέκυψε η υπόθεση αυτή, ο Μαξ Μέρτεν είχε κάθε δυνατότητα να αποδείξει τους ισχυρισμούς του, δεν το κατόρθωσε, με αποτέλεσμα να διαψευσθούν οικτρά όσοι επένδυσαν πολιτικά επάνω του.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1940, όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος με την Ιταλία, παρουσιάστηκε με την επιστράτευση στο Σιδηρόκαστρο, μαζί με τον αδελφό του Αλέκο. Ο τελευταίος κατατάχθηκε σε μια μονάδα που έφυγε για το Αλβανικό Μέτωπο, ενώ ο ίδιος κρίθηκε ανίκανος να υπηρετήσει λόγω βαρηκοΐας. Γύρισε στις Σέρρες και λίγους μήνες αργότερα, τον Μάρτιο του 1941, επικεφαλής της οικογένειας ως πρωτότοκος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, νοικιάζοντας ένα μικρό διαμέρισμα στην Κυψέλη. Οι ακριβείς λόγοι, για τους οποίους ολόκληρη η οικογένεια την ώρα εκείνη εγκατέλειψε το πατρικό σπίτι στην Πρώτη Σερρών δεν είναι γνωστοί, αλλά προφανώς ένας πολιτικός μπορούσε να προβλέψει τα γεγονότα που θα ακολουθούσαν, αφότου έγινε γνωστό ότι ισχυρές γερμανικές δυνάμεις είχαν στρατοπεδεύσει στα νότια βουλγαρικά εδάφη, δίπλα από τα ελληνικά σύνορα. Η Αθήνα θεωρήθηκε ασφαλέστερος τόπος για να μείνει η οικογένεια Καραμανλή στις δύσκολες εκείνες ώρες.
Ο Κωνσταντίνος, οι τρεις αδελφές Καραμανλή, η Όλγα 30 ετών τότε, η Αθηνά 24 ετών και η Αντιγόνη 20 ετών, καθώς και οι δύο νεώτεροι από τα αδέλφια που ήταν ακόμη μαθητές, ο Γραμμένος 15 ετών και ο Αχιλλέας 11 ετών, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο μόνος αδελφός, που υπηρετούσε τότε στο Μέτωπο, ο Αλέκος, βρέθηκε και αυτός στην Αθήνα τις ημέρες εκείνες, για να φοιτήσει στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών. Ήταν οι τελευταίες μέρες του πολέμου και ήδη πλέον οι Βρετανοί οπισθοχωρούσαν διατρέχοντας νότια την Ελλάδα με τελικό προορισμό την Κρήτη, στην οποία κατέληξε και η ελληνική ηγεσία υπό τον βασιλιά Γεώργιο Β΄ και τον Εμμανουήλ Τσουδερό.
Ο Αλέκος Καραμανλής, μετά την αποστράτευσή του, έμεινε στην Αθήνα για να εργασθεί ως δικηγόρος, όπως και ο αδελφός του. Η Αντιγόνη Καραμανλή, η μικρότερη από τις αδελφές, διορίσθηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ την ίδια χρονιά η Αθηνά παντρεύτηκε έναν δικηγόρο (η Όλγα είχε παντρευτεί έναν γιατρό τον προηγούμενο χρόνο). Οι νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν με την Κατοχή κατέληξαν στο να χωριστεί η οικογένεια των αδελφών Καραμανλή. Τα τέσσερα αδέλφια εγκατέλειψαν την Αθήνα με προορισμό τη Μακεδονία, όπου όμως είχε εγκατασταθεί βουλγαρική κατοχή στη γενέτειρά τους. Έτσι, τελικά κατευθύνθηκαν στη Νιγρίτα που βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έμεινε στην Αθήνα και μέχρι την Απελευθέρωση δεν μπόρεσε να ταξιδέψει στη Μακεδονία, γεγονός που από μόνο του διαψεύδει τους ισχυρισμούς του Μέρτεν ότι βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη και συνεργαζόταν με τους Γερμανούς. Μαζί του έμειναν ο Αλέκος και η Αντιγόνη, που είχαν αποκτήσει μόνιμη εργασία.
Στον ίδιον έγινε πρόταση από παράγοντες της κατοχικής κυβέρνησης για να διορισθεί ως νομάρχης ή υποδιοικητής της Αγροτικής Τράπεζας. Δεν την αποδέχθηκε την πρόταση, παρά το γεγονός ότι είχε συνδεθεί με άλλους επιφανείς Σερραίους, οι οποίοι δέχθηκαν να αναλάβουν παρόμοιες θέσεις (όπως π.χ. ο Βασίλειος Σιμωνίδης και ο Πέτρος Ιακώβου, εκ των οποίων ο πρώτος έγινε τελικά υπουργός γενικός διοικητής Μακεδονίας και ο δεύτερος γενικός γραμματέας του υπουργείου Γεωργίας επί Κατοχής). Μαζί τους, όπως και με άλλους Μακεδόνες, απέκτησε ιδιαίτερες σχέσεις τον πρώτο καιρό της Κατοχής, όταν συμμετείχαν στην υπό τον Αλέξανδρο Σβώλο Επιτροπή Μακεδόνων και Θρακών. Πολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες προερχόμενοι από τη βουλγαροκρατούμενη περιοχή και αποκλεισμένοι στην Αθήνα είχαν σχηματίσει τότε αυτήν την επιτροπή, προκειμένου να συμβάλουν στην προώθηση των εθνικών θεμάτων αναφορικά με τη βουλγαρική κατοχή, αλλά και να περιθάλψουν παντοιοτρόπως τους πρόσφυγες από εκεί.
Για τις δραστηριότητες της Επιτροπής Μακεδόνων και Θρακών κάνει λεπτομερώς λόγο ο Αλέξανδρος Σβώλος στο βιβλίο του «Για τη Μακεδονία και τη Θράκη», όπου και γίνεται ονομαστικός λόγος για τους συνεργάτες του, μεταξύ των οποίων και ο νεαρός τότε Κωνσταντίνος Καραμανλής. Η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου είχε αποδώσει μεγάλη σημασία στην ύπαρξη και στη δράση αυτής της επιτροπής, που την στέγασε και της παρέσχε μηνιαία κρατική οικονομική βοήθεια για να μπορεί να δραστηριοποιείται στα εθνικά θέματα.


[1] Το 1947 ο Κ. Καραμανλής, υπουργός Εργασίας ων τότε, διευκρινίζει με επιστολή του σε ημερήσια εφημερίδα (Εθνικός Κήρυξ, 25.5.1947) ότι με τον Αλέξανδρο Σβώλο ήλθε σε διάσταση τον Οκτώβριο 1943 και ότι από τότε δεν τον είχε ξαναδεί. Αναφέρει συγκεκριμένα: «…Οφείλω να σας πληροφορήσω ότι όχι μόνον δεν συνειργάσθην ποτέ μετ’ αυτού, αλλά υπήρξα και ο πρώτος ίσως που απεδοκίμασε την πολιτικήν του». Συνεχίζει χαρακτηριστικά: «Διαρκούσης της κατοχής και συγκεκριμένως κατά Οκτώβριον του 1943 έσχον δύο συνομιλίας μετά του κ. Σβώλου κατά τας οποίας παρίσταντο και οι πρώην υπουργοί κ.κ. Κ. Τσάτσος και Ι. Παρασκευόπουλος και κατά τας οποίας διεπιστώθη πλήρης αντίθεσις απόψεων, εμού υποστηρίζοντος ότι καθήκον όλων των κομμάτων παλαιών και νέων είναι να αναλάβουν αγώνα κατά του ΕΑΜ από την πολιτικήν του οποίου θα προέκυπτον, όπως ετόνισα, συμφοραί διά το Έθνος». Και επιλέγει: «Είναι περιττόν να είπω ότι τον κ. Σβώλον, έχοντα αντίθετον γνώμην, ουδέποτε έκτοτε επανείδον».

ΒΛΕΠΕ ΕΠΙΣΗΣ: http://aera2012.blogspot.gr/2015/10/2.html